Για την νέα εκπαιδευτική αναδιάρθρωση | Πρωτοβουλία Αναρχικών Αγίων Αναργύρων – Καματερού

*Δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2021

Οι μεταρρυθμίσεις στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ένα ζήτημα το οποίο επανέρχεται στο προσκήνιο ανά τακτά χρονικά διαστήματα κατά τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα. Είναι γεγονός πως από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, οπότε και παρατηρείται μια πρώτη μαζικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τα πανεπιστήμια ταυτίζονται με ένα σύνολο ριζοσπαστικών ταξικών και κοινωνικών αγώνων, θέτονται μια σειρά από ζητήματα όπως η ρύθμιση του αριθμού των εισακτέων, το ελάχιστο όριο φοίτησης, η θεσμική ισχύ ή όχι του πανεπιστημιακού ασύλου. Αυτά τα ζητήματα βρίσκονται έκτοτε υπό συνεχή συζήτηση και αναπροσαρμογή. Οι κατακτήσεις και οι υποχωρήσεις σ’ αυτό το πεδίο συναρθρώνονται γύρω από την διαλεκτική σχέση των κοινωνικών και ταξικών αγώνων που αναπτύχθηκαν με επίκεντρο τις φοιτητικές διεκδικήσεις και της επιθετικής κρατικής και καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης που επιχειρούνταν σε κάθε περίοδο να εφαρμοστεί.

Για να μπορέσουμε όμως να αναλύσουμε τις εκάστοτε αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση πρέπει να τις εντάξουμε στο σωστό ιστορικό πλαίσιο όπως αυτό διαμορφώνεται από το επίπεδο της ταξικής πάλης και από την διαμόρφωση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής σε κάθε περίοδο. Η εκπαίδευση δεν αποτελεί μια αυτόνομη σφαίρα μέσα στον καπιταλισμό, αλλά έναν θεσμό που διαμορφώνεται για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες και τις επιδιώξεις του κεφαλαίου και του κράτους. Έτσι λοιπόν από τα πρώτα στάδια εδραίωσης του καπιταλισμού ως συστήματος παραγωγής, δημιουργήθηκε η ανάγκη για την συγκρότηση ενός διακριτού θεσμού που να αναπτύσσει την επιστήμη με γνώμονα τα αστικά συμφέροντα και παράλληλα να παράγει το ειδικευμένο εργατικό δυναμικό που θα διοχετεύεται στην παραγωγική διαδικασία και θα ενσωματώνει ξανά παραγωγικά την επιστημονική γνώση. Αυτό τον ρόλο αναλαμβάνει να επιτελέσει το πανεπιστήμιο.

Έκτοτε μέσα στην ιστορική εξέλιξη, καθώς το καπιταλιστικό μοντέλο λαμβάνει διαφορετικά χαρακτηριστικά, τροποποιείται και η μορφή που λαμβάνει το πανεπιστήμιο. Οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, οι ανάγκες του κεφαλαίου για εργατικό δυναμικό και οι αλλαγές στην οργάνωση της παραγωγής είναι παράγοντες που επηρεάζουν άμεσα την διαμόρφωση του εκπαιδευτικού μοντέλου και κατά προέκταση του πανεπιστημίου. Έτσι λοιπόν, τις τελευταίες δεκαετίες στο πλαίσιο εφαρμογής των νεοφιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών, παρατηρείται μια στροφή προς την ιδιωτικοποίηση και την επιχειρηματικοποίηση των πανεπιστημίων. Μέσα σ’ αυτή την συνθήκη, η κρατική χρηματοδότηση όλο και μειώνεται ενώ παράλληλα επιχειρείται να μετακυληθεί το κόστος φοίτησης στις πλάτες των φοιτητών είτε μέσω της επιβολής διδάκτρων είτε με την κατάργηση ή υποβάθμιση των κρατικών παροχών.

Η αποδοτικότητα και η κερδοφορία έχουν αναχθεί στις δύο βασικές λέξεις κλειδιά για την λειτουργία του πανεπιστημίου και εκπληρώνονται μέσω της εντατικοποίησης του ρυθμού φοίτησης και της όλο και πιο στενής πρόσδεσης του με τις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς. Το πανεπιστήμιο ακολουθώντας τις σύγχρονες απαιτήσεις του κεφαλαίου για γρήγορους ρυθμούς τεχνολογικής ανανέωσης θέτει σε προτεραιότητα την εφαρμοσμένη έρευνα και την ανάπτυξη των τεχνικών κλάδων. Ένα μεγάλο κομμάτι της χρηματοδότησης κατευθύνεται προς τις ερευνητικές δραστηριότητες οι οποίες εξυπηρετούν άμεσες κρατικές και καπιταλιστικές ανάγκες και τα αποτελέσματα τους διοχετεύονται πολλές φορές ως “καινοτομίες” ή “πατέντες” απευθείας στην αγορά. Έτσι το πανεπιστήμιο τείνει να προσομοιάζει με επιχείρηση που σκοπό του έχει την άμεση άντληση υπεραξίας και οι φοιτητές μετατρέπονται σε άμισθους ή χαμηλά αμειβόμενους και επισφαλείς εργαζομένους.

Συν τοις άλλοις, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση συνδέεται άρρηκτα και με τις ανάγκες που υπάρχουν για εργατικό δυναμικό. Παρατηρούμε λοιπόν, να συντελείται μια αναδιάρθρωση των γνωστικών αντικειμένων με κριτήριο το ποιοι κλάδοι έχουν ζήτηση στην αγορά εργασίας. Παράλληλα με αυτή την αναδιάρθρωση, προωθείται η υπερεξειδίκευση, ο κατακερματισμός δηλαδή των γνώσεων ενός αντικειμένου σύμφωνα με τις ανάγκες που επιτάσσει η οργάνωση της παραγωγής. Τα επαγγελματικά δικαιώματα αποσυνδέονται από το πτυχίο και το βάρος δίνεται στην συνεχή κατάρτιση και την δια βίου μάθηση. Έτσι, αμέσως μετά το τέλος της σχολής, ο νέος αναγκάζεται να μπει σε ένα απέραντο κυνήγι απόκτησης νέων πιστοποιήσεων και δεξιοτήτων μέσα από σεμινάρια ή επιμορφωτικά προγράμματα ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Όλοι οι παραπάνω παράγοντες οδηγούν στην παραγωγή ενός επιστημονικού εργατικού δυναμικού που διαθέτει υψηλή εξειδίκευση και στην πλειοψηφία του έχει ιδιαίτερη ευελιξία και περικομμένα εργασιακά δικαιώματα.

Στα ελληνικά δεδομένα, οι μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κινούνται προς την κατεύθυνση που περιγράφηκε παραπάνω ακολουθώντας τα δυτικά πρότυπα. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι από το 2010 έως και σήμερα οι μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση διαμορφώνονται πάνω στο έδαφος των δημοσιονομικών πολιτικών λιτότητας που περιορίζουν τις κρατικές δαπάνες και μέσα στο φόντο της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και των υψηλών ποσοστών ανεργίας που ισχύουν ιδιαίτερα για τους νέους. Μέσα σ’ αυτή την συνθήκη, η νεοφιλελεύθερη εκπαιδευτική αναδιάρθρωση μπορεί να μην έχει ολοκληρωθεί σε σύγκριση με τις συνθήκες που επικρατούν στα εκπαιδευτικά συστήματα άλλων ευρωπαϊκών κρατών αλλά βρίσκεται σε ισχύ προχωρώντας με σταθερούς βηματισμούς. Τα τελευταία χρόνια έχουν ψηφιστεί μια σειρά από μέτρα που στρώνουν το έδαφος στην νεοφιλελεύθερη επέλαση. Ένα είναι σίγουρο: το νομοσχέδιο Κεραμέως δεν έπεσε από τον ουρανό.

Ήδη από την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ο νόμος Γαβρόγλου θεσμοθέτησε τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά προγράμματα και άνοιξε τον δρόμο για την επιβολή διδάκτρων και σε προπτυχιακό επίπεδο με την ίδρυση ξενόγλωσσων επί πληρωμή τμημάτων. Παράλληλα, προχώρησε στην κατάργηση και την συγχώνευση τμημάτων και σχολών, απέσπασε την παιδαγωγική επάρκεια από μια σειρά καθηγητικών σχολών και θεσμοθέτησε το “προσοντολόγιο” για τις προσλήψεις στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση, επιβάλλοντας στους καθηγητές ένα συνεχές καθεστώς αξιολόγησης και ένα ατελείωτο κυνήγι πιστοποιήσεων και σε σεμιναρίων.

Η ΝΔ παίρνοντας την κυβερνητική σκυτάλη και πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησε ο νόμος Γαβρόγλου, ήρθε για να εφαρμόσει καθ’ ολοκληρίαν το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμά της θέλοντας να ικανοποιήσει τις χρόνιες αστικές επιδιώξεις για τον εξευρωπαϊσμό των ελληνικών πανεπιστημίων. Στον ένα και πλέον χρόνο διακυβέρνησης της έχει ψηφίσει μια σειρά από εκπαιδευτικά νομοσχέδια που μεταξύ άλλων συνδέουν το επίπεδο της κρατικής χρηματοδότησης προς τα ΑΕΙ με την αξιολόγηση τους και καθορίζουν αυτήν την αξιολόγηση με βάση ποιοτικά κριτήρια και μετρήσιμους καπιταλιστικούς στόχους όπως είναι η σύνδεση των προγραμμάτων σπουδών με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και η ερευνητική τους δραστηριότητα. Επιπλέον, με το δεύτερο νομοσχέδιο Κεραμέως επαναφέρθηκε η Τράπεζα θεμάτων και ενισχύθηκε ο εξετασιοκεντρικός χαρακτήρας του Γυμνασίου και του Λυκείου με την αύξηση των εξεταζόμενων μαθημάτων.

Το νέο νομοσχέδιο που κατατέθηκε στην βουλή πριν από λίγες μέρες ήρθε ως ο επόμενος συνδετικός κρίκος με όλα τα παραπάνω για να βαθύνει τους ταξικούς διαχωρισμούς και τις ανισότητες στην εκπαίδευση και να εντατικοποιήσει τους ρυθμούς φοίτησης με μέτρα όπως η ελάχιστη βάση εισαγωγής και το ανώτατο όριο φοίτησης. Το πρόσφατα κατατεθειμένο νομοσχέδιο είναι ένα ακόμη βήμα προς την ολοκλήρωση της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης και επιδιώκει να κάνει ένα “ξεσκαρτάρισμα” διατηρώντας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση τους πιο “παραγωγικούς” και “αποδοτικούς” οι οποίοι θα πρέπει να είναι έτοιμοι να ενσωματωθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα στην αγορά εργασίας. Για τους υπόλοιπους που δεν θα καταφέρουν να περάσουν ή που θα διαγραφούν, ως λύση προβάλλεται η ιδιωτική αγορά εκπαίδευσης και ωθούνται μαζικά προς τα ιδιωτικά ΙΕΚ.

Στο ίδιο νομοσχέδιο συμπεριλαμβάνονται και οι ρυθμίσεις για την σύσταση σώματος πανεπιστημιακής αστυνομίας, την ελεγχόμενη είσοδο στα πανεπιστήμια και την διαμόρφωση νέου πειθαρχικού δικαίου για τους φοιτητές. Είναι αλήθεια πως η συγκρότηση πανεπιστημιακής αστυνομίας είναι το μέτρο που έχει προκαλέσει τις μεγαλύτερες αντιδράσεις και έχει τεθεί στο επίκεντρο της κριτικής. Η ερμηνεία της συγκεκριμένης ρύθμισης όμως δεν πρέπει να αποκοπεί από το σύνολο των μεταρρυθμίσεων του νομοσχεδίου. Κι αυτό γιατί βρίσκεται σε μια οργανική σύνδεση μαζί τους. Η δημιουργία του συγκεκριμένου σώματος ειδικών φρουρών και η εγκαθίδρυση του μέσα στα πανεπιστήμια έρχεται για να περιφρουρήσει και να διαφυλάξει την ουσία των προηγούμενων, αυτού και των επόμενων νομοσχεδίων που θα ακολουθήσουν, η οποία δεν είναι άλλη από την επιβολή της σκληροπυρηνικής νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης που επιχειρείται να εφαρμοστεί στην εκπαίδευση. Αυτή η κατεύθυνση που τα τελευταία χρόνια εκφράζεται μεταξύ άλλων με την επιβολή διδάκτρων, την αξιολόγηση των ΑΕΙ με καπιταλιστικά κριτήρια, την ενίσχυση της ερευνητικής δραστηριότητας και τις διαγραφές φοιτητών, σχεδιάζεται να τεθεί κατά τα επόμενα χρόνια ακόμη πιο επιτακτικά με την δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων ή με την εφαρμογή ενός μεικτού συστήματος χρηματοδότησης όπως συμβαίνει στην Βρετανία και σε άλλα κράτη.

Ο στρατηγικός στόχος της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά την εκπαιδευτική της πολιτική αλλά και γενικότερα σε όλα τα ταξικά και κοινωνικά πεδία έγκειται στην εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης ατζέντας της και στην οργάνωση της επίθεσης της προς την εργατική τάξη και την νεολαία ενόψει και των καταστρεπτικών συνεπειών του νέου επεισοδίου της κρίσης. Η επιβολή του δόγματος “νόμος και τάξη” είτε αυτό εκφράζεται με την όξυνση της κρατικής καταστολής στον δρόμο, είτε με την απαγόρευση και την διάλυση των συγκεντρώσεων, είτε με την θεσμική κατάργηση του ασύλου και την εγκατάσταση ειδικών φρουρών μέσα στα πανεπιστήμια δεν ισοδυναμεί με μια ιδεολογική εμμονή. Αντίθετα, αποτελεί μια ενδιάμεση τακτική η οποία δεν μπορεί να αποκοπεί από τις επιδιώξεις του κράτους όπως αυτές καθορίζονται στην παρούσα συγκυρία.

Η ερμηνεία του νέου σώματος πανεπιστημιακής αστυνομίας ως ένα χουντικό μέτρο καθώς και η αναζήτηση των καταγωγικών αιτιών της καταστολής στην “ακροδεξιά ιδεολογία” της κυβέρνησης εγκυμονεί πολλούς κινδύνους και μπορεί να οδηγήσει σε πολλαπλά ερμηνευτικά σφάλματα. Η παραπάνω ανάλυση μπορεί να στρώσει πολύ εύκολα τον δρόμο στην αριστερή αφομοίωση και την ανάθεση προς το δήθεν “λιγότερο καλό”. Η επαναφορά του ΣΥΡΙΖΑ στην διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας ήδη προετοιμάζεται και στο αμέσως επόμενο διάστημα θα επιχειρηθεί να κτιστεί πάνω στην αντιπαράθεση για “την αντιδημοκρατική καταστολή της ΝΔ” και στο μύθευμα “της εξόδου τη χώρας από τα μνημόνια” επί της διακυβέρνησης του. Επιπλέον, η επικέντρωση της πολιτικής διαμάχης στην ένταση της καταστολής και η προβολή τρομολαγνικών θεωριών για την “επέλαση της ακροδεξιάς” οδηγούν στον παροπλισμό της αγωνιστικής δράσης και μεταφέρουν την πολιτική αντιπαράθεση στο κομμάτι του δικαιωματισμού και της καταγγελίας.

Η επιτυχής ή όχι εφαρμογή των κρατικών σχεδιασμών στα πανεπιστήμια θα κριθεί στην πράξη. Η αποτελεσματικότητα της κρατικής καταστολής δεν καθορίζεται ποτέ μονοσήμαντα αλλά εξαρτάται άμεσα από τις κοινωνικές και ταξικές δυναμικές που θα γεννηθούν και θα αναπτυχθούν στην αντίπερα όχθη. Η εναντίωση στο αστυνομικό σώμα για να φέρει αποτελέσματα δεν πρέπει μείνει στο κομμάτι των καταγγελιών και των αφορισμών αλλά πρέπει να περάσει στην έμπρακτη επίθεση. Οι ένστολοι φρουροί οι οποίοι έρχονται να εγκατασταθούν μέσα στα πανεπιστήμια ως εντεταλμένοι του κράτους για να διαφυλάξουν τα κέρδη και τις business του αστικού πανεπιστημίου θα πρέπει να λάβουν τις απαντήσεις που τους αξίζουν από τους φοιτητές και την αγωνιζόμενη κοινωνία εν γένει.

Τα πανεπιστημιακά ιδρύματα στην Ελλάδα φέρουν μια μακρά ιστορία η οποία είναι άμεσα συνδεδεμένη με ταξικές και κοινωνικές αντιστάσεις, με κοινωνικές εξεγέρσεις, με συγκρουσιακά γεγονότα και με την ιστορία του αναρχισμού. Από την κατάληψη της Νομικής και του Πολυτεχνείου το ‘73 έως τις καταλήψεις των πανεπιστημίων του κέντρου στην εξέγερση του 2008, από την κατάληψη του Χημείου το ‘85 έως την κατάληψη και τις συγκρούσεις στο Πολυτεχνείο του ‘95, τα πανεπιστήμια έχουν λειτουργήσει σε πλείστες περιπτώσεις ως σημεία αναφοράς για τους κοινωνικούς αγώνες και την αναρχική δράση και έχουν αναχθεί σε σύμβολα αντίστασης και αγώνα. Αυτούς τους συμβολισμούς και αυτήν την οδυνηρή για το κράτος και την αστική τάξη χρήση των πανεπιστημίων θέλουν να απονεκρώσουν με την πλήρη πολιτική και κοινωνική αποστείρωση τους και την διαμόρφωση τους σε απόλυτη σύμπνοια με τις κρατικές και καπιταλιστικές επιταγές. Η δράση και η παρέμβαση μας μέσα στα πανεπιστήμια, ως φοιτητές, ως κομμάτι της εργατικής τάξης και ως πολιτικά στρατευμένοι αναρχικοί, ποτέ δεν μας παραχωρήθηκε ως δικαίωμα από οποιαδήποτε κράτος αλλά κατακτήθηκε μέσα από επίπονους και πολλές φορές αιματηρούς αγώνες. Αναλογιζόμενοι/ες λοιπόν τα λάθη, τις αστοχίες και τις ελλείψεις των αγώνων του παρελθόντος πρέπει να περάσουμε στην αντεπίθεση και να ξανακάνουμε τα πανεπιστήμια κάστρα αντίστασης και αγώνα.

Είναι γεγονός πως φοιτητικοί αγώνες του παρελθόντος κατάφεραν να ανακόψουν μια σειρά από κρατικούς σχεδιασμούς και να επιτύχουν κάποιες μερικές νίκες. Όμως οι φοιτητικοί αγώνες που αναδύονται σε περιόδους ψήφισης “νόμων – πλαισίων” όσο μαζικοί και συγκρουσιακοί κι αν είναι, εάν δεν εμπεριέχουν μια δομική κριτική του αστικού θεσμού της εκπαίδευσης και μια σύνδεση με το επαναστατικό πρόταγμα, μπορεί να λειτουργήσουν μόνο ως “βαλβίδες αποσυμπίεσης” και να οδηγήσουν σε μερικές και πρόσκαιρες νίκες, οι οποίες πολύ εύκολα μπορούν να καταστούν αφομοιώσιμες. Η οργάνωση της εκπαίδευσης σύμφωνα με τις ανάγκες και τις επιθυμίες της κοινωνίας και η προαγωγή της ολοκληρωμένης παιδείας για τους ανθρώπους μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την επαναστατική ανατροπή του κρατικοκαπιταλιστικού συστήματος και των θεσμών του και την εγκαθίδρυση της ελευθεριακής, αταξικής και ακρατικής κοινωνίας για την οποία αγωνιζόμαστε στην βάση των ιστορικών προταγμάτων του αναρχισμού.

Να μετατρέψουμε την μέρα ψήφισης του νέου νομοσχεδίου σε μέρα μάχης

Οργάνωση – Συλλογικοποίηση – Αγώνας μέσα και έξω από τις σχολές

Μόνη λύση η Κοινωνική Επανάσταση και η ανοικοδόμηση της εκπαίδευσης σε ελευθεριακές και εξισωτικές βάσεις

Πρωτοβουλία Αναρχικών Αγίων Αναργύρων – Καματερού

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.