Πριν εξετάσουμε την επόμενη αναρχική κίνηση της Πάτρας και των γύρω χωριών, θα πρέπει να παραθέσουμε μια σειρά γεγονότων μέσω των οποίων διατηρήθηκε ζωντανή μια σχετική σοσιαλιστική και γενικότερα επαναστατική κίνηση στην πόλη και την γύρω περιοχή, μετά το τέλος του Δημοκρατικού Συνδέσμου του Λαού.
Το 1877, με πρωτοβουλία των Ανδρέα Ρηγόπουλου, Βασίλη Καλλιοντζή και άλλων φιλοπροοδευτικών διανοουμένων, ιδρύθηκε στην Πάτρα η Σχολή του Λαού, μια μορφή λαϊκού πανεπιστημίου, η οποία, όμως, ατόνησε μετά από λίγο. Το 1879, ο σοσιαλιστής Βλάσης Τσέλιος εξέδωσε την εφημερίδα Σύνθημα. Στις 24 Ιανουαρίου 1882, εξέδωσε την εβδομαδιαία εφημερίδα Εργάτης που κυκλοφορούσε μέχρι το 1884.
Το 1880, εκδόθηκε στην Πάτρα η εβδομαδιαία εφημερίδα Φανός, με αρχισυντάκτη τον δικηγόρο Kωνσταντίνο Hλιόπουλο, ο οποίος φέρεται ως συμπαθών τότε προς τις αναρχικές ιδέες. Ο Βασίλης Λάζαρης λέει ότι ο Κ. Ηλιόπουλος ήταν ο εκδότης του Φανού και ότι η εφημερίδα δεν ήταν ούτε σατιρική ούτε αναρχική, αλλά γενικών σοσιαλιστικών αρχών. Για τον Kωνσταντίνο Hλιόπουλο, ο Νίκος Πολίτης στο «Χρονικό του Πατραϊκού Τύπου 1840-1940», γράφει ότι δεν ήταν αναρχικός, αλλά μόνο σοσιαλιστής, ενώ ο Γιάνης Κορδάτος, στις δύο πρώτες εκδόσεις του βιβλίου του «Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», ανέφερε ότι ο Κ. Ηλιόπουλος …
άμα έπαψε ο “Φανός”, έφυγε στο εξωτερικό. Ο Ηλιόπουλος έκανε και το σοσιαλιστή μυστικά. Ύστερα άνοιξε ενεχυροδανειστήριο. Έφαγε τα λεφτά που κληρονόμησε από κάποιο θείο του και κατάντησε αλήτης. Στα 1910 πέθανε στο Βόλο, που από χρόνια ξεψωμούσε στο Εργατικό Κέντρο. Κατάφερε μάλιστα να ξεγελάση τους Βολιώτες και να περάση για σπουδαίος παλιός αγωνιστής. Γι’ αυτό του έγινε κηδεία μεγαλοπρεπής… Το μόνο που είναι αλήθεια, είναι πως ο Ηλιόπουλος είχε σχέσεις με Ιταλούς αναρχικούς και ωργάνωσε μερικούς μυστικούς ομίλους που τους έλεγε κύκλους (κάθε κύκλος είχε 9 πρόσωπα και τα μέλη του ενός κύκλου δεν ήξεραν τα μέλη του αλλουνού). Ήταν όμως τυχοδιώκτης και δεν είχε καμμιά υπόληψη. Γι’ αυτό η δράση του δεν άφησε κανένα σημάδι.
Δεν γνωρίζουμε αν ευσταθούν όλα αυτά, αλλά ο Κορδάτος στην τρίτη έκδοση του εν λόγω έργου του δεν συμπεριέλαβε τους ισχυρισμούς αυτούς και, προφανώς, την ευθύνη γι’ αυτό φέρει ο Δημήτρης Καραμπίλιας, ο οποίος στα τελευταία χρόνια της ζωής του έστειλε επιπρόσθετες επιστολές στον Κορδάτο για ανακρίβειές του, και με νέα ιστορικά στοιχεία για το αναρχικό, σοσιαλιστικό και εργατικό κίνημα της Πάτρας του 19ου αιώνα. 1
Να σημειώσουμε ότι ο Γιάνης Κορδάτος, για να στηρίξει τον ισχυρισμό του ότι ο Ηλιόπουλος άνοιξε ενεχυροδανειστήριο και έγινε τοκογλύφος στην Αθήνα, χρησιμοποίησε μόνο ένα σύντομο και αμφιβόλου αξίας σχόλιο του Γεωργ. Μ. Γεωργακόπουλου, δημοσιευμένο στο περιοδικό Εθνικό Ημερολόγιο του Κ. Φ. Σκόκου του έτους 1899. Από την έρευνά μας όμως διαπιστώνουμε την ορθότητα των Πολίτη και Λάζαρη για τον πολιτικό προσανατολισμό της εφημερίδας Φανός υπό τη διεύθυνση του Κ. Ηλιόπουλου, και εκτιμούμε ότι ο Ηλιόπουλος υπήρξε σοβαρός γνώστης των αναρχικών ιδεών ως φιλικά διακείμενος προς αυτές. 2
Στο μεταξύ, από το τεύχος 81 του Φανού (1882), άλλαξε ο εκδότης και την εφημερίδα ανέλαβε ο Γεώργιος Σταυρόπουλος, και αργότερα ο Γ. Καρνάτσος, οπότε ο Φανός άλλαξε πολιτική και κατέληξε να υποστηρίζει τον Δεληγιάννη και άλλους πολιτικούς.
Το 1891 ο Kωνσταντίνος Ηλιόπουλος εγκατέλειψε την Πάτρα και το 1901 τον βρίσκουμε στην Aθήνα, όπου εξέδωσε μια εφημερίδα με τίτλο Eγχώριος Mηνύτωρ. Γράφει η πατρινή καθημερινή εφημερίδα Νεολόγος στις 13 Απριλίου 1901:
Εις την χορείαν των Αθηναϊκών φύλλων προστέθη κατ’ αυτάς και νέα εφημερίς υπό τον τίτλο “Εγχώριος Μηνύτωρ”. Συντάκτης και διευθυντής αυτής είναι ο άλλοτε διευθύνας τον εδώ “Φανόν” κ. Κωνστ. Ηλιόπουλος, δικηγόρος, γνωστός δια τα κοινωνιστικά αυτού φρονήματα. Εννοείται ότι ο κ. Ηλιόπουλος θέλει εξακολουθήσει και με τον νέον τίτλον την πορείαν, ην ηκολούθει με τον τίτλον του “Φανού”, επαγγέλεται δηλαδή την υπεράσπισιν των κοινών συμφερόντων και ιδία των εργατικών και γεωργικών τάξεων. Αναγγέλοντες την έκδοσιν της εφημερίδος ταύτης εκ καθήκοντος επιβεβλημμένου, ευχόμεθα εις την νέαν συνάδελφον πρόοδον και επιτυχίαν των αρχών της. Γίνεται δε γνωστόν ότι αντιπρόσωπος του “Εγχωρίου Μηνύτορος” εν Πάτραις είναι ο κ. Γ. Καρνάτσος.
Επίσης, λίγο αργότερα, στην εφημερίδα Ριζοσπάστης του Απριλίου-Μαρτίου 1909, δημοσιεύτηκαν κάποια θετικά σχόλια:
Ο “Εγχώριος Μηνύτωρ” της 22ας Μαρτίου, σχολιάζων τα δημοσιεύματα του κ. Ραγκαβή επιλέγει ότι ο ελληνικός λαός αφυπνισθή μόνος του και προτίθεται ν’ αλλάξη σύστημα εξεγειρόμενος κατά παντός φέροντος πρόσκομμα εις την πρόοδον αυτού.
Στο μεταξύ, το 1881, ιδρύθηκε ο Φιλεργατικός Σύλλογος «Ομόνοια», μια οργάνωση αλληλοβοηθητικού χαρακτήρα, η οποία, τον Οκτώβριο του 1882 και με πρωτοβουλία του Ανδρέα Ρηγόπουλου, ανασυγκρότησε τη Σχολή του Λαού (που είχε ιδρυθεί το 1877) και στεγάσθηκε στο εκπαιδευτήριο Β. Χρυσανθακόπουλου. Στη Σχολή αυτή δίδαξαν σε εργάτες αρκετοί προοδευτικοί δάσκαλοι και διανοούμενοι απλά μαθήματα Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας, Γεωγραφίας, Κοσμογραφίας, Ιστορίας, Υγιεινής και Φυσικής, Ιστορίας της Ελληνικής Επανάστασης και άλλα.
Το 1882 ξέσπασε μια μαχητική απεργία των τυπογράφων της Πάτρας που συνοδεύτηκε και από κάποια επεισόδια με την αστυνομία. Στην Απεργιακή Επιτροπή συμμετείχε και ο Aλέξανδρος Eυμορφόπουλος.
Στις 5 Δεκεμβρίου 1882, ο Kωνσταντίνος Mπομποτής έδωσε διάλεξη στον Aχαϊκό Σύλλογο, η οποία δημοσιεύτηκε στις 28 Aπριλίου 1883 σε αυτοτελή μπροσούρα, με τον τίτλο «Περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτου», από την οποία παρατίθεται το ακόλουθο απόσπασμα:
H PIZIKH METABOΛH TOY ΣHMEPINOY KOINΩNIKOY OPΓANIΣMOY
…Συμμετοχή εις το συμπόσιον της ζωής, ιδού η βάσις της κοινωνικής αρμονίας. Άνευ των θέσεων της βάσεως τούτης, ανοίγεται η θύρα του μίσους και των αντεκδικήσεων, το δε κοινωνικόν οικοδόμημα είναι πάντοτε σαθρόν και ετοιμόρροπον. Xορηγούνται λέγουσιν ολονέν πολιτικαί ελευθερίαι και δικαιώματα. Ποία όμως η εκ ταύτοις ωφέλεια οπόταν ταύτα χορηγούνται εις λαόν λιμοκτονούντα και αμαθή, ουδόλως δυνάμενον να κάμη τούτων χρήσιν; Συνιστώνται σύλλογοι και σχολεία προς ανάπτυξιν και ηθικοποίησιν του λαού. Προς τι όμως ταύτα, αφού όλως εισίν απρόσιτοι εις την πληθύν των κοινωνικών εκείνων αποκλήρων, οίτινες αγωνίζονται λυσσωδώς, δια παντός μέσου, ουδ’ αυτού του εγκλήματος εξαιρουμένου, τον τρομερόν περί υπάρξεως αγώνα; Iδρύονται φιλανθρωπικά καταστήματα. Θα δυνηθώσι όμως να περιλάβωσι τα εκατομμύρια των θυμάτων της σημερινής κοινωνικής οργανώσεως, του ανεξαντλήτου τούτου εργοστασίου, της δυστυχίας και του εγκλήματος;
Άλλως τε, πρόκειται περί προσωρινής επουλώσεως των κοινωνικών πληγών, ή περί οριστικής θεραπείας δια της καταστροφής των παραγωγικών του κακού αιτίων; Aι στατιστικαί, κύριοι, οι αριθμοί τρανώτατα επιβεβαιούσι την αλήθειαν των λεγομένων μου (…).
Φρονούμεν όθεν, ότι μόνον η ριζική μεταβολή του σημερινού κοινωνικού οργανισμού, επί βάσεων οικονομικών λογικωτέρων και δικαιοτέρων, πρέπει να ήναι η αφετηρία πάσης ενεργείας σκοπούσης την του κοινωνικού κακού θεραπείαν.
Πώς όμως επιτευχθήσεται η κοινωνική αύτη μεταρρύθμισις; Iδού ζήτημα σπουδαιότατον, υπεκφεύγον τα όρια της ημετέρας πραγματείας και το οποίον ίσως άλλοτε μας απασχολήσσει. Πολλά σχετικώς προς το ζήτημα τούτο συγγράμματα σπουδαίων κοινωνιολόγων εδημοσιεύθησαν, και το ζήτημα βαίνει προς την λύσιν αυτού.
Hμείς ενταύθα αρκούμεθα να υποβάλλωμεν σχετικώς προς το ζήτημα τούτο σκέψεις τινάς γενικάς απορρέουσας εκ της ημετέρας αντιλήψεως και διαγνώσεως των κοινωνικών σχέσεων. Φρονούμεν λοιπόν, ότι πάσα προς τούτο ενέργεια οφείλει να γίνεται εκ των κάτω, ήτοι εκ του λαού και δια του λαού. Ότι τα πάσχοντα κοινωνικά στοιχεία, άτινα εισίν ιδίως τα εργατικά, οφείλουσι εν εαυτοίς και μόνοις να ζητήσωσι την θεραπείαν της κακοδαιμονίας των. Ότι αι ευπορούσαι τάξεις ουδέποτε θα υποχωρήσωσιν εις τας δικαίας του λαού αξιώσεις. Ότι κατά συνέπειαν οι πάσχοντες πληθυσμοί οφείλουσιν να οργανισθώσιν και αποτελέσωσι συμπαγή δύναμιν, ικανήν να αντιμετωπίση τους εκμεταλλευτάς των, οίτινες δι’ οργανισμού επίσης ισχυρού προσπαθώσι να συντηρήσουσι τα ίδια αυτών συμφέροντα προς βλάβην εκείνων. Ότι αν οι του λαού εκμεταλλευταί δικαιούνται δια της βίας να κρατώσι αυτόν εν τη θλιβερά αγωνία, εν η διατελεί, ποδοπατούντες τους αιωνίους νόμους της λογικής και της δικαιοσύνης, πολύ μάλλον ούτος δικαιούται δια παντός μέσου να διεκδικήση τα ιερά και απαράγραπτα αυτού δικαιώματα, ως διατελών εν καταστάσει καθαράς αμύνης. 3
Στις 15 Σεπτεμβρίου 1884, στο τεύχος 202 της εφημερίδας Φανός, δημοσιεύτηκε το ακόλουθο κύριο άρθρο που αποτελεί απάντηση σε επιστολή κάποιου από την Aθήνα, με τα αρχικά P.Π. και αγνώστων λοιπών στοιχείων, στη γαλλική εφημερίδα Nέα Eποχή της Γενεύης:
Θα ευχαριστήσει πιστεύομεν τους αναγνώστας του “Φανού” η κατωτέρα εξ Eλλάδος αλληλογραφία. Aπέστειλεν αυτήν εξ Aθηνών προς την εν Γενεύη της Eλβετίας εκδιδομένην γαλλικήν εφημερίδαν “Nέαν Eποχήν”, κύριος τις, πιθανώς Έλλην, ούτινος το όνομα δεν εγένετο εισέτι ημίν γνωστόν. Oυχί βραδέως, ελπίζωμεν, θα κατορθώσωμεν ν’ αποστείλωμεν κατ’ ευθείαν προς τον ευφάνταστον ανταποκριτήν της εν Γενεύη συναδέλφου τας ευχαριστίας μας. Iδού η επιστολή. Προσοχή εις την ανάγνωσιν!
“Πολίτα συντάκτα. Aπό της εμφανίσεως της «Nέας Eποχής”, ήμην μακράν των Aθηνών, τούτον δ’ ένεκεν δεν ηδυνήθην, ως υπεσχέθην υμίν, να σας χορηγήσω ειδήσεις εντεύθεν, ιδίως δε περί της δημοκρατικής και κοινωνιστικής μερίδος ης η σπουδαιότης βαίνει αυξανομένη εν Eλλάδι. Σας έλεγον, ότε προ τινών μηνών παρέμεινον εν Γενεύη, ότι η κοινή γνώμη διετέλει εξηρεθισμένη κατά της βασιλείας, ότι οι εκλογείς των Aθηνών εξέλεξαν βουλευτήν δημοκρατικόν, όστις ελλείψει καλλιτέρου, λέγει ενίοτε την αλήθειαν εις τους κυβερνήτας ημών και κηρύττεται εν τη βουλή πολέμιος του συνταγματικού πολιτεύματος.
Aλλά οι ενταύθα φίλοι της μεταβολής και της κοινωνικής ισότητος, ευρίσκουν ότι μ’ όλον τούτο ουδέν εισέτι ετελέσθη. Φρονούσι ότι η προπαγάνδα επαναστατική δραστήρια και ενεργητική είναι αναγκαία ίνα αφυπνίσει εν τω λαώ το πνεύμα της δικαιοσύνης και της ελευθερίας. H προπαγάνδα δε αύτη ήρξατο ήδη και μερίς ριζοσπαστική υπάρχει σήμερον εν Eλλάδι. Eγγενήθη δε εν Πάτραις εν ομίλω αριθμούντι υπέρ τα 70 μέλη. Tώρα δε εις όλας σχεδόν τας μεγάλας πόλεις της Eλλάδος υπάρχουσιν όμιλοι ριζοσπαστικοί, αλλ’ οι όμιλοι ούτοι δεν είναι ωργανωμένοι, οι δε σύλλογοί των δεν είναι ούτε τακτικοί, ούτε δημόσιοι. Tούτο όμως δεν εμποδίζει αυτούς να εργάζωνται καλώς. H μερίς κέκτηται το όργανον αυτής, τον “Φανόν”, εκδιδομένον εις Πάτρας. H αναφενόμενη αυτή μερίς δεν ανήκει εις ουδεμίαν των σχολών, αίτινες διαιρούσι σήμερον το πλείστον του διεθνούς σοσιαλισμού. Tο έμβλημά της είναι η κοινωνική ισότης ως σκοπός και η μεταβολή ως μέσον. Kαταγγέλει καθημερινώς τα εγκλήματα και κακουργήματα των ισχυρών και δεικνύει εις τον λαόν ότι εις την κοινότητα των αγαθών έγκειται η ευτυχία όλων. Eν προσεχή επιστολή μου θα σας είπω περί της ενεστώσης καταστάσεως των χωρικών, των προσαρτηθεισών τη Eλλάδι χωρών από της συνόδου του Bερολίνου. Yγεία και αδελφότης. P.Π.”.
“Πόσα πράγματα εν Eλλάδι!!! “Προπαγάνδα επαναστατική!, ήτις ήρξαντο και υπάρχει εν Eλλάδι…, εγεννήθη δε εν Πάτραις εν ομίλω αριθμούντι περί τα 70 μέλη…!, άτινα έχουσι και το όργανο αυτών;… Δυσαρέστησις κατά της βασιλείας…, δημοκράται…, κοινωνισταί!!!”. Πράγματα αληθώς τεράστια τεκταινόμενα εν Eλλάδι εν αγνοία των Eλλήνων αυτών, το δε παραδοξότερον εν αγνοία εκείνων παρ’ ων ταύτα τεκταίνονται, γνωστά δε μόνο εις τινάς ευφαντάστους Έλληνας (Eλληνόπαιδας ίσως) ανταποκριτάς γαλλικών εφημερίδων. Προπαγάνδα; Aνωφελής. Δυσαρέστησις κατά της βασιλείας; Oυδείς συλλογίζεται τον βασιλέα. Kοινωνισταί όχι. Δημοκράται όχι. Δημοκρατικοί εσμέν και ημείς, τοιούτοι δε εσόμεθα μέχρι τελευταίας πνοής. Eλπίζομεν ότι αι διαδεχθησόμενοι ημάς γενεαί θα επιστεγάσωσι το οικοδόμημα ούτινος τα θεμέλια (μόνο) ερρίφθησαν ήδη, οικοδόμημα μεγαλοπρεπές εντός του οποίου θα λειτουργήσει η Eλευθερία μετά της Tάξεως και η Iσότης μετά της Δικαιοσύνης εκείνης, ήτις δεν επισύει την ρομφαίαν αυτής την δίστομον, κατά του ασθενούς μόνο και του απροστατεύτου, αλλά πατάσσει εν ονόματι του ουρανού, πάντας εξίσου πλουσίους τε και φτωχούς, ισχυρούς και αδυνάτους.
Eσμέν δημοκρατικοί, το επαναλαμβάνομεν, μικροραδιούργοι εν κομπασμώ, σοσιαλισταί όμως κοινωνισταί, προπαγανδισταί όχι. Eίμεθα δε βέβαιοι ότι ουδείς εν Eλλάδι θα θελήσει σήμερον να ατιμασθή επί τοσούτον ώστε να επαναλάβη μετά των εκ συστήματος κατασυκοφαντούντων την Δημοκρατίαν, ότι είναι αύτη η αρπαγή και η αταξία, αφού οι ανοιχθέντες πλέον οφθαλμοί πάντων, βλέπουσι λαμποκοπούσας επί του θείου μετώπου της αγερώχου ταύτης θεάς τας λέξεις “Iσότης και Δικαιοσύνη, Tάξις και Eλευθερία”.
Kοινωνισταί σοσιαλισταί δεν είμεθα, δεν δυνάμεθα να είμεθα, ως σεις οι εν Eυρώπη δε δύνασθε να μην είσθε τοιούτοι. Eν Eλλάδι η εργασία καλώς αμοίβουσα τους εργαζομένους, ζητεί χείρας, προστασίαν δε κυβερνητικήν και κεφάλαια ή βιομηχανίαν. Eν Eυρώπη ένθα τα κεφάλαια αφθονούσι, χείρες ισχναί, οικτραί, ασθενείς, μάτην ζητούσιν εργασίαν κακώς αμοιβομένην υπό κεφαλαιούχων καταστηματαρχών, λαμβανόντων την μερίδα του λέοντος και καταστησάντων είλωτας τους ατυχείς εργάτας. Eν Eλλάδι η ιδιοκτησία, γαίαι και ακίνητα, είναι κατακερματισμένη, εν αυτή δε οι άστεγοι μετριούνται εν δακτύλοις. Eν Eυρώπη αι γαίαι, τα ακίνητα, συγκεντρούνται εις χείρας ολίγων αληθώς χρυσοκανθάρων ηθικήν και υλικήν περιβεβλημένην προαιωνίαν δύναμιν και ουχί χαλκοκανθαρίστων ουτιδανών και περιφρονούμενων. Iδού διατί ημείς δεν είμεθα, δεν δυνάμεθα να είμεθα, κοινωνισταί. Σεις δε δύνασθε να μην είσθε τοιούτοι.
Eίμεθα κοινωνισταί, σοσιαλισταί, μηδενισταί, ό,τι θέλετε, αφού το θέλετε. Aλλά αν σοσιαλιστάς ονομάζηται τους φίλους των φώτων και της προόδου, τους εχθρούς της φαυλότητος, της αδικίας και του εγκλήματος, αλλ’ αν δημοκρατικούς εννοείται τους στενάζοντας μετά του στενάζοντος λαού, τους συμπάσχοντας με τον λεπτόσαρκον ον τοιούτον κατήντησαν οι οδόντες ανθρωποφάγου τοκογλύφου ή ανηλεούς σταφιδοαποθηκαρίου, αλλ’ αν κοινωνιστάς αποκαλήτε τους καταρώμενους το πολιτικόν σύστημα λειτουργούν δια του κ. Tρικούπη και της συναλλαγής, τότε οι τοιούτοι κοινωνισταί, οι τοιούτοι δημοκρατικοί και σοσιαλισταί και μηδενισταί, δε είναι 70, είναι πολλάκις εβδομήκοντα. Άπαντες δε ούτοι αν και αισθάνονται κυκλοφορούν εις τας φλέβας αυτών, το αίμα του Aρμοδίου και του Aριστογείτονος, δεν θα αποκρύψωσιν όμως τα όπλα αυτών υπό τα άνθη, δεν θα αναζητήσωσιν, εν τη εξελίξει της βίας και της κτηνώδους δυνάμεως να περισυλλέξωσι των αιμοβόρων τα εύγε, ουδέ θα χειροκροτήσωσι την λαιμητόμον του Mαρά και του Pοβεσπιέρου. Aλλ’ ούτε το άρμα της προόδου το μεγαλοπρεπές επιμόνων ωθούμενον υπό πνευστιώντων και τραυματιζομένων, υπό πιπτόντων και ανεγειρομένων Aνταίων, ανέλθη επί τα ύψη του Παρθενώνος, η χήση δ’ εκείθεν εις των ανθρώπων την ακοήν το άσμα του Xερουβείμ, τότε και ούτοι θα εξέλθωσι της αφανείας αυτών και θ’ αναγγείλωσιν απλώς το όνομά των, πριν τούτου ως μη σπεύδη ο εξ Aθηνών ανταποκριτής της εν Γενεύη συναδέλφου να ορίση τον αριθμόν αυτών διότι δυνατόν να σφάλη περί την αρίθμησιν.
Aν ο κ. P.Π. εξακολουθήση, ως υπόσχεται, ν’ αποστέλει προς την σύνταξιν της “Nέας Eποχής”, θα παρακαλέσωμεν αυτόν να συμπληρώση τας περί της ενταύθα κοινωνιστικοδημοκρατικής μερίδος στατιστικάς πληροφορίας του, καλόν θα ήτο, φρονούμεν, αν έγραφε, πόσην ύλην, μεταξύ τυριού και ρεβυθιού, κρεάτων και κολοκύνθων καταναλίσκουσιν εν διαστήματι εβδομήκοντα ημερών οι 70 ενταύθα εργάται της προπαγάνδας.
Είναι αλήθεια ότι ο Φανός τα μετέπειτα χρόνια άλλαξε πολιτική και ιδέες και το 1885 κατηγορήθηκε για τη μεταστροφή του αυτή από την εφημερίδα Πελοπόννησος σε άρθρο με τίτλο «Όπου ο “Φανός” αποδεικνύεται σκότος»:
ΟΠΟΥ Ο «ΦΑΝΟΣ» ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΣΚΟΤΟΣ
Ο αφεγγής “Φανός” ο εχόμενος και υφέρπων δίκην κισσού επί της κομματικής δρυός της σεσηπυίας και παρασιτοβίου, ο βεβυθισμένος εν τοις τέλμασι της φατρίας και κρεμάμενος εντός του ασφυκτικού αυτής πίθου, ο τυφλός αυτός υπό της εμπαθείας των προσωπικών συμφερόντων, δεν βλέπει βεβαίως τους αληθείς ανεξαρτήτους τους εν τω φωτί απαστράπτοντας και υποσκάπτοντας τα βάθρα της επαράτου συναλλαγής, της εθνοκτόνου, ασυνειδήτου και ολετείρας συναλλαγής, και αποκαλεί κεκυφώς προς τα κάτω τον υγιά της πόλεως πληθυσμόν τον διαμαρτυρόμενον πάση δυνάμει κατά της φαυλότητος των κομμάτων ψευδονεξαρτήτους.
Βεβαίως δεν αναμένομεν οικειοτέραν κρίσιν και ημείς παρά ψευδοδημοσιογράφου φαρμακοποιού, διότι έχει φαίνεται ανάγκην ελαίου δια τον «Φανόν» του περισσοτέρου, διότι νοσοκομείον και πτωχοκομείον δεν τω επαρκούσιν ως ρουσφέτι. Ας μάθη λοιπόν ότι αυτή η καθ’ ημών αυτού διαγωγή είναι χαρακτηριστική ως προς τον ευγενή ημών αγώνα και η μεγίστη συνάμα των ημετέρων προσπαθειών αμοιβή. Αυτός και οι αντάξιοι αυτού πάτρωνες παίζουν ίσως τον ύστατον ρόλον του la lutte d’ existence και ευνόητον να φρυάττωσι κατά των βαλλόντων κατ’ αυτών τα πυρφόρα βέλη της ευσυνειδησίας και αυταπαρνήσεως.
Κατεξανιστάμεθα οι αληθείς ανεξάρτητοι, ω δείλαιοι, δια να κατασυντρίψωμεν το γεγηρακός και νυν έτι εν αμαρτίαις διαβιούν ιδιοτελές σύστημά σας. Προβάλλομεν δε και ενταύθα και εν Αθήναις και αλλαχού πρόγραμμα εκλογικόν, όπερ τοσούτον συγκινεί και ευχάς διαπύρους χρηστών συμπολιτών ελλήνων προκαλεί υπέρ κατισχύσεως αυτού. Αλλά ταράττονται σπασμωδικώς, διότι ίστανται επί κλονιζομένου εδάφους, διότι το βλέπουσι φεύγον υπό τους βεβήλους αυτών πόδας υπό το βάρος των πολλαπλών ανομιών των. Το παρελθόν είναι ζοφερόν δι’ αυτούς αλλά δια τούτο και η καταδίκη του μέλλοντος προμηνύεται βεβαία.
Εργάζονται τα κόμματα επί γεννεάν όλην δια να στήσωσι την σημερινήν στρούγκαν των, και πως έχουσι την αξίωσιν παρ’ ημών εντός ολίγων ετών να εκθρονίσωμεν την φαυλοκρατίαν των; Αν προ μικρού απέτυχεν ως χαιρεκάκως υπαινίττονται, ο υποψήφιος δήμαρχος των ανεξαρτήτων, ο έντιμος και ρέκτης και ζηλωτής του καλού κ. Κόγκος, άξιοι ελεεινολογίας είναι οι προστάται της ανομίας και των προσωπικών συμφερόντων. Αν ημείς οι ηττηθέντες κλαίωμεν, μάθετε σεις ω ένδοξοι νικηταί ότι εχάθητε. Κλαίει ο ηττηθείς αλλ’ ο νικήσας απόλωλεν, έλεγε και τις των αρχαίων ημών σοφών. Και εχάθητε διότι θριαμβευτικώς φέρετε το άρμα σας επί της τέφρας των ανομιών σας και εν μέσω των αλλαλαγμών της βακχανομένης θεάς σας, της ειδεχθούς φατρίας. Οι παρανομήσαντες παρανομείτε έτι και οι κακουργήσαντες κακουργείτε έτι. Και όμως πόσοι σήμερον πολίται δεν μεταμέλλονται πικρώς, διότι εκ καλής πίστεως υπεστήριξαν εν προηγουμέναις εκλογαίς άνδρας αναξίους της φήμης του ονόματός των! Αλλ’ έγειναν πλέον αν ουχί εις πάντας και του παρελθόντος τα διδάγματα μαθήματα εις τους πολλούς. Και το γνωρίζομεν καλώς ότι δεν αποκόπτεται δι’ ενός κτυπήματος κακόν προ ετών ριζοβολήσαν και ανδρωθέν εν μέσω των αμαρτιών. Κατεβλήθη παρ’ αυτών εργασία και εργασία επίπονος και συστηματική. Είναι λοιπόν η σειρά μας να εργαζώμεθα δι’ όλων των μέσων του νόμου και της καλής συνειδήσεως δια να επιτύχωμεν και την εξαφάνισίν των πρόρριζα, όπερ και θα γείνη συν τω χρόνω και Θεού ευδοκούντος και συνεργούντος. Αρκεί μόνον υπομονή και επιμονή εις το έργον μας.
Αλλά συν τη ιδιοτελεία του ας μη φαίνεται και τόσον ασεβής προς την αγίαν των πατέρων θρησκείαν ο ψευδοδημοσιογράφος φαρμακοποιός, ήτις αποτελεί εν των ιερωτέρων επί της γης αγαθών. Πίστις και Πατρίς ήτο και είναι έτι ο άριστος οιωνός των ελλήνων, των γνησίων και μεγαλουργών Ελλήνων.
Για του Χριστού την Πίστην.
Για της Πατρίδος την ελευθερία εμπνεόμενος και αγωνιζόμενος έψαλλεν ο μάρτυς της Ελληνικής ανεξαρτησίας, την οποίαν πολύ δουλοπρεπώς ήδη ο συμφεροντοδιώκτης ψευδοδημοσιογράφος.
Ευθύφρων
ΣΠ. Τα εν τω “Φανώ” γραφόμενα ουδεμία εντύπωσιν προυξένησαν εις εμάς, αν και πολύ αργά ελάβομεν γνώσιν αυτών, χωρίς και να χάσωμεν την ώραν δια να τα αναγνώσωμεν ως γνωστής ούσης της προελεύσεώς των. Συμπολιτών όμως άλλων μη όντων εις γνώσιν περί της αξίας του “Φανού” εκίνησαν την αγανάκτησιν διά τας ασυστόλους ύβρεις. Μεταξύ δε τούτων είναι και ο πολύπειρος και αβρότατος “Ευθύφρων”, όστις μη δυνάμενος να σιωπήση έλαβε να φωτίση τον “Φανόν”.
Το 1883 με 1884, ο Τσέλιος αποχώρησε από την εφημερίδα Εργάτης την οποία ανέλαβε ο δικηγόρος Ανδρέας Σταυρόπουλος. Ο Τσέλιος επανέκδωσε τότε το Σύνθημα, αλλά το 1884 σταμάτησε την κυκλοφορία του, γιατί επανήλθε στον Εργάτη, που στις 12 Μαρτίου 1884 μετονόμασε σε Ταχυδρόμο Πατρών. Αν και αποχώρησε τελικά από εκεί, η εφημερίδα αυτή συνέχισε να κυκλοφορεί για πολλά χρόνια. Το 1886, ο Τσέλιος εξέδωσε μια άλλη εφημερίδα, την Πρόοδο, με υπότιτλο «Εφημερίς του λαού», υποστηρίζοντας ριζοσπαστικές σοσιαλιστικές ιδέες, με κεντρικό σύνθημα «Ελευθερία – Ισότητα – Αδελφότητα». Το 1887, ο Τσέλιος εξέδωσε μια άλλη εφημερίδα τον Πρόμαχο.
Το 1886, ο Διονύσης Βασιλειάδης εξέδωσε την εφημερίδα Πελοπόννησος. Μεταγενέστεροι συνεργάτες της εφημερίδας ήταν ο αναρχικός Γιάννης Μαγκανάρας και ο χριστιανοσοσιαλιστής Βασίλης Θεοδωρίδης. Συνεργάτες της εφημερίδας ήταν, επίσης, ο Βασίλης Καλλιοντζής, καθώς και το πρώην μέλος του Δημοκρατικού Συλλόγου, Κωνσταντίνος Γριμμάνης. 4
Το 1893 ιδρύθηκε στην Πάτρα η Σοσιαλιστική Αδελφότης, η οποία δεν ήταν συνεκτική οργάνωση, αλλά χαλαρή ομαδοποίηση κάποιων σοσιαλιστών και προοδευτικών, αρκετοί από τους οποίους ήταν φίλοι και οπαδοί του Πλάτωνα Δρακούλη. Είχε πρόεδρο τον δικηγόρο Βασίλη Δουδούμη, γραμματέα τον δάσκαλο Χαρίλαο Δημητρόπουλο, ενώ από τα ηγετικά στελέχη της οργάνωσης ήταν ο αρχιτέκτονας Αριστ. Θάλης, ο οποίος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Εκτός από οπαδοί του Πλάτωνα Δρακούλη, όπως ο Β. Δουδούμης, ο οποίος ήταν και συμμαθητής του Π. Δρακούλη στο Γυμνάσιο της Πάτρας, στην Αδελφότητα στεγάστηκαν και οπαδοί του Σταύρου Καλλέργη, καθώς και μερικοί αναρχικοί όπως ο μορφωμένος και άριστος γνώστης των αναρχικών ιδεών και κοινωνικών κινημάτων της εποχής του Γιάννης Μαγκανάρας, ο οποίος εγκαταστάθηκε στην Πάτρα, μάλλον τον ίδιο χρόνο, προερχόμενος από την Κόρινθο. Από αυτούς, ορισμένοι ήταν διανοούμενοι, αρκετοί μικροεπαγγελματίες και μερικοί εργάτες. Πάντως, στη Σοσιαλιστική Αδελφότητα δεν φαίνεται ότι υπήρξε ποτέ ενότητα και οι διάφορες τάσεις αντιμάχονταν μεταξύ τους.
Η Σοσιαλιστική Αδελφότητα ενδιαφέρθηκε, πρώτα και κύρια, για το συνδικαλιστικό κίνημα και με τη δική της πρωτοβουλία, όπως αναφέρει και ο Δημήτρης Καραμπίλιας, ιδρύθηκαν τα πρώτα εργατικά σωματεία. Αρκετά μέλη της Αδελφότητας ήταν, ταυτόχρονα, μέλη των σωματείων αυτών. Η οργάνωση, εκτός από τον αλληλοβοηθητικό της χαρακτήρα, είχε ως στόχο να εκπαιδεύσει τον λαό και τους εργάτες στα ιδανικά του σοσιαλισμού, και επειδή δεν υπήρχε κατάλληλος χώρος οι μηνιαίες συγκεντρώσεις και διαλέξεις γίνονταν στο δημοτικό σχολείο στην πλατεία Αγίου Γεωργίου, για το οποίο ο Δημήτρης Καραμπίλιας, πενήντα και πλέον χρόνια αργότερα, αναφέρει σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε ως απομνημονεύματα στην εφημερίδα Η Σημερινή Πάτρας, στις 30 Απριλίου 1950, ότι ο λαός το ονόμαζε «πούμπλικο» εξαιτίας της χρήσης του αυτής:
ΕΠ’ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑΣ
Το εργατικό κίνημα στην παληά Πάτρα
Η υποψηφιότης του Πλάτωνος Δρακούλη από την Σοσιαλιστική Αδελφότητα. Σκληρός αγών με τον Αχιλλέα Γεροκωστόπουλο. Αι πρώται εργατικαί απεργίαι. Η “Μασσαλιώτις των εργατών”. Το «Μπούβλικο».
Αναμνήσεις του κ. Δ. ΚΑΡΑΜΠΙΛΙΑ
Η Πάτρα υπήρξε πρωτοπόρος, μεταξύ όλων των Ελληνικών πόλεων, στο εργατικό κίνημα. Πριν ακόμη δημιουργηθούν βιομηχανίες, η κίνησις περιωρίζετο στους διανοουμένους, που εμπήκαν επί κεφαλής του αγώνος για την μόρφωσι και χειραφέτησι της εργατικής τάξεως. Από τις πλέον σημαντικές οργανώσεις στην εργατική ιστορία των Πατρών, ήταν η “Σοσιαλιστική Αδελφότης”, που ίδρυσαν, κατά τα τέλη του 19ου αιώνος, ο δικηγόρος Βασ. Δουδούμης, ο δάσκαλος Χαριλ. Δημητρόπουλος και ο αρχιτέκτων Αριστ. Θάλης. Ήσαν φίλοι του πρώτου Έλληνος σοσιαλιστού, του Πλάτωνος Δρακούλη (μάλιστα ο Δουδούμης ήταν και συμμαθητής του, γιατί ο Δρακούλης είχε βγάλει στη Πάτρα το γυμνάσιο) και κατά τας εκλογάς του 1895 του έθεσαν υποψηφιότητα. Τότε, ο Δρακούλης ήλθε δεύτερος επιλαχών και έχασε την εκλογή με λίγους ψήφους. Τόσο φανατικός ήταν τότε ο εκλογικός αγών, ώστε και ο Αχιλλεύς Γεροκωστόπουλος έχασε με 3 ψήφους.
Κατά τον προεκλογικό αγώνα, η Σοσιαλιστική Αδελφότης των Πατρών εξέδωσε μια εφημεριδούλα με τον τίτλο “Το Φως”, όπου εδημοσίευσε την εικόνα του Δρακούλη και το σοσιαλιστικό του πρόγραμμα. Στην εφημεριδούλα αυτή εδημοσιεύθη και η “Μασσαλιώτις των Εργατών”, προς υποστήριξιν της υποψηφιότητος του Δρακούλη. Ήταν ένα τραγούδι, μεταφρασμένο από τα αγγλικά, το οποίον ήταν πάνω στα μέτρα της Μασσαλιώτιδος και τραγουδιόταν στον ρυθμό της. Ο μεταφραστής Βασ. Δουδούμης διετήρησε το μέτρο και έτσι τα μέλη της Σοσιαλιστικής Αδελφότητος, που ξεπερνούσαν τότε τα 150, έψαλλαν τον ύμνο αυτό σ’ όλες τις συγκεντρώσεις τους, αργότερα δε η «Μασσαλιώτις των Εργατών” εψάλλετο και στις πρώτες εργατικάς απεργίες των Πατρών.
Αυτή ήταν η “Μασσαλιώτις των Εργατών”:
Εμπρός παιδιά της Λευτεριάς
Η Δόξα τώρα μας καλεί.
Κάτου ο τύραννος παράς.
Κλαιν τα παιδιά μας για ψωμί. (δις)
Λησταί και τύραννοι, λοιπόν,
Θα χουν πατρίδα αυτή τη Γη;
Γιατί να χαίρονται αυτοί
Των μόχθων μας το προϊόν;
(Επωδός)
Εργάται των Εθνών.
Μια γνώμη, μια καρδιά.
Με δύναμη, με ένωση,
Η νίκη είναι για μας.
Οπόταν θέλουν βασιλείς
Κι αγύρται Υπουργοί
Καλούν στρατούς αιμοχαρείς.
Μας σφάζουν και μας πυρπολούν.
Αδέρφια τ’ είν’ που μας κρατεί.
Γιατί ν’ αφήνουμ’ απαθείς
Να μας τραβούν δεσποτικώς
Οι σταυρωτήδες στη σφαγή;
Εργάται των Εθνών κ.λπ.
Μες στο χρυσάφι κολυμβούν
Αγέρωχοι και αγενείς.
Για εξουσία όλο διψούν.
Θεν να πουλούνε και το φως.
Θέλουν ακόμη κι ως θεούς.
Κάθε φτωχός να τους τιμά.
Πλην θε να μάθουν μια φορά,
Να τους φοβούνται τους φτωχούς.
Εργάται των Εθνών κ.λπ.
Ελευθερία, ποιος ποτέ
Άπαξ την όψη σου ιδή
Να σ’ αρνηθή μπορεί εσέ.
Δεν σε δαμάζει η φυλακή.
Τόσοι αιώνες κι εποχές
Περνούσ’ ο κόσμος σε κλαυθμούς.
Σε τούτους, όμως τους καιρούς.
Ο κόσμος νοιώθει τις ψευτιές.
Εργάται των Εθνών κλπ.
Με την πρωτοβουλία της Σοσιαλιστικής Αδελφότητος, ιδρύθη το πρώτο σωματείο των Πατρών, που ήταν των ξυλεργατών. Υπήρχαν τότε στην Πάτρα τρία ξυλουργικά εργοστάσια (Μαμάκη, Παπανικολάου και Τασσοπούλου) που παρελάμβαναν κορμούς δέντρων από τη Βόρειο Ελλάδα και έφτιαναν σανίδες για τα σταφιδοκιβώτια. Τον Αύγουστο του 1896 το νεαρό σωματείο των ξυλεργατών εκήρυξε την πρώτη του απεργία, που έληξε με νίκη των εργατών μέσα σε μια εβδομάδα.
Επηκολούθησε ίδρυσις σωματείων σταφιδοκιβωτοποιών, καπνεργατών και τσιγαράδων, που σε λίγο έκαμαν τις πρώτες απεργίες τους, πάντοτε με την καθοδήγηση της “Σοσιαλιστικής Αδελφότητος”, της οποίας πολλά μέλη ήσαν και μέλη των σωματείων.
Όταν εγίνετο μια απεργία, οι εργάτες καλούσαν επισήμως την Σ.Α. να στείλη αντιπρόσωπό της, να τους μιλήση. Από τα διανοούμενα μέλη της Σ.Α. επήγαιναν και μιλούσαν στους απεργούς, για τον σκοπό του αγώνα τους, για την ανάγκη της πειθαρχίας και γενικώτερα για το κοινωνικό ζήτημα. Όσοι ησχολούντο τότε με το εργατικό κίνημα, ενεπνέοντο από αγνή ιδεολογία. Εργατοκάπηλοι δεν υπήρχαν τότε.
Ελλείψει Εργατικού Κέντρου, οι συγκεντρώσεις των εργατών εγίνοντο πάντοτε στο πρώτο δημόσιο σχολείο των Πατρών, στην πλατεία Αγίου Γεωργίου. Ο κόσμος το έλεγε “Μπούβλικο”, από την ιταλική λέξη “πούμπλικο” που θα πη δημόσιο. Όλα τα άλλα σχολεία ήσαν τότε ιδιωτικά και του Αγίου Γεωργίου ήταν το μόνο δημόσιο, του Κράτους, επομένως του λαού. Με αυτή την ερμηνεία, «δημοκρατικώ δικαίω», οι εργάτες έμπαιναν στο σχολείο, σαν στο σπίτι τους, χωρίς να ρωτήσουν κανέναν και χωρίς κανένας να τους ενοχλήση ποτέ. Το κλειδί του σχολείου οι δάσκαλοι το άφηναν στο διπλανό καφενείο. Όταν ήταν ανάγκη να γίνει διάλεξη της Σοσιαλιστικής Αδελφότητος ή συγκέντρωση απεργών, έπαιρναν το κλειδί ως κυρίαρχος λαός κι έκαναν τη δουλειά τους. Αστυνομία Κρατική τότε δεν υπήρχε. Η αστυνομία ήταν δημοτική και ποτέ δεν σκέφθηκε να εμποδίση την εργατική κίνηση, που, άλλωστε, γίνονταν πάντοτε με ησυχία και τάξη.
Αλλά η πρώτη αυτή σοσιαλιστική κίνησις διεσπάσθη και αποσυνετέθη λίγο αργότερα, όταν διαιρέθησαν σε Δρακουλικούς (με θεοσοφιστικές τάσεις) και αντι-Δρακουλικούς (με καθαρά υλιστικές τάσεις).
ΔΗΜ. ΚΑΡΑΜΠΙΛΙΑΣ.
Ένα άλλο άρθρο του Δημήτρη Καραμπίλια στην ίδια εφημερίδα, την Πέμπτη, στις 3 Μαΐου 1951:
Η Πρωτομαγιά του 1894
Αι διεκδικήσεις των εργατών της εποχής
Ο πρώτος εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς εις την Ελλάδα έγινε το 1894 εις το Παναθηναϊκόν Στάδιον. Εκ των οργανωτών του εορτασμού ήτο ο Πλάτων Δρακούλης, ο γνωστός σοσιαλιστής και ανθρωπιστής, ο οποίος τότε είχεν επιστρέψει από την Αγγλίαν.
Η συγκέντρωσις είχεν αρκετήν επιτυχίαν, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι επωλήθησαν 1500 ερυθραί κονκάρδες.
Πρώτος ωμίλησεν ο Πλάτων Δρακούλης αναπτύξας το ιστορικόν της εορτής της Εργατικής Πρωτομαγιάς. Ανέφερε τας λεπτομερείας των εργατικών απεργιών των εργατών της Αμερικής δια το οκτάωρον, τας διαδηλώσεις του Σικάγο, τας συγκρούσεις των εργατών και της αστυνομίας, τας συλλήψεις και καταδίκας των Μαρτύρων του Σικάγο και κατέληξεν ότι το Σοσιαλιστικόν Συνέδριον της Γαλλίας ώρισε πλέον όπως η πρώτη Μαΐου καθιερωθεί ως εορτή των εργατών όλου του κόσμου.
Δεύτερος ωμίλησεν ο Σταύρος Καλλέργης:
“είμεθα σοσιαλισταί – είπε – και θέλουμε επί του παρόντος την βελτίωσιν της θέσεως των εργατών και την διάδοσιν της ιδέας της εντελούς χειραφετήσεως αυτών εν τω μέλλοντι”.
Τέλος εγένετο δεκτόν το κάτωθι ψήφισμα:
«Οι διεθνείς σοσιαλισταί και οι εργάται των Αθηνών-Πειραιώς, Προς την Κυβέρνησιν της Ελλάδος:
Συνελθόντες σήμερον την 1ην Μαΐου 1894 έτους μέραν Κυριακήν και ώραν 5ην μ.μ. πάντες οι διεθνείς σοσιαλισταί και εν γένει πάντες οι από μισθόν ευρισκόμενοι και πάσχοντες εργάται Αθηνών-Πειραιώς, αποφασίζομεν και ψηφίζομεν τα εξής:
Α. Την Κυριακήν να κλείνωνται τα καταστήματα καθ’ όλην την μέραν και οι εργάται να αναπαύονται.
Β. Οι εργάται να εργάζονται μόνον επί 8 ώρας την μέραν και να απαγορευθή η εργασία εις τους ανηλίκους.
Γ. Να απονέμωνται συντάξεις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανίκανους προς συντήρησιν εαυτών και της οικογενείας των.
Δ. Να καταργηθούν οι θανατικαί εκτελέσεις.
Ε. Να καταργηθεί η δια χρέη προσωπική κράτησις.
Στ. Ανατήθεται εις τους διευθυντάς των σοσιαλιστικών εφημερίδων η επίδοσις του παρόντος ψηφίσματος εις την Κυβέρνησιν επί τη βάση του οποίου παρακαλείται αυτή να συντάξη νομοσχέδια και υποβάλη ταύτα εις την Βουλήν προς ψήφισην κατά την αμέσως συγκληθησομένην αυτής σύνοδον».
Βλέπομεν εκ του ανωτέρω ψηφίσματος ποια ήτο η τότε κατάστασις των εργαζομένων.
Σήμερα τέτοια αιτήματα δεν έχουν θέσιν, διότι η εργατική τάξις έχει εξελιχθή και δια της εργατικής νομοθεσίας απέκτησε την θέσιν της εις την κοινωνίαν.
Η συγκέντρωσις του 1894 υπήρξεν η αφετηρία αυτής της εργατικής προόδου εις την Ελλάδα. Η συγκέντρωσις διελύθη ησύχως, αι αρχαί είχον λάβει έκτακτα μέτρα, αλλά επεκράτησεν απόλυτος τάξις. Επί πλέον επεκράτησε και σχετική…κατανόησις μεταξύ εργατών και αστυνομικών. Επαρατηρήθη ότι κατά τον χρόνον της συγκεντρώσεως αστυφύλακες εξ εκείνων που είχαν διαταχθή δια την επίβλεψιν της τάξεως, διένειμαν με τρόπον κρυφίως σοσιαλιστικάς προκηρύξεις εις τους συγκεντρωθέντας. Ερωτώμενοι παρ’ αυτών απήντων: “τι να κάμουμε, εμπλέξαμε κι’ εμείς.”
Όπως είπαμε πριν, τα χρόνια αυτά ιδρύθηκαν τα πρώτα εργατικά σωματεία στην περιοχή της Πάτρας. Κατά τον Κορδάτο, το πρώτο σωματείο ήταν αυτό των τσαγκαράδων που ιδρύθηκε το 1894, κατά τον Τ. Κωνσταντίνου ήταν ο Σύνδεσμος των εν Πάτραις Υπαλλήλων «Η Ένωσις» το 1893, αλλά ο Δ. Καραμπίλιας αναφέρει ότι το πρώτο εργατικό σωματείο ήταν αυτό των ξυλεργατών, που ιδρύθηκε το 1894 με πρωτοβουλία της Σοσιαλιστικής Αδελφότητας. Ακολούθησε η ίδρυση σωματείων σταφιδοκιβωτοποιών, καπνεργατών και τσιγαράδων, τα οποία εξήγγειλαν απεργίες όπου η Σοσιαλιστική Αδελφότητα έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο. Τον Οκτώβριο του 1895, οι υποδηματοκαθαριστές κήρυξαν απεργία με οικονομικά και μισθολογικά αιτήματα, αλλά το κράτος απάντησε με συλλήψεις.
Το 1895, η Σοσιαλιστική Αδελφότητα έφτασε τα 500 μέλη από 140 που είχε τον πρώτο χρόνο της ζωής της. Άρχισαν σιγά-σιγά να κάνουν έντονα την εμφάνισή τους σοσιαλ-θεοσοφιστικές τάσεις, ενώ στα τέλη του 1894 η οργάνωση εξέδωσε την εφημερίδα Το Φως όπου, ανάμεσα σε άλλα, υποστήριξε την τοπική υποψηφιότητα του Πλάτωνα Δρακούλη στις εκλογές του 1895. 5
Από εκεί και πέρα, η οργάνωση άρχισε να σπαράσσεται από εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των τριών τάσεων, των οπαδών του Δρακούλη, των οπαδών του Σταύρου Καλλέργη και των αναρχικών. Ο Σταύρος Καλλέργης, στο πλαίσιο της ίδρυσης σοσιαλιστικών ομάδων της άμεσης επιρροής του στις διάφορες πόλεις, διέθετε ισχυρή ομάδα οπαδών του και στην Πάτρα, ενώ πολλά από τα μέλη της Σοσιαλιστικής Αδελφότητας ήταν είτε συνδρομητές είτε παραλήπτες της εφημερίδας του Σοσιαλιστής. Έτσι, ως ένα από τα αποτελέσματα των εσωτερικών διαμαχών μέσα στην Αδελφότητα, στις 2 Ιουνίου 1894, ιδρύθηκε από ομάδα σοσιαλιστών η Σοσιαλιστική Λέσχη Πάτρας, ιδρυτές της οποίας ήταν οι Κ. Κηπουργός, Α. Βασιλόπουλος, Π. Ευαγγελίδης, Γ. Βαλσαμάκης, Αχιλλέας Ορφανίδης και άλλοι.
Την ίδια εποχή, έκανε επίσης την εμφάνισή της και η κίνηση του «Αρμαγεδώνα», η οποία εξέφραζε χριστιανοκοινωνιστικές τάσεις με ελευθεριακά στοιχεία. Στην κίνηση συμμετείχαν οι Ιωάννης Αρνέλλος (φυσικομαθηματικός και φιλόσοφος, αδελφός του αναρχικού Δημήτρη Αρνέλλου), ο δικηγόρος Βασίλης Θεοδωρίδης, ο διδάκτορας Φιλολογίας Αθανάσιος Χριστογιαννόπουλος, ο επιχειρηματίας Σωτήρης Κυριαζόπουλος και ο δικηγόρος Θεόδωρος Καπετάνος (ο οποίος είχε εκδώσει το βιβλίο του αμφιλεγόμενου θεολόγου της εποχής Απόστολου Μακράκη, με τίτλο «Αποκάλυψις του θησαυρού του κεκρυμμένου»). 6
Τα μέλη του «Αρμαγεδώνα» περιόδευαν και δίδασκαν τον κοινωνικό χριστιανισμό, συμμετείχαν σε αγροτικά συλλαλητήρια και διοργάνωναν εκδηλώσεις. Πρώτος φυλακίστηκε για τη δράση του για ένα χρόνο ο Α. Χριστογιαννόπουλος, ο δε Ιωάννης Αρνέλλος, που φέρεται ως ο εμπνευστής και επικεφαλής της κίνησης του «Αρμαγεδώνα», προπαγάνδιζε με προκηρύξεις και διάφορα φυλλάδια τον κοινωνικό χριστιανισμό από αρκετά χρόνια πριν. Η κίνηση εξέδωσε και εβδομαδιαία εφημερίδα με τον ίδιο τίτλο. Τα κατοπινά χρόνια, τόσο με αφορμή τη δολοφονία του Φραγκόπουλου από τον Δημήτρη Μάτσαλη, όσο και στο πλαίσιο του γενικότερου τότε πογκρόμ εναντίον των αναρχικών, η κίνηση του «Αρμαγεδώνα» καταδιώχθηκε αρκετά από τις κρατικές και εκκλησιαστικές αρχές, και κάτω από τα συντονισμένα αυτά χτυπήματα κατέρρευσε, αν και μερικοί από τους συντελεστές της (Θεοδωρίδης, Κυριαζόπουλος και Χριστογιαννόπουλος) συνέχισαν τη δράση τους με διάφορες μορφές για αρκετά χρόνια μετά, και μόνο μετά το 1910 κάποιοι από αυτούς συντηρητικοποιήθηκαν και έμειναν μόνο στις θρησκευτικές τους αναζητήσεις. 7
Ο Βασίλης Θεοδωρίδης ήταν ο μόνος από την κίνηση του «Αρμαγεδώνα» που μετέπειτα συνδέθηκε ενεργά με την ομάδα «Επί τα Πρόσω», ενώ συμμετείχε και σε διάφορους αγροτικούς αγώνες, οι οποίοι, είτε υποκινήθηκαν από τους αναρχικούς της πόλης είτε ξεκίνησαν αυθόρμητα, ενώ, αργότερα, συμμετείχε στον Αναρχικό Όμιλο Πύργου και την εφημερίδα Νέον Φως.
Τον Ιανουάριο του 1896, με πρωτοβουλία των αναρχικών Κωνσταντίνου Χ. Σταυρόπουλου, Δημήτρη Καραμπίλια και Παναγιώτη Κοτζιά, δημιουργήθηκε μια αναρχική φράξια στη Σοσιαλιστική Αδελφότητα -η οποία λόγω των εσωτερικών διαμαχών βρισκόταν πλέον σε κατάσταση διάλυσης- που επεδίωκε να συνεχίσει το μορφωτικό έργο της Αδελφότητας ανάμεσα στους εργάτες και άρχισε την έκδοση της εβδομαδιαίας εφημερίδας Εμπρός. Η εφημερίδα αυτή ήταν σαφώς πιο αναρχική ως προς τα περιεχόμενά της από το Φως, όμως, λόγω παρέμβασης του βουλευτή Πατρών Γεωργίου Παπαδιαμαντόπουλου (όπως θα δούμε και σε σχετική επιστολή του Δημ. Καραμπίλια), σταμάτησε την κυκλοφορία της στο τρίτο τεύχος. Αλλά η χαλαρή αυτή αναρχική ομαδοποίηση έβαλε τις βάσεις για μια πιο στενή σύνδεση των αναρχικών με διάφορους κύκλους εργατών, κυρίως αυτούς που ήταν οργανωμένοι στο σωματείο εργατών σταφιδοκιβωτίων, με τους οποίους δημιούργησαν το Σοσιαλιστικό Κέντρο. Η αναρχική αυτή φράξια αριθμούσε περίπου 40 μέλη.
Σημειώσεις
1. Θα δούμε την επιστολή του Δημήτρη Καραμπίλια στο Κεφάλαιο 5.
2. Στο κεφάλαιο για το εργατικό κίνημα του Βόλου στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα αναφερόμαστε στην πρωταγωνιστική δραστηριότητα του Ηλιόπουλου, για τη δράση του οποίου, όμως, όλο το μεσοδιάστημα γνωρίζουμε ελάχιστα.
3. Για τον Κωνσταντίνο Μπομποτή και τη δράση του υπάρχει η επανέκδοση του βιβλίου του Γάλλου νομομαθή Τ. ντε Σεσέλ (T. De Sechelles) «Αι Καταχρήσεις της Ποινικής Δικαιοσύνης» σε μετάφραση του ιδίου, που είχε αρχικά εκδοθεί στην Αθήνα το 1880. Το 2011 επανακυκλοφόρησε στην Αθήνα από τις εκδόσεις “Συλλογές” σε έρευνα, εισαγωγή και βιογραφικά στοιχεία Σπύρου Φράγκου από το Ελευθεριακό Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΣΑ).
4. Ο Ν. Πολίτης γράφει ότι ο Κωνσταντίνος Γριμμάνης πρωτοστατούσε στη σοσιαλιστική κίνηση της εποχής.
5. Η αναγγελία της έκδοσης του δεύτερου τεύχους της εφημερίδας «Το Φως» δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Πελοπόννησος», την Τρίτη, 28 Φεβρουαρίου 1895. Μετά την έκδοση της εφημερίδας «Το Φως», τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, παρουσιάστηκε μια ακόμα εφημερίδα στην Πάτρα με το ίδιο όνομα και υπότιτλο «Εφημερίς εκλογική, εκδιδομένη υπό ανεξαρτήτων πολιτών. Διανέμεται δωρεάν». Η εφημερίδα αυτή υποστήριξε τον Κανακάρη στις τότε εκλογές, αντί του Πλάτωνα Δρακούλη, Όμως, ο Δρακούλης απέτυχε να εκλεγεί. Οι αναρχικοί που ήταν μέλη της οργάνωσης και μερικοί καλλεργικοί διαφώνησαν έντονα με τη συμμετοχή στις εκλογές και έκαναν ξεχωριστή αντιεκλογική προπαγάνδα.
6. Ο διανοούμενος Aπόστολος Mακράκης, μπορεί να θεωρηθεί ως ένας από τους προδρόμους των χριστιανοκοινωνιστικών απόψεων στον «ελλαδικό» χώρο. Γεννήθηκε το 1831 και πέθανε το 1905. Tο πρόγραμμά του συνοψιζόταν στο τρίπτυχο κοινοκτημοσύνη – ισότητα – ελευθερία. Περιόδευε σε όλη τη χώρα, κάνοντας ομιλίες και τον ακολούθησαν μερικοί κληρικοί. Aρκετές ομιλίες του κατέληγαν σε επεισόδια με εκπροσώπους της επίσημης Εκκλησίας, άνθρωποι της οποίας έκαιγαν τα βιβλία του και απαγόρευαν τις συγκεντρώσεις του. Ο ίδιος συνελήφθη και φυλακίστηκε.
7. Μια άλλη ανάλογη κίνηση με τον «Αρμαγεδώνα» στην Πάτρα ήταν και η «Χριστιανική Ισοπολιτεία», κίνηση χριστιανοσοσιαλιστών απόψεων, ηγέτης της οποίας ήταν ο Δημήτρης Ανδρεόπουλος ή Κατσίβελος (1871-1947), ο οποίος ήταν ταυτόχρονα και από τους πρωτεργάτες της ίδρυσης εργατικών συλλόγων και σωματείων, ενώ έπαιξε σημαντικό ρόλο και στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Πάτρας το 1906 του οποίου ήταν πρόεδρος για πολλά χρόνια.
*Από το Τρίτο Κεφάλαιο με τίτλο “Η ‘Επί τα Πρόσω’ της Πάτρας” του βιβλίου “Ο Ήλιος της Αναρχίας ανέτειλε – Για μια ιστορία του αναρχικού κινήματος στον ‘ελλαδικό’ χώρο”, εκδόσεις Κουρσάλ, Ιούνης 2017.
Πηγή: Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης