ΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η επίθεση του ιταλικού στρατού στον ελλαδικό χώρο δεν ήταν απρόσμενη για την φασιστική κυβέρνηση της 4ης Αυγούστου. Τον Απρίλη του 1939, λίγο μετά την προσάρτηση της Αυστρίας από τη Γερμανία, ο Μουσολίνι προσαρτά την Αλβανία. Η προσάρτηση της Αλβανίας από την Ιταλία είναι μια σαφή προειδοποίηση προς την Ελλάδα. Ο Δικτάτορας Μεταξάς γνώριζε πολύ καλά πως η επίθεση είχε προαναγγελθεί, όχι μόνο με τις επίσημες, συχνές οχλήσεις και τις απειλές για πόλεμο από την Ιταλία , με αφορμή τους Βλάχους και το βασίλειο της Αλβανίας, αλλά και με την εγκληματική επίθεση των Φασιστών ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου του ΄40 στο αντιτορπιλικό «Ελλη» στη Τήνο. Τα περί έλλειψης χρόνου για πολεμική προετοιμασία, το ηρωικό ΟΧΙ κ.λπ δεν ήταν παρά ένα «θέατρο» με πολύ καλό πρωταγωνιστή τον ίδιο τον τότε πρωθυπουργό. Ο Μεταξάς, επιθυμούσε διακαώς την επικράτηση του Ιταλικού και γερμανικού φασισμού. ‘Ηταν ιδεολογικός αδελφός του Μουσολίνι και του Χίτλερ. Ο ίδιος γνώριζε πως η θέση του ήταν επισφαλής στην Ελλάδα, φόβος για ενδεχόμενη κοινωνική εξέγερση, που απειλούσε την «αστική δημοκρατία» αποτυπώνεται και στο διάγγελμα του Ι. Μεταξά προς τον ελληνικό λαό την 4η Αυγούστου όπου αναφέρει ότι «ο κομμουνισμός παρεσκεύαζε την κοινωνικήν επανάστασις». Το δυνατό, λαϊκό κίνημα που είχε ξεσπάσει πριν πολύ καιρό στη χώρα, θα τον ανέτρεπε κάποια στιγμή (Η εξέγερση των καπνεργατών στην αρχή, και των υπολοίπων εργατών το Μάιο του 1936 και η σκληρότατη κρατική καταστολή, που άφησε πίσω της 12 νεκρούς και 300 τραυματίες, εγκαθίδρυση της δικτατορίας μια ημέρα πριν την κηρυγμένη γενική απεργία της 5ης Αυγούστου Από την άλλη όμως το καθεστώς Μεταξά ήταν προσδεμένο στο βασιλιά και στους Άγγλους. Ο Μουσολίνι ήθελε κι αυτός επαύξηση της ζώνης επιρροής του στα Βαλκάνια. Η Αιθιοπία και η Λιβύη δεν του αρκούσαν. Ομως η Ελλάδα ήταν σύμμαχος της Αγγλίας και ο Χίτλερ δεν ήθελε σύγκρουση με την Αγγλία στη Μεσόγειο την στιγμή που ετοιμαζόταν να εισβάλλει στην ΕΣΣΔ. Οι ταλαντεύσεις δεν κράτησαν πολύ. Μόνο η συμμαχία με τον αγγλικό ιμπεριαλισμό μπορούσε να εξασφαλίσει όχι μόνο τα οικονομικά αλλά και τα «γεωπολιτικά» συμφέροντα των Ελλήνων καπιταλιστών. H Βρετανία υποστήριξε το νέο καθεστώς, γιατί ο βασιλιάς Γεώργιος είχε ταχθεί υπέρ μιας φιλοβρετανικής εξωτερικής πολιτικής και μιας υπερτροφικά ευνοϊκής μεταχείρισης των βρετανικών χρηματιστικών και οικονομικών συμφερόντων. Από τις αρχές του ‘40, με μια σειρά συμφωνίες, όπως η Shipping Agreement και η War Trade Agreement η Ελλάδα εντάσσεται ουσιαστικά στο σχεδιασμό του «οικονομικού πολέμου» της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Αναμενόμενο λοιπόν το τελεσίγραφο του Μουσολίνι, το οποίο έλεγε πως η Ελλάδα πρέπει να αφήσει τα ιταλικά στρατεύματα να περάσουν ανενόχλητα από την Ελλάδα για τις ανάγκες του πολέμου, όχι κατά τις Ελλάδας αλλά κατά των αντιφασιστικών συμμάχων, στους οποίους δεν ανήκει η Ελλάδα. Σε αντίθετη περίπτωση οι Ιταλοί θα περνούσαν χωρίς άδεια. Και αυτό είτε με άδεια είτε χωρίς θα συνέβαινε μετά την παρέλευση τριών ωρών, την έκτη πρωινή της 28ης Οκτωβρίου 1940. Με την άρνηση εισόδου της ιταλίας απο το ελληνικό έδαφος, αρχίζει ουσιαστικά και η είσοδος της Ελλάδας στον Β παγκόσμιο καταστροφικό πόλεμο, τον δεύτερο που ξεσπούσε μέσα σε τριάντα χρόνια. Αλλά αυτό που ξετυλίχτηκε πάνω στα βουνά της Ηπείρου και της Αλβανίας έδειξε ανάγλυφα την ταξική φύση αυτής της σύγκρουσης. Στις πρώτες γραμμές φτωχοί άνθρωποι, αγρότες, εργάτες, πέθαιναν από τη γάγγραινα, έλιωναν από τη ψείρα, περίμεναν απελπισμένα τροφή. Πιο πίσω οι αξιωματικοί στη ζέστη και με τις ορντινάντσες τους έδιναν τις διαταγές. Και ακόμα πιο πίσω, στα πολυτελή υπόγεια της «Μ.Βρετάνιας» στην Αθήνα, ο αρχιστράτηγος Παπάγος και το επιτελείο της Αυτού Μεγαλειότητας… Είναι συνταρακτικό το γεγονός πως οι κυβερνώντες δεν είχαν τον παραμικρό ενδοιασμό να οδηγήσουν στην εξόντωση χιλιάδες ανθρώπους για να διασφαλίσουν τα συμφέροντα των εκάστοτε κυρίαρχων (στην προκειμένη περίπτωση της Αγγλικής κυριαρχίας).
Το 1940, το ξεψυχισμένο ΟΧΙ του Μεταξά, ενός δικτατορίσκου, φανατικού θαυμαστή του Χίτλερ και του Μουσολίνι, δεν είχε καμία σχέση με αντιφασισμό και δημοκρατικά πιστεύω. Ήταν μία επιλογή με μοναδικό κριτήριο το συμφέρον της άρχουσας τάξης της χώρας μας για συμμαχία με τον αγγλικό ιμπεριαλισμό και τίποτα άλλο. Το «ΟΧΙ» του Μεταξά αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι σε τέτοιες ιστορικές στιγμές τις αποφάσεις δεν τις επιβάλλουν οι ιδεολογικές και πολιτικές προτιμήσεις των ηγετών, αλλά τα γενικότερα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων στην εσωτερική και διεθνή τους διάσταση.
Δεν επρόκειτο βέβαια μόνο για πολιτική επιρροή και συμφέροντα, αλλά και για οικονομικά, αφού οι σχέσεις του ελληνικού κεφαλαίου με το αγγλικό ήταν ιδιαίτερα ισχυρές. Για παράδειγμα, στο διάστημα 1922-1932 παρουσιάζεται στην Ελλάδα μια τεράστια εισβολή ξένων κεφαλαίων, σχεδόν διπλάσια απ’ αυτή που είχαμε την εποχή του Τρικούπη. Το εξωτερικό χρέος της χώρας έφτανε τα 1.022 εκατομμύρια χρυσά φράγκα, ενώ το εσωτερικό ήταν 144 εκατομμύρια χρυσά φράγκα. Συστηματικοί δανειστές της χώρας – αγοραστές δηλαδή ελληνικών χρεογράφων – ήταν ο οίκος «Hambro» του Λονδίνου (γνωστός από τα δάνεια της εποχής του Τρικούπη), το συγκρότημα «Speyer and Co» της Ν. Υόρκης και η Εθνική Τράπεζα Αθηνών. «Είμεθα ουδέτεροι εφ’ όσον χρόνον η Αγγλία θέλει να είμεθα ουδέτεροι. Τίποτα δεν κάνομε χωρίς συνεννόησιν με την Αγγλία και, τις περισσότερες φορές ό,τι κάνομε γίνεται κατά σύστασιν ή παράκλησιν της Αγγλίας. Η Ελλάς είναι ζωτικό τμήμα της αγγλικής αυτοκρατορικής αμύνης». Ι. Μεταξάς Μάης 1941 σε ανταποκριτή της Ντέιλι Τέλεγκραφ.
Για πολλούς όμως το ΟΧΙ του Μεταξά, ξέφυγε από τα όρια του παιχνιδιού των “από πάνω” και έγινε καταιγίδα κινητοποίησης και επίθεσης στα φασιστικά στρατεύματα. Δεκαπέντε μέρες μετά την έναρξη του πολέμου, διώχνουν από το ελληνικό έδαφος τους Ιταλούς, που πίστευαν ότι θα κάνουν περίπατο μέχρι την Αθήνα. Στη συνέχεια έχουμε την προέλαση του ελληνικού στρατού στην Αλβανία και την εαρινή επίθεση των Ιταλών και τον εκδιωγμό του ελληνικού στρατού από την Αλβανία. Όσοι πήραν μέρος στις τάξεις του στρατού με αυταπάρνηση ανέτρεψαν τα φασιστικά σχέδια και άρχισαν να βλέπουν με άγριο μάτι και τη ντόπια άρχουσα τάξη, την ηγεσία του επιτελείου και τη Μοναρχία γι’ αυτό ο αρχηγός του στρατού Τσολάκογλου, υπέγραψε την παράδοση του στρατού στους Γερμανούς ναζί, ενώ ακόμη πολεμούσε.
Την 6η Απριλίου 1941 εκδηλώνεται γερμανική επίθεση ταυτόχρονα κατά της Ελλάδας και της Σερβίας. Δεν προλαβαίνει να καταρρεύσει η Σερβία και τα γερμανικά στρατεύματα μετακινούνται λίγο ανατολικότερα και περνούν στην Ελλάδα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα την 6η Απρίλη 1941. Δύο μέρες μετά, την 8η Απριλίου ο γερμανικό στρατός μπαίνει στη Θεσσαλονίκη. Η συνέχεια γνωστή: θηριωδίες των γερμανών ναζί, συνεργασία Ελλήνων καταδοτών με τους Γερμανους ναζί, δημιουργία αντιστασιακών οργανώσεων, ίδρυση του ΕΑΜ-ΕΛΛΑΣ και εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας.
Ο ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ
Σε αντίθεση με άλλες χώρες που γιορτάζουν –και έχουν καθιερώσει ως ημέρες αργίας– τις ημέρες λήξης των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, η Ελλάδα έχει καθιερώσει ως εθνική εορτή αποκλειστικά την είσοδο στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, την έναρξη δηλαδή του Ελληνοϊταλικού πολέμου.Οι παρελάσεις, μια επινόηση του Φρειδερίκου της Πρωσίας όταν ήταν υπό διαμόρφωση τα εθνικά κράτη, αποθεώθηκε στη χιτλερική Γερμανία και καθιερώθηκε στην Ελλάδα επί Μεταξά όντας το εθνικό πρόταγμα της δικτατορίας του. Την παλιά τους «αίγλη» αναστήλωσε το 1967 η δικτατορία του Παπαδόπουλου ως επιβεβαίωση «εθνικοφροσύνης». Ως τη μεταπολίτευση ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου θα διατηρήσει κάποια σταθερά χαρακτηριστικά: α) θα συνδυάζεται με τον εορτασμό της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, β) με αυτόν τον τρόπο θα εντάσσεται σε μια ιστορική συνέχεια «ένδοξων» στιγμών όπου οι πρωταγωνιστές θα είναι κυρίως η «ελληνική φυλή» (όχι ο «λαός») και οι «ηγέτες», γ) ως κεντρική ηρωική φυσιογνωμία θα προβάλλεται ο βασιλιάς (ο Κωνσταντίνος Α´ και ο Γεώργιος Β´), δ) ως βασικό σύμβολο της επετείου θα καθιερωθεί το «Οχι», ε) εκτός από τις συνήθεις τελετές, ο εορτασμός θα συνοδεύεται και από αθλητικούς αγώνες (ποδοσφαίρου, ιστιοπλοΐας, ιππικούς κ.ά.) όπου θα απονέμονται «Κύπελλα του Οχι». Στις εφημερίδες τα σχετικά δημοσιεύματα θα αραιώσουν σταδιακά και θα περιοριστούν σε στερεότυπες αναφορές στον «λαμπρό εορτασμό» και σε φωτογραφίες από την παρέλαση. Το κλίμα αλλάζει το 1974. Η επέτειος εκείνης της χρονιάς θεωρείται ο «πρώτος ελεύθερος εορτασμός […] του ΟΧΙ, που για τους Ελληνες συμβολίζει τώρα και το ΟΧΙ τους στη δικτατορία της 21ης Απριλίου, το μεγάλο ΟΧΙ της ενεργητικής και της παθητικής αντιστάσεως που οδήγησε το δικτατορικό καθεστώς σε κατάρρευση» («Καθημερινή», φ. 16797, 27.10.1974). Η επέτειος θα αποκτήσει ένα νέο νόημα αλλά και ένα νέο τυπικό. Από την επόμενη χρονιά στις σχετικές εκδηλώσεις θα πρωτοστατήσουν οι φοιτητές όχι μόνο με ομιλίες και συνθήματα όπως «Το ΟΧΙ του ’40 το είπε μόνο ο λαός» αλλά και με πλήρη αλλαγή της διαδικασίας: ποιήματα του Ρίτσου, οι ύμνοι του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, τραγούδια της Αντίστασης, μουσική του Θεοδωράκη θα επενδύουν πλέον τις εορταστικές εκδηλώσεις σε σχολεία και πανεπιστήμια. Μια καινούργια εφημερίδα, η «Ελευθεροτυπία», προσδιορίζει και την αλλαγή στο ιδεολογικό περιεχόμενο της επετείου: ο «Μεγάλος Αντιφασιστικός Πόλεμος» κράτησε στην Ελλάδα εννέα χρόνια και «ήταν μια γενναία και επική τιτανομαχία εναντίον του ξένου και του ντόπιου φασισμού» (φ. 84, 27.10.1975).
ΟΙ ΠΑΡΕΛΑΣΕΙΣ
Στην ουσία οι εορταστικές εκδηλώσεις της ηµέρας αυτής δεν περιέχουν τίποτα το αντιφασιστικό, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Φαίνεται λοιπόν να δείχνουν µε τους υπερπατριωτικούς λόγους που εκφωνούνται για το ‘’µεγαλείο’’ της φυλής, τις µιλιταριστικές παρελάσεις του στρατού και της µαθητικής νεολαίας, που παραπέµπουν και θυµίζουν ολοκληρωτικά στρατιωτικά καθεστώτα, ότι το ελληνικό κράτος συνεχίζει να τιµά όλες αυτές τις εκδηλώσεις που ο φασισµός κι ο εθνικισµός ‘’εφηύρε’’ για να στηρίξει και να δοξάσει την ύπαρξή του. Έτσι λοιπόν, µεγαλώσαµε θεωρώντας δεδοµένες τις παρελάσεις στις εθνικές γιορτές… Οι παρελάσεις κινούνται πάντα στη λογική της συµπαγούς και οµοιόµορφης εµφάνισης (στολή, βηµατισµός ευθυγράµµιση) και στην επιδίωξη συγχώνευσης της ατοµικότητας, καλλιεργώντας παράλληλα διακρίσεις όπως, για παράδειγµα, αγόρια µπροστά, κορίτσια πίσω, ψηλοί/ές µπροστά, κοντοί/ές πίσω, ζύγιση, στοίχιση, κεφαλή δεξιά, μαζική πειθαρχία κλπ. Στις εθνικές επετείους αυτό που μένει είναι η καλλιέργεια εθνικισμού και μίσους προς όλους τους γειτονικούς λαούς, η επίκληση φανταστικών εχθρών για να δικαιολογούνται τεράστιοι εξοπλισμοί που βυθίζουν την χώρα στην τελευταία θέση της Ευρώπης και μεγαλώνουν την φτώχεια, η υποχρεωτική θητεία ως μέσου αποκλειστικά για τιμωρία των νέων, τα μιλιταριστικά πρότυπα και η στρατιωτικοποίηση, η απόδοση τιμών σε υπουργούς, νομάρχες, δημάρχους, δεσπότες, ο σεβασμός σε στρατοκράτες και εξουσιαστές, οι εθνικοί στρατοί, η αποθέωση του έθνους-κράτους, η εθνική ενότητα και τα σύμβολα. Τα εθνικά σύμβολα έχουν δημιουργηθεί από τις κυρίαρχες τάξεις για να ενώσουν τον πληθυσμό υπό την σκέπη του κράτους, ανεξάρτητα αν μέσα στον πληθυσμό υπάρχουν τεράστιες αντιθέσεις μεταξύ πλούσιων και φτωχών, εφοπλιστών και προλετάριων, ανθρώπων που κατέχουν την εξουσία και άλλων που την υφίστανται.
ΟΙ ΕΘΝΙΚΕΣ ΦΙΕΣΤΕΣ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΟ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ ΤΩΝ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΩΝ
ΝΑ ΑΡΝΗΘΟΥΜΕ ΤΟΝ ΜΙΛΙΤΑΡΙΣΜΟ, ΤΟΝ ΦΑΣΙΣΜΟ, ΤΟΝ ΚΡΑΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥΣ
ΝΑ ΟΞΥΝΟΥΜΕ ΤΙΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΞΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ
Τροχιά στο Άπειρο