Η δίκη που διεξάγεται τώρα σε δεύτερο βαθμό για την απαλλοτρίωση στο κατάστημα καζίνο του ΟΠΑΠ στον Χολαργό, τα ανευρεθέντα υλικά αντίστασης και την Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας, έχει γίνει σημείο μικρής αναφοράς σε ορισμένα αριστερά μίντια. Στο σύνολό της αυτή η ψευτο “δημοσιογραφική κάλυψη” ακολουθεί και αναπαράγει το πολιτικό πλαίσιο της διάκρισης “αθώων” και “ενόχων”. Η εστίαση στις νομοταγείς αθωότητες, που εκτός των άλλων παραμορφώνει το ιστορικό και το πολιτικό υπόβαθρο κάθε διωκτικής υπόθεσης, αποτελεί βασική έκφραση εμπέδωσης του διαχωρισμού των πολιτικών απόψεων από τις πρακτικές συνέπειές τους στη διαλεκτική της αντίστασης στη βία και την τρομοκρατία του κράτους. Έξω από την υπεράσπιση της επαναστατικής πάλης, η εστίαση στα κατασκευασμένα, διογκωμένα ή διάχυτα κατηγορητήρια, υπηρετεί την αντεπαναστατική πολιτική υποτέλειας στον κεφαλαιο-κρατικό νόμο, τον αφοπλισμό του κοινωνικού κινήματος και την απομόνωση των μαχόμενων υποκειμένων, με την οποία το κράτος πασχίζει να συντρίψει το κίνημα.
Στη διάρκεια της πρωτόδικης διαδικασίας, ο αντεπαναστατικός διαχωρισμός εκφράστηκε δημοσιογραφικά από το Omniatv. Η δίκη παρουσιαζόταν σαν δίκη του ενός εκ των τριών διωκόμενων. Η καταδοτική “εξαφάνισή” μου, που πάτησε στη φυσική απουσία μου από το δικαστήριο, διανθίστηκε από παραποιήσεις του ονόματός μου στις αφηγήσεις και από έναν σαρκασμό για τον τραυματισμό μου. Τα κρατικά στελέχη και οι μπάτσοι που από το ‘19 με ήθελαν νεκρό, θα ζήλεψαν τη χυδαιότητα του δημοσιογραφίσκου. Άλλωστε, τον είχαμε ξαναδεί τον Νοέμβρη του ‘17 στο μπουλούκι των δωσίλογων που παρέδωσαν το Πολυτεχνείο στην καθεστωτική αριστερά.
Από τα “ρεπορτάζ” του εφετείου, δύο χρίζουν ιδιαίτερου σχολιασμού, επειδή υπηρετούν την πολιτική εξόντωσης των αιχμάλωτων επαναστατών, όχι μόνο με τις αποσιωπήσεις τους, αλλά και με αυτά που γράφουν. Το σχετικό δημοσίευμα της Εύας Παπαδοπούλου στην Εφημερίδα των Συντακτών, στις 23/11, είναι το ένα. Το δημοσίευμα χρησιμοποιεί επιλεγμένα αποσπάσματα από την πολιτική τοποθέτησή μου στη φάση των “απολογιών”: Εκείνα που, έξω από την πολιτική έδρασή τους, φαινόντουσαν διαθέσιμα προς διαστρέβλωση, προκειμένου να υπηρετηθούν οι αντεπαναστατικοί διαχωρισμοί νόμιμου και παράνομου, κοινωνικού και πολιτικού, πολιτικής και βίας. Μάλιστα, αλλοιώθηκαν και παρερμηνεύτηκαν δικές μου θέσεις, κατά πως ταίριαζε στον ποινικό διαχωρισμό.
Συγκεκριμένα λοιπόν, ξεκινώ επισημαίνοντας επιγραμματικώς όσα αποσιωπήθηκαν. Τα ντοκουμέντα από τις τοποθετήσεις μου σε όλη τη διάρκεια της δίκης είναι δημοσιευμένα. Αν χρειαζόταν να τα επαναλάβω γραπτώς ή να τα ξαναεξηγήσω, θα επικύρωνα τις τετελεσμένες απόπειρες λογοκρισίας και διαστρέβλωσης. Για ετούτο το σχόλιο αρκούν ορισμένοι τίτλοι.
-Σε όλη τη διάρκεια της δίκης εκφράστηκε επιθετικά και επικράτησε στη δικαιϊκή λογική ο αντάρτικος λόγος, που μετέφερε μέσα στην ποινική τελετουργία τη ζωντάνια της επαναστατικής πάλης, όπως έρχεται από τα βάθη της ιστορίας, από τα πλάτη της Γης, από τον αγώνα της Οργάνωσης Επαναστατικής Αυτοάμυνας και τις δικές μου πολιτικές ευθύνες μέχρι σήμερα.
-Όλα τα νομικά επίδικα και σύγκρουση αφηγήσεων, τοποθετήθηκαν στην ταξικο-πολιτική και πολιτικο-κοινωνική πραγματικότητά τους, με τα κοινωνικά υποκείμενα της επαναστατικής πάλης παντού παρόντα.
-Το αντεπαναστατικό και αντιπρολεταριακό δίκαιο που διαμορφώνουν το ιδεολογικό πέπλο της συστηματικής κεφαλαιο-κρατικής τρομοκρατίας ακτινογραφήθηκε και αποδομήθηκε μεθοδικά.
-Η αφήγηση και τα προτάγματά μου διατρέχονται από την ιστορικότητα, την παρεπόμενη διεθνιστική σκοπιά, τη γείωση στη διαλεκτική της βίας, της τρομοκρατίας και της κοινωνικής-πολιτισμικής ανασυγκρότησης, με επίμαχο σημείο τη λαϊκή ισχύ.
Η καθεστωτική αριστερά και οι επαγγελματικές πένες της αποστρέφονται την πραγματικότητα της επαναστατικής πάλης. Δεν περίμενα τίποτα άλλο παρά λογοκρισία και συκοφαντικές διαστρεβλώσεις που σιγοντάρουν την αντιαντάρτικη πολιτική και ειδικότερα το εγχείρημα ποινικής εξόντωσης.
Πάμε και σε όσα λέει το δημοσίευμα. Δικαζόμαστε λέει, για την κλοπή στο πλαίσιο της Οργάνωσης Επαναστατικής Αυτοάμυνας. Είναι ένα επιμέρους σημείο της υπόθεσης, όχι ποινικά καθοριστικό. Ακόμη και για τους δύο συγκατηγορούμενούς μου, άλλες κατηγορίες είναι οι βασικές: η υπόθεση συμμετοχής του Βαγγέλη Σταθόπουλου στην απαλλοτρίωση, η υπόθεση σύνδεσης των δύο με τα υλικά που εγώ φύλαγα και ακολούθως με την ΟΕΑ. Η σύνδεση απαλλοτρίωσης και ΟΕΑ αποτελεί μόνο μία νομοτεχνική συνθήκη (μία αυθαίρετη και παράλογη υπόθεση), ώστε να καλυφθεί ο όρος από κοινού δράσης για το 187Α.
Το δημοσίευμα λέει ψευδώς ότι χαρακτήρισα τις «κατηγορίες, δυσανάλογες των πράξεών» μου. Η επισήμανση δυσαναλογιών συνεπάγεται την αναγνώριση κάποιων κατηγοριών ως δίκαιες και αναλογικές. Αισχρή διαστρέβλωση. Εγώ αρνήθηκα όλες τις κατηγορίες. Καταρχάς, από το 60/σέλιδο υπόμνημα που κατέθεσα στην έναρξη της δίκης και μέχρι τώρα, ο ειδικός αντεπαναστατικός νόμος, το άρθρο 187Α, έχει αποδομηθεί πολλάκις από πολιτική, δικαιϊκή, ιστορική και συνταγματική σκοπιά. Το 187Α δεν είναι “δυσανάλογο” των πράξεών μου επειδή η ΟΕΑ δεν υπήρχει το ‘19 (όπως λέει το δημοσίευμα), αλλά αναντίστοιχο επειδή είναι ένοχο για όλα τα εγκλήματα του κράτους και ανίκανο να υπονομεύσει ιδεολογικά και διαλυτικά την επαναστατική πάλη, σκοπός για τον οποίο συντάχτηκε. Ακριβώς η συμμετοχή μου στον πολιτικό αγώνα της ΟΕΑ θεμελιώνει την εγκυρότητα της απόφανσης ότι το 187Α δεν μπορεί να δικάσει το αντάρτικο. Αρνούμε την κατηγορία της «ένταξης σε τρομοκρατική οργάνωση», επειδή αρνούμαι την ισχύ του αντεπαναστατικού δικαίου και τον εχθρικών ιδεολογικών αφηγήσεών του. Δεν αντιστέκομαι σε κάποια “ποινική” επιβάρυνση, αποδεχόμενος έτσι την καταδίκη μου για κάτι λιγότερο, “τεκμηριωμένο” και “αναλογικότερο”. Αντεπιτίθεμαι στο κεφαλαίο-κρατικό δίκαιο εν συνόλω, καταδεικνύοντας το ταξικο-πολιτικό υπόβαθρό του, τα ψεύδη του, τις αντιφάσεις του και τη στρατοκρατική-τρομοκρατική φύση του. Διεκδικώ την αθώωσή μου για την οπλοκατοχή, όχι μόνο την απόσυρση του 187Α, ακριβώς επειδή κατείχα όπλα της κοινωνικής πάλης. Κατέδειξα λεπτομερώς το δικτατορικό υπόστρωμα των νομικών αλμάτων που απαιτούνται για να δοθεί “αντικειμενική” επίφαση στην υπαγωγή της φύλαξης των συγκεκριμένων όπλων στο 187Α και στον χαρακτηρισμό της ΟΕΑ ως οργάνωση με τους όρους του 187Α. Κατέδειξα τις ανυπέρβλητες αντιφάσεις του αντεπαναστατικού κατηγορητηρίου, όχι διατεινόμενος ότι δεν έχω πράξει ό,τι απαιτούσε το κοινωνικοπολιτικό καθήκον μου, αλλά αντιθέτως, για να αναδείξω την αδυναμία του κράτους απέναντι στην επαναστατική πάλη. Ανέλαβα την πολιτική ευθύνη για όσα βρέθηκαν υπό την μπότα του κράτους, για τις πράξεις και τα βιώματα όλων των ανθρώπων που εμπλέχτηκαν και για πολιτικές εμπειρίες και θέσεις, όχι μόνο για να αποκαταστήσω την αλήθεια ως προς του δύο συγκατηγορούμενούς μου, όπως επιτιμιτικά σημειώνει το δημοσίευμα, αλλά για έναν λόγο περιεκτικότερο: να μην προδώσω τον αγώνα και συνακόλουθα να αφοπλίσω τους αντεπαναστατικούς αντικοινωνικούς διαχωρισμούς.
Μέσα στην πολιτική λογοκρισία που εφήρμοσε το δημοσίευμα, η «δυσαναλογία κατηγοριών και πράξεων» συνυπέγραψε μία πιθανότατη καταδικαστική πλοκή που θα στηρίξει την πολιτική ποινή εναντίον μου πάνω στον διαχωρισμού εκείνου που καθ’ομολογία συμμετείχε στην ΟΕΑ, από εκείνους που δεν αποδεικνύεται η συμμετοχή τους. Η παραπλανητική καταδικαστική αναλογικότητα (που υποτίθεται ότι προτάχτηκε από εμένα) έχει εκφραστεί αρκετές φορές από τη συγκεκριμένη δικαστική έδρα, ως ιδεολογικό προκάλυμα μίας απόφασης που με όσα θα αφαιρέσει (ίσως τη συμμετοχή των άλλων δύο ομήρων της καταστολής στην ΟΕΑ), θα επιχειρήσει να εμφανίσει ως δίκαια όσα επιρρίψει. Το εξαγνιστικό πέπλο της “αναλογικότητας” δεν συνεπικουρεί ούτε την απελευθέρωση του Β. Σταθόπουλου και τον απεγκλοβισμό του Δ. Μπάκα. Διότι όταν δίνεις το χασαπομάχαιρο στον δήμιο, ίσως αφήσει κάτι εκτός πιάτου, αλλά θα τεμαχίσει και σίγουρα θα σφάξει.
Η ρεπόρτερ της Εφημερίδας των Συντακτών επιμένει στη διωκτική παραδρομή να ονομάζει την απαλλοτρίωση «επίθεση». Ταυτοχρόνως, παραφράζοντας τα λεγόμενά μου, έγραψε ότι το κίνητρο της «επίθεσης (…κλοπής)» ήταν οικονομικό και όχι πολιτικό. Η γελοία υπόθεση ότι η απαλλοτρίωση στο κρατικό “φρουτάδικο” ήταν πολιτική επίθεση, κατέπεσε ήδη πρωτοδίκως. Όμως το επιπλεον δεδομένο ότι δεν πραγματοποιήθηκε από την ΟΕΑ κι ούτε από κάποια υποτιθέμενη νεώτερη οργάνωση, δεν σημαίνει ότι δεν είχα πολιτικά κίνητρα. Αντιθέτως, η πρώτη μου κουβέντα στο δικαστήριο ήταν ότι όλες οι πράξεις μου μέχρι και στην αιχμαλωσία, υπηρετούν τα ηθικο-κοινωνικά και πολιτικά κίνητρά μου και κριτήριά μου, που έχουν διαμορφωθεί σε χρόνια συμμετοχής στο κοινωνικό κίνημα. Η αποπολιτικοποίηση της απαλλοτρίωσης ήταν μία απόπειρα της έδρας κατά τη τελευταία συνεδρίαση προκειμένου να αντεπιτεθεί στην πολιτική τοποθέτησή μου, στη δύναμη του επαναστατικού κοινωνικού λόγου, συκοφαντώντας το διωκόμενο πρόσωπο σαν ιδιοτελές. Η ρεπόρτερ της εφσυν ήταν εκεί, η αναπαρωγή της αντεπίθεσης απαξίωσης δεν έχει άλλοθι. Ο διαχωρισμός της παράνομης οικονομικής πάλης των αγωνιζόμενων από την πολιτική πάλη, είναι πολιτική ποινικής εξόντωσης.
Άθελα ή ηθελημένα, αλλά βεβαίως λόγω πολιτικών αλυσίδων, οι επαγγελματίες της αριστεράς σιγοντάρουν την εξόντωση των αιχμάλωτων επαναστατών. Δεν ξεχνάμε την εξοντωτική αντιπαράθεση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τους απεργούς πολιτικούς κρατούμενους το ‘15. Δεν ξεχνάμε ότι η κυβερνητική αριστερά διατήρησε το 187Α, επιτέθηκε με τα πιο χυδαία μέσα σε αιχμάλωτους αντάρτες, έχυσε αίμα στους δρόμους, στα αστυνομικά στρατόπεδα και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών και προετοίμασε την ολομέτωπη επίθεση της επόμενης κυβέρνησης ενάντια στο κοινωνικό κίνημα και τους αναρχικούς.
Το δεύτερο δημοσίευμα, του Κωνσταντίνου Πουλή στο thepressproject, συμπαρατάχθηκε ευθαρσώς με την πολιτική ποινικής καταστολής της επαναστατικής πάλης, λοιδορώντας την έκφραση του αντάρτικου λόγου μέσα στο δικαστήριο, γλύφωντας του δικαστές, προτάσσοντας τη “δημοκρατική” καταδίκη των “ενόχων”, υπερθεματίζοντας την ψευδεπίγραφη αντικειμενικότητα που σαν εξαγνιστικό χιτώνα φοράει η αστική ποινική τρομοκρατία και επικροτώντας τη διαρκή δικαστική επίθεση αποπολιτικοποίησης της αντεπαναστατικής δίκης, αποπολιτικοποίησης των επίδικων ζητημάτων και αποπολιτικοποίησης του προς εξόντωση υποκειμένου. Βεβαίως για να επιτελέσει τον βρώμικο ρόλο του ο γλύφτης-καταδότης έκανε μία περικοπή του αντάρτικου λόγου μέσα στο δικαστήριο μόνο και μόνο για να συμπεράνει ψευδώς ότι απέφυγα να μιλήσω επί των γεγονότων. Σε αυτήν τη λογοκριτική αντιστροφή που αποτελεί έκφανση του ολοκληρωτικού αντεπαναστατικού πολέμου, το απόβρασμα του κεφαλαιοκρατικού νόμου χρησιμοποίησε τον σύντροφο Β. Σταθόπουλο, κάνοντας μία πλαστή αντιπαραβολή μεταξύ του ένοχου αντάρτη που αποφεύγει να μιλήσει επί του προκείμενου και του αθώου αναρχικού που αποκαλύπτει την αλήθεια. Ο διαχωρισμός του άοπλου φρονήματος από το ένοπλο στα έσχατά του. Η πολιτική αφομοίωσης του ανταγωνιστικού φρονήματος στην αντεπαναστατική τρομοκρατία, στα έσχατά της. Το προβοκάρισμα συγκρούσεων μέσα στο κίνημα στα φόρτε του. Ωραίος “δημοκράτης”.
Ως επί τω πλείστω, οι πένες του αριστερού σκυψίματος στην κρατική τρομοκρατία δεν ασχολήθηκαν με δική τους πρωτοβουλία με τις συγκεκριμένες δίκες. Κλήθηκαν βάσει μίας χρηστικής λογικής που σέρνει το κίνημα πίσω από καθεστωτικούς παράγοντες επί δεκαετίες. Όποιον χρησιμοποιείς σε χρησιμοποιεί. Η ανάθεση των αδυναμιών μας στους κρατιστές, είναι ο τάφος της κοινωνίας.
Δημήτρης Χατζηβασιλειάδης
25 Νοέμβρη 2022