Ιδρυτικό κείμενο του βιβλιοπωλείου «Μαυροκόκκινο Νήμα»
«Ο αναγνώστης δε χρειάζεται να γίνει αναρχικός. Αλλά δε θα πρέπει και να του συμβεί ό, τι συνέβηκε σ ένα γέρο καθηγητή που παρακολούθησε τυχαία μια αναρχική διάλεξη. Δακρυσμένος, μετά τη διάλεξη, είπε στους ακροατές που συγκεντρώθηκαν γύρω του: «να’ μαι, ένας καθηγητής με άσπρα μαλλιά, και μέχρι σήμερα δεν ήξερα τίποτα γι’ αυτή την αξιόλογη κι ωραία θεωρία…ντρέπομαι.». Ο αναγνώστης λοιπόν, δε χρειάζεται να γίνει ποτέ αναρχικός‧ γιατί το να είσαι αναρχικός δεν είναι υποχρεωτικό. Εκείνο όμως που είναι απαραίτητο, είναι να ξέρει τον αναρχισμό.»
Βολίν
Η αναρχική παρουσία μέσα στα πανεπιστήμια πολλές φορές υποτιμά τη σημασία της θεωρίας στην διαμόρφωση των συσχετισμών πολιτικής δύναμης. Όμως ο πολιτικός ανταγωνισμός, πρώτιστα είναι μια μάχη στην σφαίρα των ιδεών, μια μάχη «ιδεολογικής ηγεμονίας». Οι ιδέες έχουν καθοριστικό ρόλο στο εγχείρημα της λαϊκής αφύπνισης και στην ριζική κριτική των κυρίαρχων αξιών προς ένα συθέμελο επαναστατικό μετασχηματισμό. Ένα πραγματικά επαναστατικό κίνημα δεν μπορεί να αψηφά και να υποβαθμίζει την ιδεολογική σύγκρουση ως αναπόσπαστο κομμάτι της στρατηγικής του, γιατί τότε, συμβάλλει εκούσια στη διαιώνιση του κρατικού ελέγχου στην γνώση και την πληροφορία, στην συντήρηση ενός προπαγανδιστικού μονοπωλίου απ’ την πλευρά της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Πίσω από την άμεση πολιτική αντιπαράθεση βρίσκεται μια μεγάλη σύγκρουση ιδεών, ένας αδυσώπητος πόλεμος μεταξύ των πολιτικών θεωριών και των συστημάτων κοινωνικής οργάνωσης που αυτές προτείνουν. Η σύγκρουση ιδεών δεν είναι φιλολογική ή ακαδημαϊκή. Είναι μια ταξική και πολιτική σύγκρουση. Σε όλη την ιστορία των ταξικών κοινωνιών εμφανίζονται θεωρίες που υπεραμύνονται της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων, συνηγορούν υπέρ της συντήρησής της και μετατρέπονται σε ιδεολογικά «όπλα» της κυρίαρχης οικονομικής και πολιτικής τάξης. Τέτοια παραδείγματα συναντάμε από την εποχή της αρχαιότητας και του δουλοκτητικού συστήματος. Στον αντίποδα, αναβλύζουν αντικαθεστωτικές θεωρίες που προσπαθούν να στοχαστούν έξω απ’ τον κυρίαρχο κοινωνικό σχηματισμό και αξιώνουν την ανατροπή του, προς όφελος των κυριαρχούμενων και εκμεταλλευόμενων κοινωνικών τάξεων.
Αυτή η σύγκρουση ιδεών μεταβιβάστηκε και στην σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία με πιο σύνθετους και περίπλοκους όρους, καθώς το πολιτικό φάσμα είναι πιο ευρύ, και, επιπροσθέτως, η κυρίαρχη αστική ιδεολογία έχει καταφέρει όχι μόνο να ενσωματώσει ένα μεγάλο πλέγμα θεωριών και ιδεών που υποτίθεται ότι στέκονταν καταγωγικά και καταστατικά απέναντί της, αλλά και να διαβρώσει και να εκφυλίσει επαναστατικές αντιλήψεις και αξίες εκ των έσω. Έτσι, αστικές θεωρίες που δεν αμφισβητούν την αστική ηγεμονία και αρνούνται την καθολική σύλληψη του κόσμου ως «ολότητας» (άρα και την ανατροπή του υφιστάμενου κοινωνικού σχηματισμού) μπορεί να εμφανίζονται ως «νέες ριζοσπαστικές θεωρίες», που στοχεύουν στην επανανάγνωση και στον επαναπροσδιορισμό της κλασικής επαναστατικής πολιτικής θεωρίας (π.χ. μετααναρχισμός – μεταμαρξισμός), ή και κλασικές θεωρίες να αναποδογυρίζουν και να σχηματίζουν ρεύματα σκέψης με αστικό χαρακτήρα (π.χ. ευρωκομμουνισμός, αναρχοκαπιταλισμός κ.α.).
Ασφαλώς δεν μας ενδιαφέρουν οι μαρξιστικοί αναθεωρητισμοί και οι επιδράσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας σε ανταγωνιστικά ιδεολογικά-φιλοσοφικά και πολιτικά ρεύματα. Ζητούμενο για εμάς είναι η παραγωγή θεωρίας και η περιφρούρηση της επαναστατικής μνήμης από τη σκοπιά της αναρχικής επαναστατικής ιστορίας και των δικών μας επαναστατικών προταγμάτων. Η σταθερή και συγκροτημένη προώθηση της αναρχικής κοσμοθεώρησης, των ελευθεριακών αξιών και των προταγμάτων συνιστά αναγκαία προϋπόθεση, σημαντικό βήμα για την αποτελεσματικότητα του αναρχικού αγώνα.
Δυστυχώς, ο παραμερισμός της θεωρίας ως «δευτερεύον στοιχείο» έχει διαχρονικά ολέθριες συνέπειες για το αναρχικό κίνημα, οι οποίες αποτυπώνονται τόσο στην κοινωνική άγνοια για το τι είναι και τι πρεσβεύει ο αναρχισμός, αλλά και στο εσωτερικό του ίδιου του κινήματος. Κάπως έτσι διαμορφώνεται μια ιδιαίτερα ευνοϊκή πραγματικότητα για το καθεστώς, το οποίο διατηρεί το προπαγανδιστικό μονοπώλιο για να πλάσει μια ψεύτικη και εν πολλοίς συκοφαντική εικόνα του «αναρχικού», ενώ, απ’ την άλλη, αυτή η πραγματικότητα, της άγνοιας και της ιδεολογικής σύγχυσης, αναπαράγεται και μέσα στους αναρχικούς κύκλους.
Η ιεραρχική προτεραιότητα της δράσης έναντι της θεωρίας συνήθως βλάπτει την ίδια την δράση και την καθιστά αναποτελεσματική. Οι πρακτικές δραστηριότητες αφορούν τους τρόπους με τους οποίους οι ιδέες αποκτούν κοινωνική απήχηση και πολιτική ισχύ, ειδάλλως δεν είναι πολιτικές ούτε αναρχικές, εφόσον το υπόβαθρό τους βασίζεται στην αναζήτηση στιγμών «αδρεναλίνης» ή στην «εγωιστική αυτοπραγμάτωση», ή άλλους παράγοντες. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Ντουρούτι, ενός αναρχικού επαναστάτη που πολέμησε στην Κοινωνική Επανάσταση του 36’ με το όπλο στο χέρι: «σε κάθε πόλη πρέπει να στηθεί και ένας αναρχικός εκδοτικός οίκος». Στην ίδια γραμμή και ο θεμελιωτής του αναρχισμού Μπακούνιν, άνθρωπος της δράσης και των οδοφραγμάτων, είναι αυτός που διατύπωσε την σημασία της «ιδεολογικής ηγεμονίας» στην οποία αναφερθήκαμε ήδη από τις πρώτες γραμμές.
Η διαμάχη μεταξύ θεωρίας και δράσης είναι μια διαμάχη παραπλανητική και ουσιαστικά δεν υφίσταται. Κάθε δράση εμφορείται από μια, έστω γενική, θεωρία. Αλλά καμία δράση δεν μπορεί να είναι ή να αξιώνει να είναι επαναστατική, αν δεν πηγάζει από μια πραγματικά επαναστατική θεωρία. Δεν είναι η μαχητικότητα της δράσης που την καθιστά επαναστατική, αλλά αυτό που θέλει να επιτύχει. Με βάση το ίδιο υπόδειγμα, καμία θεωρία δεν είναι επαναστατική αν δεν προωθείται επαναστατικά ή αν η δράση που την προωθεί δεν σκοπεύει να ανοίξει τον δρόμο για έναν επαναστατικό μετασχηματισμό, που θα την καθολικεύσει όχι μόνο στην σφαίρα της ιδεολογικής ηγεμονίας, αλλά και πρακτικά, στο επίπεδο της κοινωνικής και πολιτικής ηγεμονίας.
Ένα θεμελιακό διαφοροποιητικό στοιχείο του αναρχισμού από τις εξουσιαστικές θεωρίες είτε αυτές προκύπτουν από το σοσιαλιστικό είτε από το φιλελεύθερο πολιτικό φάσμα έγκειται στις μεθόδους προώθησης των ιδεών. Ο αναρχισμός δεν επιδιώκει την επιβολή των πολιτικών του προταγμάτων πάνω στον λαό (με δημοκρατικές εκλογές ή αυταρχικές δικτατορίες), αλλά την επαναστατική επιβολή των προταγμάτων του από τον ίδιο τον λαό. Κοντολογίς, το αναρχικό κίνημα δεν είναι μια δύναμη εξωτερική από την κοινωνία που στοχεύει στην χειραγώγηση και την καθοδήγησή της, όπως οι αυτοανακηρυσσόμενες μαρξιστολενινιστικές «πρωτοπορίες», αλλά ούτε και παθητικός ακόλουθος των κοινωνικών διεργασιών. Είναι οδηγός της κοινωνικής και ταξικής πάλης μέσα από αυτήν και για αυτήν. Ο αναρχισμός δεν είναι κλειστό δόγμα των πιστών του, αλλά η επαναστατική κοσμοθεωρία της εργατικής τάξης, το ελευθεριακό της απαύγασμα. Δεν είναι μια διαχωρισμένη θεωρία μιας πνευματικής ελίτ, αλλά προϊόν του εργατικού κινήματος και της σοσιαλιστικής επαναστατικής σκέψης, που στοχεύει στην ανατροπή της κυριαρχίας του καπιταλισμού και του κράτους και την κοινωνική ανοικοδόμηση στην βάση της πολιτικής ελευθερίας, της οικονομικής ισότητας και της κοινωνικής αλληλοβοήθειας.
Απλούστερα, ο αναρχισμός επιδιώκει την κοινωνική υιοθέτηση των προταγμάτων του και την πρακτική τους εφαρμογή από την λαϊκή αυτενέργεια: το χτίσιμο της νέας κοινωνίας από εμάς για εμάς και την «απελευθέρωση της εργατικής τάξης από την ίδια την εργατική τάξη», όπως διακήρυξε η πρώτη Διεθνής Ένωση των Εργαζομένων. Όμως, αυτή η αρχή δεν συνεπάγεται επ’ ουδενί την υποτίμηση του ρόλου του επαναστατικού πολιτικού υποκειμένου και τον υποβιβασμό των αναρχικών σε ρόλο ακολούθου του «κοινωνικού αυθορμητισμού». Η επαναστατική αλλαγή δεν προκύπτει από το πουθενά, δεν είναι ούτε αδύνατη, αλλά ούτε και εύκολη. Δεν είναι μια μεταφυσική τελεολογία την οποία οι «πιστοί» του δόγματος αναμένουν να προκύψει σαν ώριμο φρούτο, αλλά το τελικό προϊόν της κοινωνικής εξέλιξης της ταξικής πάλης. Επομένως, η αντίληψη ότι η επανάσταση είναι έργο των ίδιων των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων ανθρώπων συνεπιφέρει υψηλά επαναστατικά, οργανωτικά και πολιτικά καθήκοντα, για να εμπεδωθεί ως ρεαλιστική προοπτική στην τάξη μας. Καθήκοντα που υπαγορεύουν διαλεκτικά την αναγκαιότητα της θεωρητικής επεξεργασίας και την αναγκαιότητα της στρατηγικής δράσης για την ανάπτυξη ενός επαναστατικού κινήματος ανατροπής.
H ιδεολογική προπαγάνδα είναι ένα κρατικό εργαλείο στρατηγικής σημασίας σε κάθε εκπαιδευτική βαθμίδα που ξεκινά ακόμα και από την προσχολική ηλικία, ώστε να επιβληθεί η υποταγή από τα πάνω και να αναπαραχθεί η κυρίαρχη ιδεολογία. Γι’ αυτό και η συνειδησιακή «διάπλαση» των νέων είναι ένας συνταγματικά κατοχυρωμένος στόχος του αστικοδημοκρατικού πολιτεύματος: “Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες” Σύνταγμα της Ελλάδος, άρθρο 16, παράγραφος 2.
Στο χώρο του πανεπιστημίου και ειδικότερα σε μια σχολή όπως η φιλοσοφική, όπου ο ιδεολογικός πόλεμος βρίσκεται ενσωματωμένος μέσα στην ίδια την διδασκαλία, η ανάπτυξη της αναρχικής θεωρίας είναι προϋπόθεση για την ισχυροποίηση των αναρχικών ιδεών. Συγγράμματα, διαλέξεις, διδακτικές ύλες, δεν είναι ούτε πολιτικά ούτε φιλοσοφικά ούτε ιδεολογικά ουδέτερες γνώσεις. Η φοίτηση δε συνεπάγεται την ανάπτυξη κριτικών εργαλείων αξιολόγησης θεωριών και πολιτικών συστημάτων, καθώς αυτή οργανώνεται προπαγανδιστικά από το κυρίαρχο αστικό σύστημα, ενώ, επιπλέον, η βαθμοθηρία στην οποία δομείται το αστικό σύστημα εκπαίδευσης αποτελεί πάντα έναν παράγοντα μηχανιστικής και όχι ουσιαστικής σύλληψης της γνώσης.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω, ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2020, θέσαμε ως άμεση πολιτική αναγκαιότητα τη δημιουργία μιας πολιτικής δομής θεωρητικής, ερευνητικής και εκδοτικής, στην φιλοσοφική σχολή Αθηνών. Μέσα στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, ξεκινήσαμε μια επικοινωνία με εκδοτικούς οίκους και συγκεντρώσαμε μια εκτενή βιβλιογραφία που παρατίθεται στον ιστότοπό μας. Στην συνέχεια, προχωρήσαμε σε μεταφράσεις και προετοιμασίες για δικές μας εκδόσεις, οι οποίες θα παρουσιαστούν μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα. Οι σχεδιασμοί μας κατά την προηγούμενη σεζόν μπορεί να σκόνταψαν πάνω στα lockdown, ωστόσο η πειραματική λειτουργία των bazaar βιβλίου που συνόδευαν τα πολιτικά ανοίγματα του στεκιού μας βοήθησαν στην απόκτηση οργανωτική πείρας για το στήσιμο ενός τέτοιου εγχειρήματος, ενώ το ενδιαφέρον του κόσμου μας έδωσε αισιοδοξία για την επιτυχία του.
Θεωρούμε την ίδρυση του «Μαυροκόκκινου Νήματος» ως μια καλή αφετηρία για μια αποτελεσματικότερη και μεθοδικότερη διακίνηση των αναρχικών ιδεών, που θα συνδυάζει τόσο την προώθηση έργων της κλασικής και σύγχρονης αναρχικής σκέψης, όσο και την ιδεολογική και θεωρητική επεξεργασία μέσα από συναντήσεις επιμόρφωσης και ομάδων μελέτης. Συγκεκριμένα, οι υποδομές αυτού του εγχειρήματος μπορούν να συνοψιστούν –με βάση την υφιστάμενη προετοιμασία- στα εξής :
• Το βιβλιοπωλείο, το οποίο περιλαμβάνει πλήθος ελευθεριακών και αναρχικών εκδόσεων.
• Εκδόσεις του Μαυροκόκκινου Νήματος, οι οποίες θα στοχεύσουν στον εμπλουτισμό της ελευθεριακής και αναρχικής βιβλιογραφίας στον ελλαδικό χώρο, με παλαιά και νεότερα βιβλία και κείμενα.
• Αρχείο ιστορικού αναρχικού υλικού, το οποίο περιλαμβάνει περιοδικά, εφημερίδες, μπροσούρες, συλλογές κειμένων από το αναρχικό κίνημα στην Ελλάδα από την εμφάνισή του έως σήμερα.
• Ομάδες μελέτης, που θα καταπιάνονται με την μελέτη και την παραγωγή αναλύσεων, πάνω σε ζητήματα επιλεγόμενης θεματολογίας. Στόχος είναι, με βάση το ιστορικό παρελθόν και τις θεωρητικές βάσεις του αναρχικού κινήματος και δια μέσω της συστηματικής μελέτης, να προχωρήσουν σε σύγχρονες τεκμηριωμένες αναλύσεις, που θα αναδεικνύουν την επικαιρότητα των αναρχικών ιδεών στον 21ο αι.. Η θεωρητική εργασία που θα κάνουν αυτές οι ομάδες θα προβάλλεται και θα παρουσιάζεται είτε μέσα από ανοικτές εκδηλώσεις, είτε υπό την μορφή μπροσούρων, βιβλίων κ.λπ.
Η δομή αυτή θέλουμε να αποτελέσει ένα κινηματικού χαρακτήρα εγχείρημα και να πλαισιωθεί και από κόσμο εκτός σχολής. Ως εκ τούτου οι συναντήσεις της θα είναι ανακοινωμένες, ανοιχτές και προσβάσιμες για τον καθένα και την καθεμία.
Θεωρούμε πως η συμβολή αυτής τη δομής στο θεωρητικό πεδίο και στην διάδοση των ελευθεριακών και εξισωτικών ιδεών εντός, αλλά και εκτός πανεπιστημίου, θα είναι σημαντική. Παρ’ όλ’ αυτά, η συνεισφορά αυτή, αν και είναι αναγκαία, ακόμα και αν έχει επιτυχή εξέλιξη δεν μπορεί από μόνη της να τροφοδοτήσει με ολιστική επάρκεια, πόσο μάλλον να οδηγήσει, στην ανατροπή των συσχετισμών δύναμης. Η θεωρία δεν αποκόπτεται από τη δράση και η επαναστατική προοπτική δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας αφηρημένης διανοητικής προσπάθειας.
Ιδιαίτερα στην εποχή μας, που όπως προαναφέραμε αφενός επικρατεί μια σύγχυση σχετικά με το ιδεολογικό περιεχόμενο του αναρχισμού και τις πολιτικές του στοχεύσεις και αφετέρου παρατηρείται μια έλλειψη κοινωνικοποίησης των αναρχικών ιδεών και προταγμάτων, η αναγκαιότητα της θεωρητικής επεξεργασίας και της ιδεολογικής αποκρυστάλλωσης συμπλέει με την επιτακτικότητα της στρατηγικά σχεδιασμένης πάλης. Ο αναρχισμός είναι ένα φιλοσοφικό, ιδεολογικό και πολιτικό σύστημα σκέψης και ταυτόχρονα μια επαναστατική κοινωνική πρόταση. Όσο δεν αποκωδικοποιούνται με ευκρίνεια οι ελευθεριακές και εξισωτικές του στοχεύσεις, που εκτός από δίκαιες, είναι ορθολογικές και εφαρμόσιμες, τόσο θα κερδίζουν έδαφος οι προπαγανδιστικές απόψεις περί «ουτοπίας» και «απραγματοποίητων ιδεών του αναρχισμού». Και αντίστοιχα, όσο δεν κερδίζει έδαφος η μαχητική και οργανωμένη δράση τόσο το κεφάλαιο και το κράτος θα φαντάζουν ακλόνητοι και ανίκητοι και θα επιβάλλουν τους δικούς τους όρους στην ταξική και πολιτική πάλη.
Αναρχικό Στέκι Φιλοσοφικής
https://steki-fls.espivblogs.net/