Άρθρο του Percy Hill από την σελίδα Red&Black Notes
Μετάφραση: Γιάννης Βολιάτης
Η πολιτική οικονομία είναι η μελέτη της παραγωγής και της διανομής των υλικών αγαθών, που είναι απαραίτητα ώστε μια κοινωνία να λειτουργήσει1. Ο Αναρχικός Κομμουνισμός ιδιαίτερα συνηγορεί υπέρ μια ακρατικής και αταξικής κοινωνίας που χαρακτηρίζεται από δημοκρατικό έλεγχο στα μέσα παραγωγής, όπου τα αγαθά διανέμονται σύμφωνα με την αρχή “από τον καθένα σύμφωνα με τις δυνατότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του”2. Οι σημαντικότερες οργανωτικές δομές είναι οι κοινοτικά ελεγχόμενες βιομηχανίες και κομμούνες, με αποκεντρωμένο σχεδιασμό παραγωγής και διανομής. Επιπλέον, όταν χρειάζεται συντονισμός μεγαλύτερης κλίμακας, αυτοί οι οργανισμοί σχηματίζουν ομοσπονδίες. Οι ομοσπονδίες αυτές ελέγχονται από τα κάτω, με δημοκρατικά εκλεγμένους και ανακλητούς αντιπροσώπους.
Ο Κοινωνικός Αναρχισμός (σε αντίθεση με τις ατομικιστικές τάσεις) είναι μια πολιτική φιλοσοφία που ιστορικά θεωρείται μια μορφή αντικρατικού ελευθεριακού σοσιαλισμού. Εξαιτίας της πρωταρχικής του διαμόρφωσης κατά την διάρκεια της Πρώτης Διεθνούς3, οι κύριοι προβληματισμοί του αφορούν την σύνδεση μεταξύ του Κράτους και της Καπιταλιστικής Τάξης, αλλά και τον ρόλο του Κράτους στην αναπαραγωγή των προτύπων της ατομικής ιδιοκτησίας. “Σήμερα η Κυβέρνηση αποτελείται από ιδιοκτήτες ή ανθρώπους της τάξης τους, τόσο έντονα υπό την επιρροή τους, που οι πλουσιότεροι δεν το βρίσκουν καν αναγκαίο να συμμετάσχουν ενεργά οι ίδιοι”.-Ερρίκο Μαλατέστα-4. Ωστόσο, η οικονομική εκμετάλλευση δεν είναι η μοναδική μορφή επιβολής την οποία οι Αναρχικοί ενδιαφέρονται να υπερνικήσουν. Η απελευθέρωση των γυναικών, για παράδειγμα, ήταν κομμάτι της αναρχικής άρνησης της ιεραρχίας και, με τον καιρό, ευρύτερες μορφές επιβολής ενσωματώθηκαν στην γενικότερη αναρχική άρνηση της ιεραρχίας5. Ως αναρχικοί κομμουνιστές, θεωρούμε τους εαυτούς μας κομμάτι αυτού του σχεδίου άρνησης της εκμετάλλευσης και της επιβολής, καθώς και των συστημάτων εξουσίας που τις αναπαράγουν, από όπου κι αν προέρχονται.
Δεδομένης της πρωταρχικής διαμόρφωσης του Κοινωνικού Αναρχισμού την εποχή της Πρώτης Διεθνούς, από προσωπικότητες όπως ο Μιχαήλ Μπακούνιν, αναδύθηκε η δίδυμη θεματική του αντικαπιταλισμού και του αντικρατισμού, εμπνευσμένη τόσο από τον Πιερ Ζοζέφ Προυντόν, όσο και από τον Καρλ Μαρξ. Όπως ακριβώς η εργατική θεωρία της αξίας, τόσο κεντρική ιδέα στον μαρξισμό, μπορεί να ανιχνευθεί νωρίτερα σε οικονομολόγους όπως ο Ντέιβιντ Ρικάρντο6, δεν αποτελεί έκπληξη ότι κάποιοι αναρχικοί υποστηρίζουν επίσης αυτή την θεωρία. Και άλλες ιδέες επίσης, που χρησιμοποιούνται από πολλούς μαρξιστές, όπως η έννοια του επιστημονικού σοσιαλισμού, μπορούν να βρεθούν πολύ νωρίτερα στον Προυντόν, τον πρώτο άνθρωπο που απεκάλεσε τον εαυτό του Αναρχικό: “Και όπως ακριβώς το δικαίωμα της βίας και το δικαίωμα του τεχνάσματος υποχωρούν μπροστά στη σταθερή πρόοδο της δικαιοσύνης, και πρέπει τελικά να εξαφανιστούν μέσα στην ισότητα, έτσι και η κυριαρχία της βούλησης υποτάσσεται στην κυριαρχία της λογικής και επιτέλους πρέπει να χαθεί στον επιστημονικό σοσιαλισμό”7. Το νόημα είναι πως όλη η ριζοσπαστική θεωρία που διαμορφώθηκε αυτή την περίοδο, μοιράζεται μια αλληλοσυνδεόμενη ιστορία. Έτσι, εξάγεται το συμπέρασμα πως κάθε έννοια πολιτικής οικονομίας του Κοινωνικού Αναρχισμού, πρέπει να αναζητηθεί μέσα στην διαμόρφωσή του δίπλα σε άλλες σύγχρονές του ριζοσπαστικές τάσεις.
Οι αναρχικοί κομμουνιστές μπορούν να ψάξουν σε αυτή την περίοδο και σε πρακτικά παραδείγματα, ώστε να αντλήσουν μια συνεκτική ανάλυση της πολιτικής οικονομίας. Ο ρόλος του αναρχισμού στην Ισπανία είναι μια χρήσιμη υπόθεση μελέτης, καθώς αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες απόπειρες προς τον ελευθεριακό σοσιαλισμό στην ιστορία. Ξεκινώντας ως μια απάντηση της εργατικής τάξης στην απόπειρα των Φρανκιστών Φασιστών να καταλάβουν την κρατική εξουσία, η κοινωνική επανάσταση επιχειρήθηκε μέσω οργανισμών όπως η συνδικαλιστική CNT. Tο επίσημο οικονομικό πρόγραμμα της CNT στην Ισπανία ήταν ο ελευθεριακός κομμουνισμός8, ωστόσο αυτό δεν κατακτήθηκε καθολικά, εξαιτίας της συνέχισης της παρουσίας του κράτους και της νομισματικής μορφής της οικονομίας. Μεγάλο κομμάτι της βιομηχανικής βάσης και των αγροτικών περιοχών της χώρας κολεκτιβοποιήθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ακριβή στατιστικά σχετικά με την κολεκτιβοποίηση είναι δύσκολο να βρεθούν. Ολόκληρες οι βασικές βιομηχανικές και μεταφορικές δομές κολεκτιβοποιήθηκαν στην Καταλονία και πάνω από 400 αγροτικές κολεκτίβες υπήρξαν στην Αραγονία9. Επίσης, μεγάλος αριθμός γυναικών μπήκαν στο εργατικό δυναμικό10 και τα τραμ της Βαρκελώνης λειτουργούσαν συχνότερα σε σχέση με την προηγούμενη οικονομική κατάσταση11.
Παρ’ όλη την γενική επιτυχία της κολεκτιβοποίησης, σημαντικά προβλήματα ανέκυψαν σύντομα
Εξαιτίας του γεγονότος ότι το οικονομικό σύστημα δεν κολεκτιβοποιήθηκε και την περαιτέρω αδυναμία να καταργηθεί το χρήμα σε όλους τους τομείς μέσα στην επανάσταση, ο ανταγωνισμός εξακολούθησε να υπάρχει ανάμεσα στα διάφορα εργοστάσια στο κομμάτι της διανομής. Αυτό οδήγησε σε μια γενικότερη έλλειψη συντονισμού στην διανομή και σε μια ύφεση της αλληλεγγύης μέσα στην εργατική τάξη. Μια στρατηγική ώστε να ελαχιστοποιηθεί αυτό το πρόβλημα ήταν το μοίρασμα των πλεονασμάτων. “Για τον σκοπό αυτό, έγιναν αυξημένες προσπάθειες από τις κολεκτίβες να μην ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το κέρδος, αλλά αντίθετα να μοιράζουν τα πλεονάσματά τους, ανάμεσα σε ολόκληρες βιομηχανίες”12. Όπως σημειώνει ο Ντέιρντε Χόγκαν: “Στο Αλκόι, για παράδειγμα, όταν το Συνδικάτο εκτυπώσεων, χάρτου και χαρτονιού αντιμετώπισε δυσκολίες, τα άλλα 16 συνδικάτα που απάρτιζαν την Ομοσπονδία της περιοχής του Αλκόι, παρείχαν οικονομική βοήθεια, που επέτρεψε στο Συνδικάτο εκτυπώσεων να επιβιώσει”13.
Αυτές οι προσπάθειες βελτίωσαν την κατάσταση του προβλήματος, αλλά συνέχισαν να αναπαράγουν τη λογική της αγοράς, που γέννησε τα λάθη. Μικρότερα, λιγότερο αποδοτικά εργοστάσια, πολύ συχνά συμπτύχθηκαν σε μεγαλύτερα, ώστε να βελτιωθεί η αποδοτικότητά τους. Η προμήθεια νέων μηχανών και η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας οδήγησαν σε αύξηση του αποτελέσματος της παραγωγής. Οι εργάτες απέκτησαν επίσης πρόσβαση σε υψηλότερα επίπεδα υγειονομικής περίθαλψης, χώρου, φωτισμού και αερισμού, σε μεγαλύτερες και πιο μοντέρνες υποδομές, κάτι που έφερε καλύτερα αποτελέσματα στην υγεία τους14.
Τι μπορούν να μάθουν οι αναρχοκομουνιστές από την Ισπανική Επανάσταση και πως αυτά εφαρμόζονται στο σήμερα;
Πολλά έχουν γραφτεί για τις κο-οπερατίβες και τις δυνατότητες μετατροπής (του συστήματος) που φέρουν, με το πιο προφανές πλεονέκτημα να είναι η δημοκρατία στον εργασιακό χώρο. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις για χαμηλότερα ποσοστά αποτυχίας, σε σύγκριση με την γενικότερη καπιταλιστική βιομηχανία15. Ωστόσο, λειτουργώντας μέσα σε μια αγορά, ο ανταγωνισμός της διανομής παραμένει και μπορεί να οδηγήσει στην αναπαραγωγή μιας διαλεκτικής ιδιοκτήτη/μη ιδιοκτήτη μέσα στην ίδια την κο-οπερατίβα. Αυτό είναι αποτέλεσμα της πίεσης της αγοράς, που εξαναγκάζει τη δημιουργία θέσεων χωρίς καμία αρμοδιότητα (ονομαστικών θέσεων εξουσίας), μέσω εξωτερικής ανάθεσης.
Η πιο διακεκριμένη σύγχρονη κο-οπερατίβα, η Mondragon στην Ισπανία, μας δίνει ένα παράδειγμα σε σχέση με αυτό: “Η Mondragon ανέθεσε εξωτερικά την παραγωγή σε συσχετιζόμενες θυγατρικές εταιρίες στην Κίνα, το Μεξικό, την Πολωνία, τη Βραζιλία και την Τσεχία, ώστε να επωφεληθεί από φτηνά ανειδίκευτα ή ημι-ειδικευμένα εργατικά χέρια, ενώ πολλές από τις 120 συνδεδεμένες επιχειρήσεις δεν είναι καν οργανωμένες ως κο-οπερατίβες”16. Αυτή είναι μια μοντέρνα εκδοχή του τι συνέβη στην Ισπανία, καθώς η εσωτερική και εξωτερική αλληλεγγύη διαβρώνεται μέσα στην εργατική τάξη. Αν και οι κο-οπερατίβες είναι σίγουρα προτιμότερες από τις ιεραρχικές σχέσεις ιδιοκτησίας, είναι ανεπαρκείς για το είδος του οικονομικού μετασχηματισμού της κοινωνίας που οι αναρχοκομμουνιστές θέλουν. Η διανομή πρέπει να οργανώνεται ανάλογα με τις ανάγκες και όχι ανάλογα με τον ανταγωνισμό της αγοράς.
Ένα άλλο πρόβλημα με την διατήρηση της αγοράς είναι ότι η διαφοροποίηση των μισθών ανάμεσα στις βιομηχανίες παραμένει και, άρα, οι διαφορές στην κατανάλωση εξακολουθούν να υπάρχουν επίσης. Η ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες μπορεί να καλυφθεί μόνο μέσω αυτών που δουλεύουν και η μισθολογική διαφοροποίηση ανάμεσα στις βιομηχανίες και τις γεωγραφικές περιοχές θα σήμαινε πως, συγκεκριμένα αγαθά θα μπορούσαν να αποκτηθούν μόνο από τους πιο υψηλόμισθους. Όπως σημειώνει ο Γκαστόν Λεβάλ “Πολύ συχνά στην Βαρκελώνη και την Βαλένθια οι εργάτες σε κάθε επιχείρηση καταλάμβαναν το εργοστάσιο ή το εργαστήριο, τις μηχανές, τις πρώτες ύλες και εκμεταλλευόμενη την συνέχιση του νομισματικού συστήματος και των συμβατικών καπιταλιστικών εμπορικών σχέσεων, οργάνωναν την παραγωγή προς όφελός τους πουλώντας για το προσωπικό τους όφελος το προϊόν της εργασίας τους”. Καταλήγει δε στο ότι: “Έτσι, δεν υπήρχε πραγματική κοινωνικοποίηση, αλλά ένας εργατικός νεο-καπιταλισμός, μια αυτοδιαχείριση που αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, κάτι που θεωρούμε πως δεν θα είχε συμβεί αν η Επανάσταση είχε καταφέρει να επεκτείνει τον εαυτό της υπό τις οδηγίες των Συνδικάτων μας”17.
Ο Κροπότκιν αναλύει εκτενέστερα τα προβλήματα σε σχέση με την άνιση αμοιβή ανάμεσα τους ειδικευμένους και μη εργάτες: “Ναι, αλλά το να καθιερώσουμε αυτήν τη διάκριση σημαίνει να διατηρήσουμε όλες τις ανισότητες της υπάρχουσας κοινωνίας. Σημαίνει το να ανιχνεύσουμε εκ των προτέρων μια οριοθέτηση μεταξύ του εργαζομένου και εκείνων που θέλουν να τον κυβερνούν. Σημαίνει ακόμη τον διαχωρισμό της κοινωνίας σε δύο σαφώς καθορισμένες τάξεις: μια αριστοκρατία της γνώσης από πάνω, μια δημοκρατία των ροζιασμένων χεριών από κάτω. Μια τάξη αφιερωμένη στην υπηρεσία μια άλλης. Μια τάξη που δουλεύει με τα χέρια της για να θρέψει και να ντύσει την άλλη, ενώ η άλλη επωφελείται από τον ελεύθερο χρόνο της για να μάθει πώς να κυριαρχεί σε αυτούς που εργάζονται για αυτήν”18. Κάθε προσπάθεια να διαφυλάξουμε την οικονομία της αγοράς, θα διατηρήσει κάποια μορφή άνισου διαχωρισμού των αμοιβών, τόσο ανάμεσα στις βιομηχανίες, όσο και ανάμεσα σε αυτούς που για τον οποιονδήποτε λόγο δεν μπορούν να εργαστούν, μετρώντας οργανικά την αξία ενός ατόμου και διατηρώντας την προηγούμενη οικονομική αδικία. Αυτό αποτελεί στην καλύτερη ένα μεταβατικό στάδιο -ιδιαίτερα κατά την διάρκεια μια επανάστασης- με μια διάσταση μεταξύ της χειραφέτησης του εργαζομένου στο χώρο εργασίας του και της εκμετάλλευσης και του ανταγωνισμού του με άλλους εργαζόμενους στην εξωτερική αγορά.
Εξαιτίας της αναπόφευκτης ανισορροπίας στην εξέλιξη κατά την επανάσταση, συμπεριλαμβανομένης και της ανάγκης της για διεθνή διάσταση, είναι απίθανο ο κομμουνισμός να μπορέσει να εδραιωθεί απευθείας και έτσι ένα υβριδικό οικονομικό σύστημα θα αναπτυχθεί, όπως έγινε και σε κάποιες περιοχές της Ισπανίας. Κάτι που περιπλέχθηκε περαιτέρω από την διατήρηση του ρεπουμπλικανικού κράτους και της χρήσης του συναλλάγματος, σε αντίθεση με την ελεύθερη κατανάλωση. Ο ρόλος των αναρχο-κομμουνιστικών οργανώσεων είναι να προετοιμάσουν και να συνηγορήσουν υπέρ μιας όσο το δυνατόν γρηγορότερης μετάβασης στον κομμουνισμό, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις αυτών των αντιθέσεων, συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης της εξουσίας στην βάση της κοινωνίας, ανάμεσα στους παραγωγούς. Αυτό βοηθάει την επανάσταση να διατηρήσει την απελευθερωτική της προοπτική. Η διατήρηση της παραγωγής στην λογική της συναλλαγής διατηρεί την γενική λογική του παλαιού καπιταλιστικού συστήματος και οι αναρχοκομμουνιστές οφείλουν να παλέψουν ενάντια σε αυτό.
Το 1937, στις 14-15 Φεβρουαρίου, το Συνταγματικό Συνέδριο της Ομοσπονδίας Κολεκτιβών της Αραγονίας πήρε την πολύ σημαντική απόφαση να καταργήσει το χρήμα, επιδεικνύοντας μια συμπαγή δέσμευση στον ελευθεριακό κομμουνισμό19. Ακόμη όμως κι αν τα χρήματα καταργήθηκαν στην Αραγονία, κανένα μοναδικό σύστημα δεν επικράτησε ώστε να τα αντικαταστήσει. Αντίθετα, οι διάφορες πόλεις οργανώθηκαν πλατιά υπό την αρχή της “ελεύθερης κατανάλωσης”. Αυτό δεν ήταν ανεξέλεγκτο, καθώς η ελεύθερη κατανάλωση περιορίστηκε μόνο σε αγαθά που βρίσκονταν σε αφθονία. Άλλα αγαθά (τα οποία διέφεραν από πόλη σε πόλη) διανέμονταν υπό την εποπτεία οποιασδήποτε επικρατούσας τοπικής διανεμητικής επιτροπής. Χρησιμοποιήθηκαν απλές μορφές διανομής, υποστηριζόμενες από αυστηρά λογιστικά βιβλία, ώστε να ανιχνεύονται τα προϊόντα σε αφθονία καθώς και αυτά σε μερίδες, καθώς μοιράζονταν κατ’ ανάγκη20. Η ικανότητα των κολεκτιβών της Αραγονίας να θεσπίσουν την ελεύθερη κατανάλωση αγαθών, όσο κι αν περιοριζόταν από τις υλικές συνθήκες, μας δείχνει ότι η ανάγκη για ενδιάμεσα στάδια δεν είναι απαραίτητη και θα πρέπει να αποφευχθεί όπου αυτό είναι δυνατό. Μας δείχνει ακόμη ότι η παραγωγή μπορεί να οργανωθεί από τους ίδιους τους εργάτες, χωρίς την διαμεσολάβηση του κρατικού μηχανισμού.
Η εισαγωγή των γυναικών στον εργασιακό χώρο κατά την διάρκεια της επανάστασης ήταν μια απαραίτητη και καλοδεχούμενη εξέλιξη. Ωστόσο, στην πράξη, αυτό οδήγησε σε μεγαλύτερο μερίδιο δουλειάς για τις γυναίκες, καθώς απαιτούνταν από αυτές πολύ συχνά να κάνουν ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνικής αναπαραγωγικής εργασίας στο σπίτι. Η παιδική μέριμνα παρεχόταν από μερικές κολεκτίβες για να βελτιωθεί αυτό, αν και όχι αρκετά ευρέως21. Κάθε σύγχρονη αναρχική στρατηγική -αν θέλει να είναι χειραφετητική- προϋποθέτει την αποδόμηση των νορμών και των κοινωνικών σχέσεων που αναπαράγουν την πατριαρχική κυριαρχία. Η “διπλή βάρδια” των γυναικών πρέπει να αποφευχθεί μέσω της εξίσωσης της κοινωνικά αναπαραγωγικής εργασίας στο σπίτι και στο εργατικό δυναμικό. Δεν μπορεί να βασίζεται σε μια αφελή οικονομική στρατηγική ή απλά να υποθέτει, όπως γινόταν την εποχή εκείνη, ότι η επανάσταση θα αλλάξει αναπόφευκτα την κατάσταση της ζωής των γυναικών22. Η αυτόνομη οργάνωση των γυναικών Mujeres Libres (Ελεύθερες Γυναίκες) ήταν η κύρια εξαίρεση σε αυτή την πίστη στην αναπόφευκτη αλλαγή στις έμφυλες σχέσεις και επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη προγραμμάτων παιδικής μέριμνας, εκπαίδευσης και μητρότητας για γυναίκες. Το ίδιο ισχύει για κάθε άλλη μορφή κυριαρχίας, είτε πρόκειται για ρατσισμό, αρτιμελισμό, τρανσφοβία, ομοφοβία ή οποιοδήποτε ιεραρχικό σύστημα που καταπιέζει και περιορίζει την απελευθέρωση των ανθρώπων.
Τελικά, η CNT έκανε το λάθος να συνεργαστεί με τα απομεινάρια του κράτους, ακόμη κι αν ήταν στο όνομα της αντιφασιστικής ενότητας. Αυτό οδήγησε σε μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας μεταξύ των κολεκτιβοποιημένων βιομηχανιών και του κράτους. Με την πάροδο του χρόνου το κράτος μπόρεσε να ανακτήσει σταδιακά τον έλεγχο, εις βάρος των αναρχικών. Θα έπρεπε (η CNT και οι αναρχικοί) να είχαν καταργήσει το κράτος όταν είχαν την ευκαιρία, καθώς δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει ενότητα μεταξύ αναρχικών και κράτους. Η κρίση αυτή εξελίχθηκε όταν η κυβέρνηση επιτέθηκε στο ελεγχόμενο από τη CNT τηλεφωνικό σύστημα στη Βαρκελώνη, κάτι που οδήγησε σε βίαιες συγκρούσεις στους δρόμους. Αυτό ήταν το πεπρωμένο της αντιφασιστικής ενότητας23 .
Η ισπανική επανάσταση αποδεικνύει κατηγορηματικά ότι μια μαζική αναρχική κοινωνία είναι δυνατή. Η κοινωνική επανάσταση περιορίστηκε από την συνεργασία με το κράτος, τη διατήρηση της ανταλλακτικής μορφής της παραγωγής (η οποία διάβρωσε την αλληλεγγύη), την αποτυχία της διεθνούς της επέκτασης και τις πατριαρχικές νόρμες, που σήμαιναν πως οι γυναίκες που έμπαιναν στο εργατικό δυναμικό εκτελούσαν διπλοβάρδια. Παρ’ όλα αυτά, η εργατική τάξη στην Ισπανία κατάφερε να ελέγξει την βιομηχανία επαρκώς και να βελτιώσει τις συνθήκες της, και όλα αυτά ενώ ταυτόχρονα διεξήγαγε έναν πόλεμο ενάντια στον φασισμό. Είναι ένα παράδειγμα σχετικά με το τι είναι πραγματικά δυνατό να συμβεί και κάθε αναρχική κομμουνιστική ανάλυση της πολιτικής οικονομίας πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψιν της, τόσο τις επιτυχίες, όσο και τις αποτυχίες κατά την επανάσταση.
Φωτογραφία μεταφρασμένου άρθρου: Κάρτα μέλους της CNT κατά την Ισπανική Επανάσταση, από το αρχείο του Spanish Civil War Museum
Αναδημοσιεύση από alerta.gr