Διαβάζοντας το «Κοινωνικός Αναρχισμός και Οργάνωση» της FARJ: Μια σύντομη ανάλυση για τον Εσπεσιφισμό

To «Κοινωνικός Αναρχισμός και Οργάνωση» της Αναρχικής Ομοσπονδίας του Ρίο ντε Τζανέιρο (FARJ) είναι μια πρακτική επεξεργασία της λαϊκής αναρχικής τάσης του εσπεσιφισμού στη Νότια Αμερική. Οι ιδεολογικές καταβολές του εσπεσιφισμού προέρχονται από κλασικούς αναρχικούς και κομμουνιστές, όπως ο Ρώσος αναρχικός Μιχαήλ Μπακούνιν τον 19ο αιώνα και ο Ιταλός αναρχικός Ερρίκο Μαλατέστα, τον 19ο και 20ο αιώνα, οι οποίοι ανέπτυξαν τις θεωρητικές βάσεις του αναρχοκομμουνισμού, ανοίγοντας παράλληλα τη συζήτηση σε σχέση με την οργανωμένη συμμετοχή των αναρχικών στο εργατικό κίνημα. Οργανωτικά ο εσπεσιφισμός είναι εμπνευσμένος από τον Πλατφορμισμό, ένα επίμαχο πρόγραμμα γραμμένο από Ουκρανούς αναρχικούς που εξέφρασαν την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας ειδικής αναρχικής οργάνωσης, μετά τη στρατιωτική ήττα των αναρχικών από τους μπολεσεβίκους το 1921 στην Ουκρανία, προσαρμοσμένος στα πλαίσια της Νοτίου Αμερικής, τον 21ο αιώνα. Ο εσπεσιφισμός, εμπνευσμένος από την ιστορία των αναρχοκομμουνιστών και των πλατφορμιστών, επιδιώκει τη δημιουργία μιας ειδικής αναρχικής οργάνωσης με πρόταγμα την κοινωνική επανάσταση για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και την αντικατάστασή του από ένα σύστημα ελευθεριακού σοσιαλισμού. Το βιβλίο «Κοινωνικός Αναρχισμός και Οργάνωση» ανοίγει μια συζήτηση σε σχέση με το ιστορικό πλαίσιο μέσα από το οποίο ξεπήδησε η συγκεκριμένη πολιτική τάση, ορίζει τις εκμεταλλευόμενες τάξεις που δύναται να αποτελέσουν το επαναστατικό υποκείμενο, αποτυπώνει τις μεθόδους με τις οποίες οι αναρχικοί μπορούν να επηρεάσουν τα κοινωνικά κινήματα και τους πιθανούς τρόπους λειτουργίας μιας ειδικής αναρχικής οργάνωσης.

Ο εσπεσιφισμός στη Νότια Αμερική προέκυψε ως μια πολιτική και οργανωτική απάντηση σε ένα έλλειμμα που η FARJ περιέγραψε ως «κοινωνικό φορέα του αναρχισμού», δηλαδή ένα έλλειμμα κοινωνικών κινημάτων ή λαϊκων οργανώσεων μέσω των οποίων τα αναρχικά ιδανικά μπορούν να διαδοθούν και τελικά να γίνουν ευρέως γνωστά και ηγεμονικα μέσα σ΄αυτά. Στις αρχές του εικοστού αιώνα, ο επαναστατικός συνδικαλισμός, κατά παρόμοιο τρόπο με το αναδυόμενο συνδικαλιστικό κίνημα της Ευρώπης, απέκτησε μια δυναμική στη Νότια Αμερική, με τα αναρχικά ιδεώδη του φεντεραλισμού, της εργατικής ανεξαρτησίας, της αποκέντρωσης, του αντιμιλιταρισμού, του αντι-εθνικισμού και της γενικής απεργίας να υιοθετούνται από το Πρώτο Εργατικό Συνέδριο της Βραζιλίας. Παράλληλα, δημιουργήθηκαν και άλλοι πολιτιστικοί φορείς/οργανισμοί, όπως σχολεία, κοινωνικά κέντρα και θέατρα που είχαν τις ίδιες αρχές στο στίβο της ταξικής πάλης με τα συνδικάτα. Ωστόσο, από το 1920 περίπου και μετά, αναπτύχθηκε ένα σφοδρό κύμα καταστολής ενάντια στα συνδικάτα και τους αναρχικούς, ενώ τα ευρωπαϊκά εργοστάσια άνοιξαν ξανά, κάνοντας εξαγωγές, κλείνοντας έτσι τα βιομηχανικά εργοστάσια στη Νότια Αμερική και με το Κομμουνιστικό Κόμμα Βραζιλίας να γυρνά την πλάτη του στα συνδικάτα, συμμαχόντας με τους ρεφορμιστές. Ομοίως, τα ρεύματα μέσα στον ίδιο το αναρχικό κίνημα άρχισαν να απωλούν την επαναστατική προοπτική, με τον συνδικαλισμό να μην θεωρείται ως μέσο για ένα σκοπό, αλλά να αποτελεί αυτοσκοπό, χάνοντας έτσι τον επαναστατικό προσανατολισμό τους.

Ο εσπεσιφισμός επιδιώκει την συγκρότηση του κοινωνικού φορέα του αναρχισμού στα πλαίσια του 21ου αιώνα, παρέχοντας τα μέσα για την κοινωνική επανάσταση. Εμμένει στην «κλασική», ταξική μορφή του αναρχισμού ενάντια σε κάποια σύγχρονα ρεύματα του αναρχισμού που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε life-style αναρχισμό, ή αντί-οργανωτικό αναρχισμό. Το κίνημα του Occupy Wall Street είναι ένα καλό παράδειγμα, όπως αυτό του συνδικαλισμού χωρίς επαναστατική προοπτική, όπου ένα μέσο μετατρέπεται σε αυτοσκοπό, χάνοντας κάθε ριζοσπαστική διάσταση. Η εμμονή του Occupy στις αρχές της συναίνεσης, της οριζοντιότητας χωρίς δομή και η έλλειψη πολιτικού σχεδίου είναι οι λόγοι που το έκαναν να εξαντλήσει όλη του τη δυναμική και να οδηγηθεί στην ήττα. Ο εσπεσιφισμός τάσσεται ενάντια στα συγκεκριμένα αναρχικά ρεύματα, ωστόσο στις σύγχρονες συνθήκες ένας κοινωνικός φορέας του αναρχισμού θα πρέπει να είναι στραμμένος σε άλλη κατεύθυνση από τον συνδικαλισμό των αρχών του εικοστού αιώνα.

Δεδομένου ότι ο εσπεσιφισμός παλεύει για την επανάσταση των εκμεταλλευόμενων τάξεων ενάντια στο κεφάλαιο και έχοντας συμβάλλει στην προσπάθεια συγκρότησης του κοινωνικού φορέα του αναρχισμού, αναπτύσσεται ένα άμεσο ερώτημα: ποιες είναι οι εκμεταλλευόμενες τάξεις; Η FARJ ορίζει τις εκμεταλλευόμενες τάξεις με βάση τη σχέση τους με αυτό που ορίζουνε ως κέντρο – περιφέρεια. Ο ορισμός της FARJ για τις τάξεις της περιφέρειας είναι ευρύς. Περιλαμβάνει τους λαούς που έχουν αποκλειστεί εντελώς από την οικονομική δραστηριότητα, όπως οι απομακρυσμένες φυλές αυτόχθονων, εκείνους που απειλούνται από το κέντρο, όπως οι χωρικοί και οι μικροί αγρότες, εκείνους που βρίσκονται στα πέριξ του κέντρου, όπως οι επισφαλείς εργαζόμενοι και οι άνεργοι, εκείνους που βρίσκονται στο κέντρο, αλλά είναι αποξενωμένοι σε κοινωνικό, πολιτιστικό ή πολιτικό επίπεδο, που εδώ η FARJ εντοπίζει την εργατική τάξη, καθώς και μειονότητες όπως οι γυναίκες, οι άνθρωποι της ΛΟΑΤ κοινότητας , κλπ. Η FARJ ορίζει επίσης τη σχέση κέντρου – περιφέρειας σε όλα τα ιμπεριαλιστικά και αποικιοκρατούμενα κράτη, με τις εθνικές οικονομίες υψηλής έντασης κεφαλαίου, όπως οι ΗΠΑ, να είναι το κέντρο των εθνικών οικονομιών έντασης της εργασίας στον παγκόσμιο Νότο. Στόχος του ορισμού της εκμετάλλευσης μέσω της σχέσης κέντρου/περιφέρειας είναι το να κάνει την αναρχία να αναμετρηθεί όχι μόνο με βάση τη σημερινή κυριαρχία πάνω στην περιφέρεια και την καταπίεση της από το κέντρο, υπό τις σύγχρονες συνθήκες του καπιταλισμού, αλλά και να αμφισβητηθούν εναλλακτικές διατάξεις που αναδιοργανώνουν την κοινωνία γύρω από ένα νέο κέντρο. Ιδίως τον Λενινισμό που θα προωθούσε το Κόμμα στο κέντρο για να χειραγωγήσει την περιφέρεια.

Η δυναμική σχέση κέντρου/περιφέρειας είναι μακράν ο πιο θεωρητικά αδύναμος ισχυρισμός της FARJ. Ίσως κάτι χάθηκε στη μετάφραση, αλλά οι ορισμοί τους είναι υπερβολικά διευερυμένοι και ασαφείς για να εφαρμοστούν με συνέπεια σε περίπλοκα πολιτικά ζητήματα. H FARJ έχει την αναρχική θέση ότι υπάρχουν πολλές ομάδες ανθρώπων που μπορούν να πυροδοτήσουν μια επανάσταση, σε αντίθεση με την ορθόδοξη μαρξιστική άποψη ότι θα είναι η βιομηχανική εργατική τάξη, που πρέπει να υποστηριχθεί, αξιοποιώντας τη δύναμη των λαϊκών κινημάτων όπου εμφανίζονται. Ωστόσο, δεν είναι σαφές ποια είναι η χρησιμότητα του ισχυρισμού ότι η εργατική τάξη βρίσκεται στο «κέντρο», σε αντίθεση με το να βλέπει ως οικονομικό κέντρο τους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής, με τους εργαζόμενους και καταπιεσμένους ενωμένους εναντίον τους. Ούτε διευκρινίζει πώς οι αναρχικοί πρέπει να προσεγγίσουν το ζήτημα της εθνικής απελευθέρωσης από τα ιμπεριαλιστικά κράτη. Πρέπει να υποστηριχθούν οι εθνικοί απελευθερωτικοί αγώνες επειδή βρίσκονται στην «περιφέρεια», ακόμη και αν αυτά τα κινήματα καθοδηγούνται από την εθνική αστική τάξη; Ίσως υπάρχουν δίκαιες απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα που έχουν αντιμετωπισθεί ή μπορούν να αντιμετωπισθούν μέσω της θεωρητικής ανάλυσης της FARJ ή άλλων εσπεσιφιστικών οργανώσεων. Έτσι η εν λόγω κριτική θα πρέπει να κατανοηθεί ως έκκληση για επεξήγηση και όχι ως άρνηση του θεωρητικού πλαισίου συνολικά. Ανάμεσα σε αυτές τις κατηγορίες, η FARJ ισχυρίζεται ότι ορισμένες από αυτές τις ομάδες δύναται να παίξουν ουσιαστικο ρόλο σε μια επαναστατική αναταραχή και επίσης θα ισχυριστεί ότι είναι πιο σημαντικές από τη βιομηχανική εργατική τάξη. Η FARJ παρεμβαίνει σε αγρο-οικολογικούς, φοιτητικούς και συνδικαλιστικούς χώρους, εφαρμόζοντας την τακτική του κοινωνικού εισοδιμσού στο εσωτερικό των συγκεκριμένων κινημάτων. Παρά την ασάφεια, αυτό που πρέπει να πάρουμε από τις συγκεκριμένες ερμηνείες είναι η αλληλεπίδραση των αναρχικών μέσα σε αυτούς τους συλλόγους και τους αγώνες τους και να ορίσουμε την αναρχική αρχή του κοινωνικού εισοδισμού.

Ο κοινωνικός εισοδισμός είναι μια στρατηγική που χρησιμοποιείται από μια ειδική αναρχική οργάνωση σε αντικαπιταλιστικούς αγώνες με προοπτικές, έτσι ώστε να στηρίξει τους αγώνες και να κερδίσει τις μάζες μέσω της διάχυσης των αναρχικών ιδεών. Η αρχή του κοινωνικού εισοδισμού, στην πιο απλή της μορφή, είναι η διάδοση της άμεσης δράσης και της άμεσης δημοκρατίας. Αντιτάσσονται στην έννοια της πολιτικής πρωτοπορείας, καθότι προωθούν δομές που θέτουν την εξουσία άμεσα στα χέρια των εργαζομένων ή των εκμεταλλευόμενων λαών. Αναγνωρίζουν ότι θα πρέπει να έχουν τη δική τους αυτονομία, χωρίς να παριστάνουν κάποια πρωτοπορεία που κατέχει τη θεωρία και τη γνώση και που μιλά εξ ονόματος του λαού. Μέσω της άμεσης δράσης, ο εργαζόμενος δεν απαιτεί τη μεταρρύθμιση ενός θεσμού στον οποίο είναι υποταγμένος, αλλά προωθεί τα αιτήματα του με τους δικούς του όρους. Όπως το έθεσε ο Μαλατέσα, να αδράξει τις μικρές νίκες όπως ο στρατός που καταλαμβάνει εδάφη. Μέσω της άμεσης δημοκρατίας, η φωνή τους είναι πάντα εγγυημένη στην οργάνωση που ανήκουν, όπως και στο συνδικάτο. Μέσω αυτής της πράξης, αντί να «διδάσκονται» από μια πνευματική πρωτοπορεία, οι εργαζόμενοι αποκτούν επαναστατική συνείδηση μέσω παραδειγμάτων, επιχειρημάτων και εμπειριών, ενώ η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας γίνεται πιο σαφής μέσω του ίδιου του αγώνα. Για να επιτύχει ο κοινωνικός εισοδισμός σοβαρά πλήγματα στο καπιταλιστικό σύστημα, πρέπει είτε να βοηθήσει ένα κίνημα να γίνει αγωνιστικό, είτε να εισοδίσει σε ένα κίνημα που έχει ήδη αγωνιστικό χαρακτήρα. Χωρίς αναταραχή στις τάξεις του κράτους και του κεφαλαίου, οι διαδικασίες της άμεσης δημοκρατίας θα ήταν αντ’ αυτού ”νησίδες ελευθερίας” χωρίς να έχουν ως στόχο την άμεση κατάργηση του καπιταλισμού. Βλέπουμε την αποτυχία τέτοιων ”προπλασμάτων της αυριανής κοινωνίας”, σε εγχειρήματα όπως οι συνεταιρισμοί. Καθώς αυτές οι ομάδες λειτουργούν εντός του καπιταλιστικού συστήματος, τελικά πρέπει πάντα να αναγνωρίζουν τους κανόνες της αγοράς και να ενδίδουν στις εκμεταλλευτικές σχέσεις.

Η ειδική αναρχική οργάνωση είναι το κλειδί για τον κοινωνικό εισοδισμό μέσα στα λαϊκά κινήματα. Είναι επίσης χρήσιμη στην ενίσχυση του αγώνα μέσα από βοηθητικές και συμπληρωματικές λειτουργίες, όπως η παραγωγή και η διάδοση της επαναστατικής θεωρίας, η χάραξη μιας συλλογικής στρατηγικής για την συμμετοχή στους αγώνες και για την επίτευξη της πολιτικής προπαγάνδας. Αυτό που απαιτεί η ειδική αναρχική οργάνωση είναι ιδεολογική και θεωρητική ενότητα, και υπάρχουν σημαντικοί λόγοι στο να πιστεύουμε ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο. Οι αναρχικοί δεν απαιτούν, σε κοινωνικό επίπεδο, για τα κινήματα στα οποία εισοδίζουν κοινωνικά να είναι όλοι αναρχικοί ή να πληρούν όλες τις αναρχικές αρχές. Η έγνοια τους για την επανάσταση που θα επιφέρει τον ελευθεριακό σοσιαλισμό είναι αυτό που έχει σημασία. Αλλά για την συγκρότηση, σε πολιτικά πλαίσια μιας ειδικής αναρχικής οργάνωσης, η θεωρητική ενότητα είναι το κλειδί. Με τον ίδιο τρόπο εξετάζουμε την ανάγκη συλλογικής οργάνωσης ενάντια στο κεφάλαιο. Εάν ο κόσμος της εργασίας, οργανωθεί κεντρικά, μπορεί και να κερδίσει. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει και για την διαμόρφωση πολιτικών γραμμών και θεωρητικών θέσεων μέσα στις τάξεις του αναρχικού κινήματος. Εάν στην οργάνωση ενυπάρχουν αντιφατικές θεωρητικές γραμμές, η οργάνωση θα αποδιοργανωθεί και θα σημειώσει απώλειες. Αυτή η θεωρητική ενότητα θα πρέπει να διαμορφώνεται με βάση τις ανά τόπους συνθήκες των λαϊκών κινημάτων στα οποία συμμετέχουν οι αναρχικοί, και τους αγώνες των εκμεταλλευόμενων τάξεων. Η θεωρητική γραμμή λοιπόν, στην Αυστραλία, θα μοιάζει διαφορετική από εκείνη της Νότιας Αμερικής. Αυτό είναι που κρατά την πολιτική οργάνωση γειωμένη στις δοσμένες πραγματικές συνθήκες, πετυχαίνοντας τους επιμέρους στόχους της, παλεύοντας για την επανάσταση.

Πέρα από ορισμένα σημεία της πολιτικής ανάλυσης του εσπεσιφισμού που χρειάζονται διευκρινίσεις στο ”Κοινωνικός Αναρχισμός και Οργάνωση” της FARJ, το βιβλίο είναι ένα απίστευτο εγχειρίδιο για το πώς μπορεί να επανεκκινήσει ένας κλασικός, κομμουνιστικός, ταξικός αναρχικός αγώνας που απολάμβανε μεγάλη δημοτικότητα στις αρχές του εικοστού αιώνα, ενώ αναθεωρεί τα πολιτικά και οργανωτικά λάθη του. Παλεύοντας για επανάσταση και περιγράφοντας με σαφήνεια πώς μπορεί να μοιάζει ένας κόσμος μετά από αυτήν, ο εσπεσιφισμός φέρνει κάτι στο πολιτικό τοπίο που έχει ως επί το πλείστον χαθεί: ένα πραγματικό όραμα για το μέλλον. Η πολιτική μας φαντασία σε σχέση με την κοινωνία που θέλουμε, ως επί το πλείστον, είναι νεκρή. Ο φιλελεύθερος ινκρεμενταλισμός δεν προτείνει καμία ρεαλιστική λύση για την βελτίωση των ζωών των ανθρώπων. Οι νεοσυντηρητικοί και οι φασίστες βλέπουν παντού ”απειλητικά στοιχεία” και αποδιοπομπαίους τράγους, τους οποίους δημιουργούν από το πουθενά και δεν προτείνουν τίποτα θετικό παρά μια ψυχωτική καταστροφή ενός φανταστικού εχθρού. Και ο αντι-οργανωτικός αναρχισμός, ο ατομικισμός ή ο life style – αναρχισμός δεν βλέπουν τίποτα στην κοινωνία, καμία αναταραχή, και τίποτα έξω από τον μικρόκοσμο τους. Έναν καλύτερο κόσμο πρέπει να φανταστεί κανείς, και το σημαντικότερο είναι ότι ο εσπεσιφισμός είναι απ’ τα λίγα ρεύματα που το κάνουν πραγματικά.

*Πηγή: Red & Black Notes

**Αναδημοσίευση από εδώ: https://www.alerta.gr/archives/12138?fbclid=IwAR28bgnvQ6KzunHrRrpIsYue9WpY8G4WP5ix4ok2MQgHFVw-gHw-m7QsSkQ

Αλιεύσαμε από: “Ούτε θεός – Ούτε αφέντης “

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.