Μετά και τις σημερινές ανακοινώσεις Πιερρακάκη, που επιβεβαίωσαν αυτό που όλοι/ες ξέραμε -ότι οι ιδιώτες μπαίνουν πιο βαθιά στα δημόσια πανεπιστήμια και τα ημι-ιδιωτικά παραρτήματα που θα ιδρυθούν θα ‘ναι αποικιοκρατικές συντεχνίες που θα προσελκύουν τα μικροαστικά στρώματα και τους «φτωχούς συγγενείς» στα Βαλκάνια-, οφείλουμε να καταθέσουμε μια πιο ολοκληρωμένη άποψη σε σχέση με το ζήτημα των Πανεπιστημίων και τί ακριβώς συμαίνει η παράκαμψη/κατάργηση του Άρθρου 16 στην πράξη.
Έχοντας πάρει πρώτο πτυχίο από ελληνικό πανεπιστήμιο, έχοντας κάνει μεταπτυχιακά σε μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού, και, τέλος, έχοντας διδάξει και εργαστεί ως ερευνητής σε κάποια από αυτά, θα ‘θελα να καταθέσω μια άποψη όσον αφορά αυτό που θεωρώ πως αποτελεί την ουσία της κουβέντας για τα πανεπιστήμια στη δεδομένη συγκυρία: τί ανθρώπους παράγουν, πώς επενεργούν ως ανώτατοι φορείς γνώσης και έρευνας στην κοινωνία, ποιός είναι ο ρόλος τους στο ευρύτερο σύστημα οικονομικών και πολιτικών σχέσεων εντός των οποίων μεταδίδουν και παράγουν γνώση (καπιταλισμός-κράτος).
Συγκεκριμένα, θα μιλήσω για την έννοια του δημόσιου-δωρεάν πανεπιστημίου, ως μια πραγματωμένη δυνατότητα στην ελληνική περίπτωση εντός αυτού που ονομάζουμε κρατικό πανεπιστήμιο, σε αντιδιαστολή με παραδείγματα «καλών πανεπιστημίων» του εξωτερικού. Πρέπει εδώ να έχουμε υπόψη μας πως το «δημόσιο πανεπιστήμιο» δεν είναι το ίδιο με το «κρατικό πανεπιστήμιο». Ο δημόσιος δηλαδή χαρακτήρας ενός ιδρύματος δεν ταυτίζεται με την νομικά και διοικητικά κατοχυρωμένη υπαγωγή του στο κράτος. Όπως θα δούμε, αυτός ακριβώς ο δημόσιος χαρακτήρας, που αναδύθηκε μέσα από το ζωτικό χώρο που κερδήθηκε σε βάρος του κράτους σε συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία (μεταπολίτευση) με συντεχνιακούς και πολιτικούς αγώνες, δίνει μια ιδιαίτερη ταυτότητα στα ελληνικά πανεπιστήμια κι εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρό πεδίο διεκδίκησης για την κοινωνική βάση. Η δημόσια και δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση συνεχίζει να υπάρχει για ιστορικούς και πολιτικούς λόγους που δεν έχουν σε τίποτα να κάνουν με την καλοσύνη του ελληνικού κράτους, το οποίο στην πραγματικότητα βρίσκεται σε πόλεμο με την κοινωνία πάνω σε ό,τι έχει να κάνει με την πρόσβαση στη γνώση. Το νομοσχέδιο Πιερρακάκη έρχεται να κλείσει αυτήν την τρύπα και να καταργήσει μέσω της πλαγίας οδού τον δημόσιο-δωρεάν χαρακτήρα των ανώτατων ιδρυμάτων σε μια περίοδο που όλος ο Ποινικός Κώδικας αναμορφώνεται στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός νεοφιλελεύθερου αυταρχικού κράτους που αγγίζει τα όρια της κοινοβουλευτικής δικτατορίας. Η επίθεση σε ό,τι δημόσιο και δωρεάν έχει απομείνει, αλλά και συγκεκριμένα στα ελληνικά πανεπιστήμια που είναι προσβάσιμα από όλα τα κοινωνικά στρώματα και αποτελούν ζωντανά πεδία κοινωνικών αγώνων, μόνο τυχαία δεν είναι.
Θα κινηθώ καταρρίπτοντας κάποιους μύθους με βάση την προσωπική εμπειρία και την ταξική ανάλυση. Θεωρώ πως οι άνθρωποι που είναι φορείς μιας αντίστοιχης εμπειρίας και δεν εξαρτώνται από οικονομικά-πολιτικά συμφέροντα εντός και εκτός Πανεπιστημίου, οφείλουν να πάρουν αντίστοιχη θέση στο δημόσιο διάλογο, αν δεν έχουν ήδη πάρει.
Μύθος 1: Τα πανεπιστήμια του εξωτερικού είναι καλύτερα από τα ελληνικά πανεπιστήμια
Έχοντας σπουδάσει / εργαστεί σε κάποια από τα θεωρούμενα ως καλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης, έχοντας γνωρίσει εκατοντάδες φοιτητές και ακαδημαϊκούς από τα θεωρούμενα ως καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, μπορώ να πω με απόλυτη βεβαιότητα πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Και δεν ισχύει πρώτα απ’ όλα με στενούς γνωστικούς – εκπαιδευτικούς όρους, αλλά και με τα ποιοτικά κριτήρια που το ίδιο το ακαδημαϊκό σύστημα βάζει, προσπαθώντας να «μετρήσει» την αξία ενός φορέα ανώτατης εκπαίδευσης. Με αυτά τα κριτήρια, μάλιστα, τα ελληνικά δημόσια – δωρεάν πανεπιστήμια είναι πολύ ψηλά στις σχετικές κατατάξεις, παρά την πενιχρή χρηματοδότηση, τον ευτελισμό και την υποβάθμιση που υφίστανται δεκαετίες τώρα, όχι από τους φοιτητές και τα αγωνιζόμενα κομμάτια της νεολαίας, αλλά από το κράτος και τα κυκλώματα μεγαλοκαθηγητών – εργολάβων – μαφιόζων που λειτουργούν εντός τους και σε βάρος τους. Χαρακτηριστικά, στην περσινή κατάταξη των Times, το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών είναι στην 27η θέση παγκοσμίως στην ποιότητα της εκπαίδευσης και στην 9η θέση σε θέματα «ισότητας των φύλων». Σε άλλες κατατάξεις (Google Scholar, Shangai Rankings) είναι μέσα στα 20 καλύτερα στην Ευρώπη και στα 100 καλύτερα στον κόσμο, πάνω δηλαδή από Ivy League πανεπιστήμια που θεωρούνται μεγαθήρια κι έχουν δεκάδες χιλιάδες ευρώ δίδακτρα. Όχι κι άσχημα δηλαδή, για ένα διαλυμένο, επικίνδυνο και τριτοκοσμικό Πανεπιστήμιο, όπως το παρουσιάζουν τόσα χρόνια τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και το κράτος.
Δεν είναι απορίας άξιο, ας πούμε, πώς το ΕΚΠΑ βγάζει τόσο καλούς φοιτητές που παίρνουν εκατοντάδες υποτροφίες κάθε χρόνο και μπαίνουν στα μεγαλύτερα ερευνητικά προγράμματα παγκοσμίως; Πώς εξηγείται αυτό το φαινόμενο σε μια χώρα που η κρατική χρηματοδότηση για την τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ελάχιστη, εξαιρετικά μικρότερη απ’ όσα το κράτος δίνει για την αστυνομία; Μήπως οφείλεται στο ξεχωριστό «ελληνικό dna»; Στην ανύπαρκτη κρατική «μέριμνα»; Είναι τόσο «καλοί» οι καθηγητές; Ή οφείλεται σε κάτι άλλο; Έχει αναρωτηθεί κανείς σοβαρά πάνω σε αυτό το ερώτημα; Μήπως η ποιότητά τους οφείλεται και στο δημόσιο – δωρεάν χαρακτήρα τους;
Συγκεκριμένα, στα πανεπιστήμια του εξωτερικού που έχω διδάξει σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο, διαπίστωσα ιδίοις όμμασι ότι το επίπεδο των φοιτητών ήταν εξαιρετικά χαμηλότερο από αυτό της Ελλάδας στους αντίστοιχους τομείς διδασκαλίας μου (ανθρωπιστικές – κοινωνικές – πολιτικές επιστήμες). Κατά την ταπεινή μου άποψη, αυτό οφείλεται κυρίως σε δύο λόγους:
α) Η εντατικοποίηση των σπουδών και η εφαρμογή ενός νεοφιλελεύθερου – μανατζερίστικου μοντέλου προσφοράς και ζήτησης της γνώσης έχει δημιουργήσει μη-ρεαλιστικά προγράμματα σπουδών στα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Αυτά προσπαθούν να καλύψουν με διαδικασίες fast-track και πασαλείμματα τεράστιους όγκους ύλης – η ποιότητα θυσιάζεται για την ποσότητα. Η έρευνα κινείται κατά τον ίδιο τρόπο, όπως και η παραγωγή ακαδημαϊκών άρθρων. Στόχος δεν είναι η ανάπτυξη της κριτικής συνείδησης και επιχειρηματολογίας, η άντληση βαθιάς και σφαιρικής επιστημονικής γνώσης, αλλά το ξεπέταγμα της ύλης, η στείρα επικύρωση μέσω παραπομπών και η οργάνωση των μαθημάτων με έναν εντατικοποιημένο τρόπο, χωρίς βαθύτερη κατανόηση της γνώσης αυτής ή σύνδεση με τα κοινωνικά πεδία που η γνώση αυτή θα ήταν χρήσιμη, με απώτερο σκοπό την όσο το δυνατόν πιο άμεση ακαδημαϊκή και ταξική ανέλιξη. Απλώς δεν υπάρχει χρόνος. Η πίεση στο σύγχρονο ακαδημαϊκό περιβάλλον -που λειτουργεί σαν ένα μεγάλο μεταφορντικό εργοστάσιο- είναι τέτοια που τα πάντα μετατίθενται για μετά. Έτσι, τον ρόλο της σύνδεσης της γνώσης αυτής με κάτι πέραν του πανεπιστημίου αναλαμβάνουν το κράτος, ο στρατός και οι πολυεθνικές ή τα ιδρύματα υποτροφιών, που έχουν το χρόνο και τους πόρους να αξιοποιήσουν τη γνώση αυτή με βάση συγκεκριμένες ατζέντες και συμφέροντα, στα οποία ο/η φοιτητής/τρια – ερευνητής/τρια, ο εκπαιδευόμενος/η – παραγωγός της γνώσης δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο. Το δομικό πλαίσιο των εκπαιδευτικών και ερευνητικών διαδικασιών αυτών δημιουργεί ανθρώπους απομονωμένους, πειθαρχημένους, ψυχικά κατακερματισμένους και κοινωνικά ελλιπείς, που το βλέμμα τους είναι καθηλωμένο στο στενό μονοπάτι που το εκάστοτε εκπαιδευτικό ίδρυμα ή φορέας χρηματοδότησης τους θέτει -που δεν είναι ποτέ ουδέτερα, αλλά έχουν συγκεκριμένες ατζέντες και οικονομικά/πολιτικά συμφέροντα-. Επίσης, το πλαίσιο αυτό οδηγεί χιλιάδες φοιτητές/ερευνητές στη χρήση ψυχοφαρμάκων, ιατρικών σκευασμάτων και ναρκωτικών ουσιών για να ανταπεξέλθουν σε αυτήν την πίεση και τις μη-ρεαλιστικές προσδοκίες των σύγχρονων πανεπιστημίων-επιχειρήσεων, που τους εξαναγκάζουν να είναι απλά γρανάζια στη διαδικασία μάθησης/παραγωγής της γνώσης.
β) Το ότι τα προπτυχιακά/μεταπτυχιακά/διδακτορικά προγράμματα στις περισσότερες χώρες του εξωτερικού είναι επί πληρωμή -όπως είναι η σίτιση και η στέγαση- δημιουργεί μια αφόρητη πίεση κι έναν μεγάλο φόβο αποτυχίας στους φοιτητές-ερευνητές, ειδικά για τα κατώτερα κοινωνικά-οικονομικά στρώματα. Για να σπουδάσουν άνθρωποι από αυτά τα στρώματα συνήθως αναγκάζονται να πάρουν δάνεια πολλών χιλιάδων ευρώ (εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων στην Αμερική), τα οποία μετά οφείλουν να αποπληρώνουν για όλη τους τη ζωή. Οι φοιτητές λοιπόν εξαναγκάζονται να κινούνται αστραπιαία, τεχνοκρατικά και ανταγωνιστικά, χωρίς να αντιλαμβάνονται την πρόσληψη γνώσης σαν μια διαδικασία που θέλει χρόνο και εμβάθυνση, ούτε τον εαυτό τους σαν παραγωγό της γνώσης αυτής. Πόσο μάλλον να αντιλαμβάνονται εαυτόν σαν εργαζόμενο στα ερευνητικά προγράμματα, τα οποία προσπαθούν να σε πείσουν ότι είσαι «φοιτητής» για να τα πληρώνεις -αν δεν έχεις κάποια υποτροφία-, ενώ παράγεις γνώση για αυτά. Αυτά με τη σειρά τους προκαλούν τεράστιες επιπτώσεις στους ανθρώπους (burnout, ψυχοσωματικά, ψυχικά νοσήματα, απονοηματοδότηση), αλλά και πάρα πολλές αυτοκτονίες. Η εκπαίδευση γίνεται ζήτημα καθαρά τεχνοκρατικό και θέμα επιβίωσης σε μια αρένα με άλλους μονομάχους, που την επόμενη μέρα θα κονταροχτυπηθούν για ένα ξεροκόμματο στην πίτα της αγοράς εργασίας. Ο ξεδιάντροπος αυτός ταξικός και ανταγωνιστικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης δημιουργεί, επίσης, στρατιές ηλίθιων τεχνοκρατών χωρίς κριτική αντίληψη, αλλά και στενόμυαλων ανθρώπων χωρίς ενσυναίσθηση. Για να επιβιώσεις σε έναν τέτοιο κόσμο πρέπει να είσαι το τέλειο ψυχρό κάθαρμα. Κι αυτό είναι κάτι που αντιλαμβάνεσαι πολύ νωρίς σε ένα ivy-league πανεπιστήμιο του εξωτερικού, όπου κυριαρχεί αυτός ο ανθρωπότυπος. Αυτός ακριβώς ο χαρακτήρας και οι επιπτώσεις τέτοιων ταξικών πολιτικών στην εκπαίδευση είναι ακόμη σχετικά αφανή στην Ελλάδα ακριβώς γιατί η παιδεία, η σίτιση και η στέγαση σε φοιτητικές εστίες (για τα κατώτερα στρώματα) είναι δημόσια και δωρεάν. Είναι κάτι που ο λαϊκός κόσμος συναισθάνεται όταν τα καλοκαίρια έρχεται σε επαφή με ανθρώπους που ζουν ή έχουν σπουδάσει στο εξωτερικό: πόσο μουδιασμένοι, ασταθείς ή απονοηματοδοτημένοι είναι. Αλλά αδυνατεί να το συνδέσει με την ταξική-ψυχοπολιτική διάσταση της εκπαίδευσης.
Μύθος 2: Τα πανεπιστήμια του εξωτερικού δεν έχουν παρατάξεις ή εξωπανεπιστημιακές ομάδες και αυτό βοηθά την απρόσκοπτη εκπαιδευτική τους λειτουργία
Τα περισσότερα πανεπιστήμια του εξωτερικού έχουν πολύ περισσότερες παρατάξεις και εξωπανεπιστημιακές ομάδες από τα ελληνικά πανεπιστήμια: λέγονται μαγαζιά, τραπεζάκια επιχειρήσεων, προγράμματα management, περίπτερα καριέρας, αδελφότητες, ομάδες ενδιαφερόντων, κ.α. Μπαίνοντας δηλαδή σε ένα μεγάλο πανεπιστήμιο συναντάς δεκάδες μαγαζιά (starbucks κλπ), τραπεζάκια και βομβαρδίζεσαι με μανατζερίστικη – εμπορευματική ιδεολογία καθημερινά από φαινομενικά απολιτίκ ομάδες που φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια σε περιβάλλοντα που είναι πλήρως αποπολιτικοποιημένα και εμπορευματικοποιημένα. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτές οι ομάδες είναι κατεξοχήν πολιτικές, αφού αναπαράγουν επιθετικά μια συγκεκριμένη ιδεολογία προσαρμοσμένη στις επιταγές συγκεκριμένων οικονομικών – πολιτικών φορέων και συμφερόντων, προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν στεγνά τους φοιτητές για να αντλήσουν υλικά και πολιτικά κέρδη. Σε κάποια μεγάλα Πανεπιστήμια λειτουργούν και κάποιες πολιτικές ομάδες -με την πιο κλασσική έννοια- ή φοιτητικοί σύλλογοι, αλλά τις περισσότερες φορές έχουν απονευρωμένο ή διακοσμητικό χαρακτήρα. Στην ουσία δεν παρεμβαίνουν ουσιαστικά στη λειτουργία του πανεπιστημίου, αλλά είναι εκεί για να απορροφάνε κραδασμούς, μεταφέροντας αιτήματα στις διοικήσεις και τα συμβούλια των πανεπιστημίων. Είναι δηλαδή φοιτητικοί σύλλογοι όπως ακριβώς τους φαντάζεται η ΔΑΠ, ακίνδυνοι και ελεγχόμενοι.
Το μόνο που υποβοηθείται στα πανεπιστήμια που βρίσκονται σε αυτήν την κατάσταση είναι η εμπορευματική, και όχι η εκπαιδευτική λειτουργία. Αν το Πανεπιστήμιο Λονδίνου, για παράδειγμα, θέλει να αυξήσει τα δίδακτρα ενός μονοετούς μεταπτυχιακού από 17000 λίρες σε 18000 λίρες, δεν υπάρχει καμία ανταγωνιστική δύναμη ικανή να το σταματήσει. Υπάρχουν φοιτητές που διαχωρισμένοι και αποσυλλογικοποιημένοι θα αισθάνονται απογοήτευση, θα συζητάνε γι’ αυτό μεταξύ τους, αλλά συνήθως δεν υπάρχει καμία συλλογική πλατφόρμα για να προωθηθεί ένας αγώνας που μπορεί να έχει νικηφόρο αποτέλεσμα (με κάποιες εξαιρέσεις φυσικά, όπως τις πρόσφατες απεργίες των διδασκόντων στην Αγγλία). Μπορεί να γίνουν κάποιες αποσπασματικές ακτιβιστικές δράσεις ή συμβολικές διαμαρτυρίες, αλλά στο τέλος οι περισσότεροι θα πληρώσουν απλώς τα δίδακτρα, δουλεύοντας περισσότερο ή παίρνοντας άλλο ένα δάνειο. Αν ένα starbucks θέλει να ανοίξει άλλο ένα παράρτημα σ’ έναν χώρο που θα μπορούσε να λειτουργεί σα φοιτητική βιβλιοθήκη ή χώρο προβολών, το πανεπιστήμιο θα του τον νοικιάσει. Αν μια τράπεζα ή επιχείρηση θέλει να φέρει μέσα τραπεζάκια και να σπαμάρει τους φοιτητές όλη μέρα για τα προϊόντα της, το πανεπιστήμιο θα ρωτήσει τί θα του δώσουν οι επιχειρήσεις και οι τράπεζες σε αντάλλαγμα.Θα πει κανείς ότι το παιχνίδι έχει ήδη χαθεί από τη στιγμή που παλεύεις να μην πάει ένα μονοετές μεταπτυχιακό από 17 στα 18 χιλιάρικα. Από τη στιγμή δηλαδή που η ανώτατη εκπαίδευση έγινε ακριβό εμπόρευμα. Κι εκεί, όμως, πολύ χαμηλά ξεκίνησαν τα δίδακτρα με την ίδια ρητορική που χρησιμοποιεί τώρα η ΝΔ περί μη κερδοσκοπικών οργανισμών.
Έτσι λειτουργούν τα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού σε μια κατάσταση που είναι κόλαση για τους φοιτητές: τεράστια δίδακτρα, φριχτός ανταγωνισμός, πολλαπλά επιχειρηματικά συμφέροντα και ακραίος διοικητικός έλεγχος.
Αυτή η κατάσταση παράγει και σουρεαλιστικά αποτελέσματα. Μπορεί ας πούμε να γίνεται μια ημερίδα από την Barclays (τη μεγαλύτερη βρετανική τράπεζα) εντός πανεπιστημιακού campus για τα πράσινα επιχειρηματικά μοντέλα που προτείνει ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Η Barclays, από την άλλη, είναι από τις μεγαλύτερες τράπεζες-επενδύτριες στη βαριά βιομηχανία και τις εξορύξεις υδρογονανθράκων στον κόσμο. Ενώ δηλαδή πουλάει πράσινη ανάπτυξη και περιβαλλοντική συνείδηση, ταυτόχρονα στηρίζει οικονομικά τις μεγαλύτερες δυνάμεις που αυτή τη στιγμή καταστρέφουν τη φύση και ξεριζώνουν ανθρώπους από τους τόπους τους. Κι αυτό το ξέπλυμα ως φοιτητής/ερευνητής/εργαζόμενος πρέπει να το ανέχεσαι, γιατί αν πας και γράψεις με κιμωλία στο πάτωμα του campus «Έξω η Barclays από το πανεπιστήμιο» θα σε πετάξουν έξω από το ερευνητικό πρόγραμμα που είσαι και θα σε χρεώσουν 430 λίρες για «έξοδα καθαρισμού από επιθετική δράση ρύπανσης του περιβάλλοντος». Υπαρκτό περιστατικό: https://test.theecologist.org/2019/jun/18/student-fined-hundreds-chalk-protest .
Αυτή είναι, λοιπόν, η «ελευθερία λόγου» και η «ανεμπόδιστη εκπαιδευτική λειτουργία» που ευαγγελίζονται οι κυβερνώντες, οι καθώς πρέπει ακαδημαϊκοί, οι νεοφιλελεύθεροι αυλοκόλακες και τα τηλεοπτικά κανάλια: η ελευθερία του κεφαλαίου και του κράτους να κάνουν ό,τι γουστάρουν.
Από την άλλη, οι αριστερές παρατάξεις, οι αναρχικοί και οι κατειλημμένοι χώροι παρεμποδίζουν την «εκπαιδευτική λειτουργία» μοιράζοντας κείμενα και παρεμβαίνοντας σε καθηγητικές και διοικητικές αυθαιρεσίες, διεκδικώντας ελεύθερους χώρους, δωρεάν συγγράματα, σίτιση και στέγαση, βάζοντάς τα με τις μαφίες, τους μεγαλοκαθηγητές και τους εργολάβους, φτιάχνοντας θεατρικές ομάδες, κοινωνικούς χώρους, δανειστικές βιβλιοθήκες, αναγνωστήρια ή πεδία καλλιτεχνικής έκφρασης, κάνοντας πολιτισμικά δρώμενα και φεστιβάλ. Κι όλα αυτά ελεύθερα και δωρεάν. Με τα προβλήματά και τις παθογένειες τους, φυσικά. Αλλά είναι μεγάλη επιτυχία της κυρίαρχης ιδεολογίας να ‘χει καταφέρει να κάνει πλύση εγκεφάλου σε τόσο μεγάλο μέρος της κοινωνικής βάσης, ώστε οι ίδιοι άνθρωποι που πλήττονται από συγκεκριμένες ρυθμίσεις ν’ αποζητούν ενεργά τον κόσμο της πειθάρχησης και της εμπορευματικής αποχαύνωσης αντί για τον κόσμο της ελευθερίας και της ενεργής πολιτικοποίησης.
Μύθος 3: Τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι άβατα ανομίας, ενώ τα πανεπιστήμια του εξωτερικού είναι υποδείγματα νομιμότητας
Κανείς δε θα διαφωνήσει ότι υπάρχουν τεράστια ζητήματα εγκληματικότητας στα ελληνικά πανεπιστήμια και τις φοιτητικές εστίες. Εκεί που παίζεται το παιχνίδι εντυπώσεων είναι στο πού οφείλεται αυτή η εγκληματικότητα και πως χρησιμοποιείται το επιχείρημα του «ασύλου» σε σχέση με τους φοιτητές, τα αγωνιζόμενα κομμάτια και τις πολιτικές συλλογικότητες, τις οποίες τα επιχειρηματικά συμφέροντα και το κράτος πολεμούν αδυσώπητα εδώ και δεκαετίες γιατί πολύ απλά τους χαλάνε τις μπίζνες.
Έχοντας μείνει κατά τα χρόνια σπουδών μου σε φοιτητικές εστίες, έμαθα από πρώτο χέρι τί σημαίνει το σύνθημα «οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωΐνη», αλλά και πως είναι να περνάς καθημερινά ανάμεσα από πιάτσες ναρκωτικών και συμμορίες, οι οποίες την πέφτουν σε φοιτητές για να τους ληστέψουν ή παρενοχλούν – κακοποιούν θηλυκότητες σε συχνή βάση. Η αστυνομία όχι απλώς κάνει τα στραβά μάτια, αλλά διάφοροι αστυνομικοί τροφοδοτούν διαρκώς με εμπόρους ναρκωτικών τις πανεπιστημιουπόλεις, λέγοντάς τους ότι εκεί θα έχουν «άσυλο», πουλώντας προστασία και βγάζοντας ποσοστά από τις πωλήσεις. Όσοι κι όσες έχουμε περάσει από αυτά τα μέρη κι έχουμε αναγκαστεί να ασχοληθούμε με τις μαφίες, δε χρειάστηκε να μας τα πει κάποιο δελτίο ειδήσεων που ξαφνικά ανακάλυψε ότι ο τάδε μικρομαφιόζος τα είχε με την τάδε αστυνομικό που του έδινε πληροφορίες. Τα έχουμε δει με τα μάτια μας σε δεκάδες περιπτώσεις. Η ατάκα «οι μπάτσοι με έστειλαν εδώ γιατί έχει άσυλο», από μικροεμπόρους που ερχόμασταν σε προστριβές, ήταν η πιο κλασσική ατάκα δικαιολόγησης της παρουσίας τους εντός πανεπιστημιακών χώρων. Ώστε να μπορούν να κάνουν τις μπίζνες ανενόχλητοι και οι μπάτσοι να κάνουν τα στραβά μάτια.
Δεν αργεί κανείς που τα ‘χει ζήσει αυτά να συνδέσει το πώς το κράτος υποβαθμίζει έναν δημόσιο τομέα ή αγαθό με παρακρατικές και μαφιόζικες πρακτικές, για να έρθει μετά ο «καλός ιδιώτης» να το σώσει εμπορευματοποιώντας το και «ανοίγοντας την αγορά». Για το κράτος, τους εργολάβους και τα μεγάλα αφεντικά όλα είναι ζήτημα του πώς θα έρθει μεγαλύτερο κέρδος: με ηρωϊνη, εξευγενισμό ή ιδιωτικά πανεπιστήμια; Ηθικά τους είναι ακριβώς το ίδιο.
Από την άλλη, υπάρχει το αφήγημα των αριστερών και αναρχικών τραμπούκων, που έχουν κάνει τα πανεπιστήμια τσιφλίκια τους και τραμπουκίζουν αθώους ανθρώπους, φοιτητές και καθηγητές. Και πράγματι, έχουν συμβεί πολύ βίαια περιστατικά σε πανεπιστημιακούς χώρους. Αυτό που παραλείπεται σε αυτά τα αφηγήματα είναι πως οι αθώοι άνθρωποι που τραμπουκίζονται και εκδιώχνονται είναι συνήθως μαφιόζοι ή εργολάβοι που επιτίθενται σε φοιτήτριες κι εργαζόμενους, οι αθώοι φοιτητές είναι φασίστες που κάνουν πογκρόμ ή προσπαθούν να στήσουν μπίζνες σε πανεπιστημιακούς χώρους και οι αθώοι καθηγητές είναι διαπλεκόμενοι, εκμεταλλευτές ή παρενοχλούν φοιτήτριες. Και όντως, όλοι αυτοί έχουν τραμπουκιστεί και σε πολλές περιπτώσεις εκδιωχθεί βίαια από δυναμικά κομμάτια του φοιτητικού κινήματος ή του αναρχικού χώρου, γιατί οι μπάτσοι έκαναν μπίζνες μαζί τους, πολλοί φοιτητές πήγαιναν στα πάρτυ τους και οι καθηγητές κρατούσαν για όλα τα έκτροπα που συνέβαιναν δίπλα τους σιωπή ιχθύος.
Όσον αφορά τα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού, που τα περισσότερα έχουν παντού κάμερες, τουρνικέ και σεκιούριτι, τα πράγματα είναι μόνο κατ’ επίφαση διαφορετικά. Γιατί αν ζήσεις εκεί, σύντομα γνωρίζεις τα αντίστοιχα δίκτυα μαφίας και την εγκληματικότητα, αλλά και τη βία ανάμεσα σε φοιτητές. Καταρχάς, είναι πολύ πιο εύκολο να βρεις ό,τι ναρκωτικά θέλεις σε ένα Πανεπιστήμιο / μια φοιτητική εστία στην Αγγλία ή την Αμερική από ό,τι στην Ελλάδα. Υπάρχει επίσης ανθοφόρα αγορά αμφεταμινών και διεγερτικών, λόγω των ανταγωνιστικών συνθηκών και των ταξικών παραγόντων που αναφέρθηκαν: οι φοιτητές για να αποδώσουν καλύτερα, εκτός από το να πίνουν όλη μέρα ενεργειακά ποτά, παίρνουν παράνομες ουσίες που τους βοηθάνε να μην κοιμούνται και καίνε το μυαλό τους κυριολεκτικά. Οι άνθρωποι που σπουδάζουν σε πολλά μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού, δίχως κοινότητες και συλλογικές μορφές έκφρασης, με πολύ λιγότερο χρόνο και πολύ μεγαλύτερη πίεση απόδοσης, απομονώνονται και καταφεύγουν πιο εύκολα σε τέτοιες διεγερτικές και ναρκωτικές ουσίες. Οι μαφίες κι εκεί είναι στις γωνίες των campus, μπορεί να φοράνε γραβάτα ή να οπλοφορούν, σκοτώνονται κι εκεί μεταξύ τους που και που. Απλώς σε πολλές περιπτώσεις δεν ακούγεται τόσο, γιατί δεν το αναδεικνύει και κανένας στις κοινωνίες αυτές: θεωρείται φυσιολογικό. Οι διαβαθμίσεις της εγκληματικότητας γύρω από τα πανεπιστήμια και η δημοσιότητα που αυτή παίρνει εξαρτώνται από τους ιδιαίτερους παράγοντες κάθε χώρας και περιοχής. Η μόνη διαφορά είναι πως στα περισσότερα πανεπιστήμια του εξωτερικού -τουλάχιστον σε αυτά που φαντάζονται οι θιασώτες των «καλών πανεπιστημίων»- όταν συμβαίνει μια κλοπή, ένας ξυλοδαρμός, ένας βιασμός, μια ρατσιστική επίθεση, μια αυθαιρεσία κοκ, συνήθως δεν υπάρχουν φοιτητικές κοινότητες, σύλλογοι ή πολιτικές συλλογικότητες να απευθυνθείς και να σε στηρίξουν. Είσαι μόνο σου. Παρέα με τα προγράμματα διαχείρισης του εαυτού σου σαν “πρότζεκτ” που σου σπαμάρουν καθημερινά το πανεπιστήμιο και οι επιχειρήσεις στη μάπα.
Μύθος 4: Η πολιτική δε χωρά στα πανεπιστήμια και αυτά πρέπει να είναι αμιγώς εκπαιδευτικά ιδρύματα
Τα ελληνικά Πανεπιστήμια είναι δημόσια και ΚΡΑΤΙΚΑ. Αυτό σημαίνει ότι ήδη ασκείται πολιτική, η πολιτική του κράτους. Αυτό διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία, το πρόγραμμα και τη χρηματοδότηση τους. Αν υπάρχει ένα σχετικό πεδίο «αυτονομίας» στα πανεπιστήμια με το λεγόμενο «αυτοδιοίκητο» των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, αυτό έχει καθιερωθεί μέσα από μια μακρά ιστορία φοιτητικών αγώνων και συντεχνιακών συμφερόντων των ομάδων επιρροής εντός των πανεπιστημίων (διοικητικοί, καθηγητές κλπ). Ο δημόσιος χώρος έχει κερδηθεί από τους μακροχρόνιους και συνεχείς αγώνες των φοιτητών και των πολιτικών ομάδων εντός του κρατικού αυτού πεδίου. Το πεδίο πολιτικής παρέμβασης του κράτους στα πανεπιστήμια, βέβαια, είναι τεράστιο, αφού αυτό αποφασίζει για τη χρηματοδότησή τους. Τα πανεπιστήμια εξαρτώνται απόλυτα οικονομικά από το κράτος. Κι εκεί το κράτος βρίσκει το προνομιακό πεδίο να ασκήσει πολιτική και να έχει πάρε-δώσε με τα συντεχνιακά και εργολαβικά συμφέροντα, επηρεάζοντας άμεσα τη διοικητική και πρακτική λειτουργία των πανεπιστημίων. Ενώ με τα ιδεολογικά και κυβερνητικά του συμφέροντα προσπαθεί να επηρεάσει και την πολιτική τους λειτουργία, έως σήμερα αποτυχημένα.
Παρατηρούμε κάτι; Δε γίνεται να μιλήσουμε για κρατικό ή ιδιωτικό πανεπιστήμιο χωρίς πολιτική. Αυτό που ζητάνε στην πραγματικότητα όσοι θέλουν πανεπιστήμια «χωρίς πολιτική» δεν είναι πανεπιστήμια χωρίς πολιτική, αλλά πειθαρχικά ιδρύματα όπου επιβάλλεται η πολιτική του ενός. Ένα πανεπιστήμιο δηλαδή απολυταρχικό, όπου θα συμβιβάζονται όλοι πλήρως με τις κρατικές επιταγές ή/και τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Ένα πανεπιστήμιο, όπου δε θα υπάρχει πόλος διαφωνίας και αντίθεσης, δε θα υπάρχει δυνατότητα αγώνα και διεκδίκησης. Αυτός είναι ο ιστορικός-πολιτικός παράγοντας του γιατί θα ‘πρεπε να ζητάμε ακόμη περισσότερη πολιτική μέσα στα πανεπιστήμια, ακόμη περισσότερους αγώνες και διεκδικήσεις, ακόμη πιο πολλές πολιτικές ομάδες, πιο ενεργούς πολιτικά φοιτητές και φοιτήτριες. Γιατί όση περισσότερη πολιτική έχεις, τόσο περισσότερη δημοκρατία έχεις.
Υπάρχει κι ένας άλλος λόγος, όμως, που δε θα ‘πρεπε να νοείται πανεπιστήμιο χωρίς πολιτική. Το πανεπιστήμιο δεν είναι ένας ουδέτερος και αντικειμενικός θεσμός. Είναι, αντιθέτως, ο πιο σημαντικός θεσμός μέσω του οποίου παράγεται και διαδίδεται το πιο σημαντικό κομμάτι της γνώσης εντός των δυτικών κοινωνιών: το γνωστικό και εξειδικευμένο εκείνο κομμάτι που τη συγκροτεί υλικά και πρακτικά σαν κοινωνία* που αναπαράγει την κοινωνική και ταξική της διάρθρωση. Γι’ αυτό και η πρόσβαση στη γνώση δεν είναι κάτι αμελητέο, η γνώση συνοδεύεται και συνοδεύει πάντα την εξουσία. Το να αφήνεις ανεξέλεγκτη την παραγωγή και μεταφορά της γνώσης, σημαίνει, με απλά λόγια, να αφήνεις ανεξέλεγκτη την ίδια την εξουσία να αποφασίζει τους στόχους και την οργάνωση της γνώσης αυτής.
Ο Πιερρακάκης είπε ξεκάθαρα σήμερα πως θέλουν να φτιάξουν ημι-ιδιωτικά πανεπιστήμια. Το ξεκαθάρισε ο άνθρωπος: θα ‘ναι μισά ιδιωτικά και μισά κρατικά. Δηλαδή στόχος είναι η άσκηση απόλυτου ελέγχου από κράτος και κεφάλαιο για την εξξυπηρέτηση των συμφερόντων τους, όπως έχουμε δει να συμβαίνει σε αντίστοιχα ιδρύματα του εξωτερικού, που ξεκίνησαν με «ήπιες» τέτοιες μορφές κι έχουν καταλήξει να έχουν 18 χιλιάδες δίδακτρα το χρόνο. Μιλάμε για ένα μοντέλο που δε θα εφαρμοστεί μόνο στα «παραρτήματα των μεγάλων πανεπιστημίων του εξωτερικού», αλλά και στα ήδη υπάρχοντα πανεπιστήμια σταδιακά. Το φοιτητικό και ανταγωνιστικό κίνημα το ‘χει πάρει χαμπάρι. Ο αγώνας από τη σκοπιά των από τα κάτω όμως, δε θα ‘πρεπε να ‘ναι για ένα καλύτερο «κρατικό» Πανεπιστήμιο, αλλά για ένα ΕΛΕΥΘΕΡΟ – ΔΗΜΟΣΙΟ πανεπιστήμιο. Στη φαινομενική αντίθεση μεταξύ κρατικού-ιδιωτικού και στην επερχόμενη διαλεκτική τους σύνθεση, θα ‘πρέπε να απαντάμε με την προεικόνιση του ελεύθερου πανεπιστημίου του μέλλοντος. Κι αυτό είναι μια ξεκάθαρα ΠΟΛΙΤΙΚΗ στάση για το πώς θέλουμε να παράγεται και να μεταφέρεται η γνώση στην κοινωνία.
Μύθος 5: Τα ιδιωτικά ή ημι-ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι καλύτερα από τα δημόσια
Σε καμία περίπτωση το καθεστώς που θέλει η κυβέρνηση να φέρει, δε θα φέρει καλύτερα πανεπιστήμια. Ακόμη και να δεχόμασταν ότι αυτές οι πρακτικές δεν έχουν παντού αποτύχει να προσφέρουν καλύτερη εκπαίδευση και να ωφελήσουν την κοινωνία (που έχουν παντού αποτύχει), χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς λειτουργεί το ελληνικό κατσαπλιάδικο ιδιωτικό συμφέρον στην εκπαίδευση αποτελούν τα μεγάλα ΙΕΚ και κολλέγια σαν το Deree. Ειδικά για το τελευταίο, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ως προς τον ανθρωπότυπο που θα παράγεται από τα ημι-ιδιωτικά πανεπιστήμια. Θα ήθελε κάποιος να τον εγχειρίσει γιατρός που έχει βγάλει ιατρική σε τρία χρόνια από το Deree, αντί κάποιος που έχει τελειώσει σε 7 χρόνια την Ιατρική του Ε.Κ.Π.Α.; Θα προτιμούσε κάποιος να διδάσκει το παιδί του ένας απόφοιτος ιδιωτικού κολλεγίου ή ένας απόφοιτος του Α.Π.Θ.; Να του φτιάξει το σπίτι ένας μηχανικός από το Ι.Ε.Κ. ΑΚΜΗ ή ένας μηχανικός από το Ε.Μ.Π.; Οι ερωτήσεις δεν είναι ρητορικές. Θέλουμε πραγματικές απαντήσεις που αντλούνται από την κοινωνική μας εμπειρία, όχι από τις ιδεολογικές μας προκείμενες.
Η Ελλάδα αυτήν τη στιγμή ίσως αποτελεί τη μοναδική περίπτωση στην Ευρώπη που όλες οι πτυχές της προπτυχιακής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης -φοίτηση, σίτιση, στέγαση- είναι δημόσιες και δωρεάν. Για να καταλάβουμε τη διαφορά που θα φέρει η εμπορευματοποίηση αυτών των πτυχών στην ελληνική πραγματικότητα, θ’ αρκούσε κάθε γονιός που το παιδί του θέλει να σπουδάσει να σκεφτεί πώς θα ‘ταν να πληρώνει τρεις φορές πάνω το ποσό του ενοικίου για όλα τα χρόνια των σπουδών. Γιατί, αν π.χ. πάει σε μια άλλη πόλη, θα ‘χει να πληρώνει δίδακτρα, ενοίκιο και έξοδα σίτισης. Θα καταργηθούν οι δωρεάν εστίες και τα φοιτητικά εστιατόρια που οι φοιτητές τρώνε δωρεάν και θα γίνουν όλα επί πληρωμή, όπως στο εξωτερικό. Θ’ ανοίξει μια τελείως άλλη αγορά για την οποία συγκεκριμένοι εργολάβοι και ιδιώτες (π.χ. Νιάρχος) περιμένουν στη γωνία με τα σάλια να τους τρέχουν ασυγκράτητα.
Οι αγωνιζόμενοι φοιτητές και οι αναρχικοί είναι οι μόνοι που τόσα χρόνια υψώνουν αναχώματα στα σχέδια αυτά, που αποπειράται να περαστούν ανοιχτά ή υπόγεια εδώ και τουλάχιστον δυο δεκαετίες. Η στέγαση, η σίτηση και τα συγγράμματα παραμένουν δωρεάν λόγω των αγώνων που έχουν δώσει οι φοιτητές και οι αγωνίστριες* λόγω των καταλήψεων και των δυναμικών ομάδων που έχουν πολεμήσει την εμπορευματοποίηση, τις μαφίες, τους εργολάβους και τους φασίστες μέσα στα Πανεπιστήμια με τεράστιο κόστος. Το δημόσιο και δωρεάν πανεπιστήμιο στέκεται όρθιο λόγω των ανθρώπων και των αγώνων αυτών και μόνο. Η ελληνική κοινωνία όμως που έχει βομβαρδιστεί με τους τόνους κρατικής κι επιχειρηματικής προπαγάνδας από τα κανάλια, νομίζει ότι το κράτος αυτά τα έχει χαρίσει από τη μεγαλοψυχία του, και όχι ότι όλα αυτά είναι αποτέλεσμα νικηφόρων ταξικών – πολιτικών αγώνων.
Ο ανθρωπότυπος, δε, που διαμορφώνει το δημόσιο και δωρεάν Πανεπιστήμιο, με όλες τις ελλείψεις και τα προβλήματά του, δε θα έχει καμία σχέση με τον ανθρωπότυπο που θα διαμορφώνεται από το νέο καθεστώς. Το ελληνικό πανεπιστήμιο, οι φοιτητικές εστίες, οι πανεπιστημιακοί χώροι εν γένει, αποτελούν ένα ζωτικό πεδίο κοινωνικοποίησης και πολιτικοποίησης. Για την ακρίβεια, αποτελούν το πιο ζωντανό και παραγωγικό πεδίο κοινωνικοποίησης και πολιτικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας, λόγω τόσο του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα τους, όσο και των ιδιαίτερων πολιτικών χαρακτηριστικών που έχουν λάβει ιστορικά: αγώνες, αυτοδιαχειριζόμενοι χώροι, απελευθέρωση του ελεύθερου χρόνου από τις προσταγές της παραγωγής. Ένας νέος άνθρωπος, που εισέρχεται σε ένα τέτοιο πεδίο, έχει την ευκαιρία να εξερευνήσει όλες τις πτυχές του εαυτού του: κοινωνικές, ηθικές, πολιτικές, καλλιτεχνικές, ερωτικές, υπαρξιακές, γνωσιακές. Και το πεδίο του ελληνικού πανεπιστημίου προσφέρει την ελευθερία για μια τέτοια εξερεύνηση λόγω του μη εντατικοποιημένου και μη εμπορευματικού χαρακτήρα του. Αυτό οδηγεί στο να βγαίνουν πολύ πιο ελεύθεροι, ολοκληρωμένοι και πλούσιοι άνθρωποι από έναν τέτοιο εκπαιδευτικό χώρο από ό,τι σε ένα πεδίο που λειτουργεί κλέβοντας χρόνο από την ύπαρξη για μια τέτοια εξερεύνηση, υπό τη διαρκή απειλή για καλύτερη απόδοση και πέρασμα στην αγορά εργασίας.
Η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων στην ελληνική περίπτωση σημαίνει την ίδρυση ημι-ιδιωτικών – επί πληρωμή πανεπιστημίων. Η χρηματοδότηση για τα δημόσια πανεπιστήμια θα πέσει σε βαθμό που οι διδάσκοντες, τα μέλη ΔΕΠ και οι εργαζόμενοι δε θα μπορούν να επιβιώσουν. Τα ημι-κρατικά / ημι-ιδιωτικά Πανεπιστήμια θα πληρώνουν περισσότερο τους καθηγητές και τους εργαζόμενους, άρα όλοι οι άνθρωποι θα πάμε να εργαστούμε σε αυτά, ενώ το μοντέλο αυτό θα εφαρμοστεί σε όλα τα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης. Ό,τι έρθει πρώτο. Αυτό σημαίνει πως σταδιακά όλα τα πανεπιστήμια θα πάρουν την ίδια μορφή και ο ιδιωτικός παράγοντας θα πλουτίζει ανενόχλητος. Από πού θα πλουτίζει; Μα φυσικά από τα δίδακτρα και τη νέα αγορά φοιτητών-πελατών που ανοίγει με την κατάργηση του Άρθρου 16. Πώς θα τα πληρώνουν οι οικογένειες των κατώτερων στρωμάτων αυτά τα χρήματα; Μα φυσικά με υπέρογκα δάνεια από τράπεζες ή τοκογλύφους, εξαναγκασμό να δουλεύεις 2-3 δουλειές και υπέρογκα χρέη. Οι φοιτητές πλέον, που θα αναγκάζονται να δουλεύουν κι αυτοί πολύ περισσότερες ώρες, θα φέρουν ένα αφόρητο ταξικό άγχος και μια διαρκή ενοχή πως αν δεν περάσουν τα μαθήματα η οικογένεια τους θα καταστραφεί οικονομικά. Οι ταξικοί αυτοί φραγμοί που υψώνονται θα οδηγούν χιλιάδες παιδιά κατώτερων στρωμάτων να μη σπουδάζουν. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση γίνεται με απλά λόγια ταξικό προνόμιο. Η γνώση σταματά να είναι ανοιχτή και προσβάσιμη στην κοινωνική βάση. Στα πανεπιστήμια πλέον δε θα μπορεί να μπει αυτός που θέλει να εκπαιδευτεί, αλλά αυτός που έχει τη δυνατότητα να ξοδέψει λεφτά. Πολλά λεφτά.
~
Αν όλα αυτά σε κάποιον φαντάζουν λογικά ή ιδανικά, ας κάτσει εκεί που είναι κι ας μην κάνει τίποτα. Αν όλα αυτά όμως φαντάζουν άδικα ή εφιαλτικά, ένα είναι το μέρος που οφείλει καθένας να βρίσκεται:
στον δρόμο, στο πλευρό των φοιτητ(ρι)ών.
Πηγή: alerta.gr