Με τον νέο ποινικό κώδικα, η αυστηροποίηση των ποινών θα οδηγήσει στην αύξηση των ανθρώπων που αφού καταδικασθούν ακόμα και για πιο απλές υποθέσεις θα εξαναγκασθούν να εκτίσουν τις ποινές τους. Οι ελληνικές φυλακές είναι κορεσμένες με τον αριθμό των κρατουμένων να υπερβαίνει την μέγιστη χωρητικότητα τους. Ο εγκλεισμός επιφέρει μια σειρά προβλημάτων στο ίδιο το υποκείμενο, απότοκα του εγκλεισμού.
Η είσοδος στην φυλακή σηματοδοτεί την απαρχή μιας ταπεινωτικής διαδικασίας για τους εγκλείστους, που συνίσταται στην απώλεια των μέσων ικανοποίησης των προσωπικών τους αναγκών, στην αδυναμία οριοθέτησης και διαμόρφωσης του ατομικού τους χώρου και στον αποχωρισμό προσωπικών τους αντικειμένων. Έχει επανειλημμένως παρατηρηθεί, από μελετητές, πως η πρώτη επαφή με το κλειστό, σκοτεινό περιβάλλον της φυλακής, αποτελεί σοκ για τον κρατούμενο, καθώς αποκόπτεται απότομα απ΄ την ελεύθερη κοινωνία ενώ ταυτόχρονα υποβάλλεται στην αναγκαστική διαδικασία προσαρμογής σε μια κλειστή κοινωνία πρωτόγνωρη, με δικές της αξίες, κουλτούρα και νόμους.
Στο πρώτο στάδιο της φυλάκισης η ψυχολογική πίεση, που ασκείται στον κρατούμενο είναι ιδιαίτερα έντονη και τον οδηγεί σε μια βαθμιαία αποδιοργάνωση της προσωπικότητάς του, διαδικασία που θα ολοκληρωθεί λίγο αργότερα με την ολοκληρωτική του ένταξη στην υποκουλτούρα της φυλακής. Σ’ αυτό το αρχικό στάδιο προσαρμογής ο έγκλειστος εμφανίζεται ως πιο ευάλωτος σε συναισθήματα απογοήτευσης, μελαγχολίας, κατάθλιψης και ανασφάλειας. Σχετική έρευνα, που έχει διεξαχθεί για τον εγκλεισμό κατέδειξε ότι κατά τον πρώτο μήνα κράτησης οι κατάδικοι εμφανίζονται ως ιδιαίτερα επιρρεπείς σε προβλήματα υγείας, όπως αύξηση της αρτηριακής πίεσης ως συνεπεία της συναισθηματικής εντάσεως. Με την πάροδο αυτού του σταδίου προσαρμογής, κάνουν την εμφάνισή τους οι πιο δυσάρεστες επιπτώσεις της φυλακής στην ψυχοσωματική υγεία του ατόμου, αφού αυτός υιοθετώντας τους νόμους της φυλακής οδηγείται σε πλήρη αυτοκαταστροφή και απορρύθμιση της προσωπικότητάς του. Αφήνεται να παρασυρθεί και να ποδοπατηθεί πνευματικά από την καθημερινή ρουτίνα, ενώ παράλληλα παραιτείται από κάθε προσπάθεια του να είναι ο εαυτός του. Εμφανίζει συμπτώματα συναισθηματικής αδιαφορίας, απάθειας και πειθήνια οδηγείται στον ετεροκαθορισμό, δηλαδή σε αυτό που πραγματικά το σωφρονιστικό σύστημα στοχεύει: Την Ιδρυματοποίηση.
Η ιδρυματοποίηση, προκαλεί την διανοητική αποδιοργάνωση του κρατουμένου, στον οποίο αναπτύσσεται το αίσθημα της ατομικής ανεπάρκειας με αποτέλεσμα να εγκαταλείπεται στις αποφάσεις των άλλων. Το κυριότερο γνώρισμα του φαινομένου της ιδρυματοποίησης είναι αναμφισβήτητα η απόλυτη εξάρτηση. Ο κρατούμενος παραιτούμενος από κάθε μορφή άμυνας, παγιδεύεται σε ένα αίσθημα αυτοαπόρριψης, αφήνοντας άλλους να λαμβάνουν τις αποφάσεις, που αφορούν τον ίδιο, τις ανάγκες και τις επιθυμίες του.
Η ιδρυματοποίηση που υφίστανται οι έγκλειστοι και ο βαθμός εξάρτησης και πρόσδεσής τους στο περιβάλλον της φυλακής (ειδικά δε σε αυτό όπως θα δημιουργηθεί με τις φυλακές υψίστου ασφαλείας τύπου γ), γίνεται ιδιαίτερα εμφανής κατά το τελικό στάδιο της φυλάκισης και ειδικά λίγο πριν την αποφυλάκιση. Σε αντίθεση με ότι θα περίμενε κανείς, οι έγκλειστοι αντί να αισθανθούν ψυχική ευεξία με το χαρμόσυνο γεγονός της επαναφοράς τους στην ελεύθερη ζωή, παρουσιάζουν αντιδράσεις άγχους και ανασφάλειας. Ορθώνεται μπρος τους το αβέβαιο και υιοθετούν μια άτολμη στάση απέναντι στη ζωή, καθώς έχουν ιδρυματοποιηθεί. Η ελευθερία τους τρομάζει, επιζητούν την καθοδήγηση, τον περιορισμό και τον ετεροκαθορισμό καθώς έχουν ξεχάσει να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και να χειρίζονται με αυτοπεποίθηση τις καταστάσεις της ζωής. Το συγκεκριμένο φαινόμενο παρατηρείται κυρίως σε κατάδικους σε μακροχρόνες ποινές, που ιδρυματοποιούνται τόσο, ώστε να θεωρούν τη φυλακή σπίτι τους και να μην επιθυμούν την απελευθέρωση τους.
Η δράση του πειθαρχικού καθεστώτος προς την κατεύθυνση της ιδρυματοποίησης, προωθεί μέσω απαγορεύσεων και στερήσεων, την χειραγώγηση των εγκλείστων. Δεν είναι επομένως αρκετά δύσκολο να προβλέψουμε τις επιπτώσεις που αναμφίβολα, κάτω από τέτοιες συνθήκες, το άτομο οδηγείται σε αποξένωση από τον ίδιο του τον εαυτό και εμφανίζει τάσεις αυτοκαταστροφής, αφού αναπτύσσει συναισθήματα πλήξης και απελπισίας. Δεν είναι σπάνια φαινόμενα οι αυτοτραυματισμοί και οι αυτοκτονίες εγκλείστων, καταστάσεις που καταδεικνύουν τον αντίκτυπο της φυλακής στον εύθραυστο ψυχικό κόσμο του ανθρώπου.
Το φαινόμενο της ιδρυματοποίησης τελεί σε αναλογική σχέση με το βαθμό αποξένωσης από την ελεύθερη κοινωνία και αντιστοίχως με το βαθμό προσαρμογής στα δεδομένα της φυλακής. Όσο περισσότερο ο έγκλειστος απομακρύνεται από τον έξω κόσμο, τόσο περισσότερο αυξάνει ο ιδρυματισμός του και το αντίστροφο. Είναι επομένως καθοριστικής σημασίας, η διατήρηση των δεσμών με τα πρόσωπα του οικογενειακού και φιλικού του περιβάλλοντος, καθώς συντελούν στην παροχή ηθικού και υλικού στηρίγματος, ώστε να αντιμετωπίσει ο κρατούμενος τα δεινά της φυλακής και να μην αλλοτριωθεί η μελλοντική του ικανότητα επανένταξης, την οποία υπονομεύει η ίδια η φυλακή εκ προοιμίου. Δυστυχώς, στο πλαίσιο της άρσης των δικαιωμάτων των κρατουμένων και του καταναγκασμού, η επικοινωνία με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον περιορίζεται σημαντικά και όταν αυτή πραγματοποιείται, διεξάγεται υπό ασφυκτικό περιβάλλον. Δεν πρέπει βεβαίως, να παραβλέπεται και η γεωγραφική κατανομή των σωφρονιστικών ιδρυμάτων, που δεν επιτρέπει πάντα την κράτηση του φυλακισμένου κοντά στον τόπο διαβίωσης της οικογένειας του. Εξάλλου με τον εγκλεισμό οι φιλικοί κύκλοι συνήθως διαλύονται, ενώ οι οικογενειακοί δεσμοί κλονίζονται.
Εκ κατακλείδι, ο θεσμός της φυλακής οδηγεί το άτομο στην αποκοινωνικοποίηση, στην αποξένωση από τον ελεύθερο κόσμο, στην χειραγώγηση και στην αυτοταπείνωση. Αν και ο εγκλεισμός δεν επιφέρει πάντα τις ίδιες συνέπειες στα άτομα, καθώς καθοριστικό ρόλο για το βαθμό ιδρυματοποίησης, διαδραματίζουν και άλλοι παράγοντες, όπως το είδος της ποινικής κύρωσης, η διάρκειά της και κυρίως η ψυχοσύνθεση και η προσωπικότητα του φυλακισμένου. Ο εγκλεισμός ανατρέπει τη μέχρι τότε κοινωνική του εικόνα, καθώς αυτή αμαυρώνεται και προωθείται μια αναθεώρηση των πράξεών του ακόμα και παρελθοντικών, που κατόπιν του στιγματισμού παίρνουν νοήματα και προεκτάσεις, που κανείς προηγουμένως δε θα μπορούσε να προσδώσει. Σε αυτό το σημείο κατασκευάζονται… εκ νέου τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και δημιουργούνται στερεότυπα που καταστούν αδύνατη την επανένταξη στην κοινωνία. Η αντίσταση στον νέο Ποινικό Κώδικα, στην αυστηροποίηση των ποινών, στον εγκλεισμό αλλά και στον σωφρονιστικό «πολιτισμό» αφορούν όλους μας διότι πλέον δεν υπάρχει κανένας – και αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό – που δεν αποτελεί στόχο του ποινικού συστήματος.
Αργύρης Αργυριάδης