Λύση δεν θα φέρουν οι εκλογές. Μόνη λύση είναι η Κοινωνική Επανάσταση | Πρωτοβουλία Αναρχικών Αγίων Αναργύρων – Καματερού

Η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας βρίσκεται υπό κοινωνική και δημοσκοπική κατάρρευση. H εκλογική της δυναμική έχει αρχίσει εδώ και καιρό να συρρικνώνεται ανάμεσα στα κοινωνικά κομμάτια που την στήριξαν στις εκλογές του Ιουλίου του 2019 και είναι πρόδηλο ότι τα ποσοστά της θα μειωθούν στις προσεχείς εκλογές, όποτε κι αν αυτές προκηρυχθούν. Ταυτόχρονα, πέραν αυτής της φυσιολογικής και αναμενόμενης φθοράς στο εκλογικό πεδίο επιρροής της, η προϋπάρχουσα λαϊκή οργή προς την επάρατη δεξιά διογκώνεται και διευρύνεται. Μέσα στο κοινωνικό σώμα φαίνεται ότι η οργή υπερτερεί κατά κράτος σε σύγκριση με την ανοχή, πόσο μάλλον με την υποστήριξη στην κυβέρνηση, προμηνύοντας νέες πολιτικές ανακατατάξεις και αναταραχές στον πολιτικό χάρτη, τόσο πριν, όσο και κυρίως μετά την διεξαγωγή των εκλογών και τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης.

Η υφιστάμενη κυβέρνηση της Ν.Δ. θα μείνει στην ιστορία για την εγκληματική διαχείριση της πανδημίας που στοίχισε χιλιάδες νεκρούς μέσα και έξω από τα υποσιτισμένα και υποστελεχωμένα νοσοκομεία, αλλά και για την εξουσιαστική αλαζονεία με την οποία μεταχειρίστηκε επικοινωνιακά αυτή την φρικτή και πρωτόγνωρη πραγματικότητα. Η φθορά της κάτω από το βάρος της αντικοινωνικής διαχείρισης της πανδημίας, των αντεργατικών και αντιλαϊκών νομοθεσιών, των νεοφιλελεύθερων εκπαιδευτικών αναδιαρθρώσεων και της αυταρχικής κατασταλτικής περιφρούρησης των συμφερόντων των αφεντικών και του κράτους ήταν αναπόφευκτη. Είναι μια κατάρρευση προκαλούμενη και από τις ισχυρές επιδράσεις της οικονομικής ύφεσης που επιτάχυνε η εκδήλωση της πανδημίας και των μεγάλων κοινωνικών επιπτώσεων του νέου επεισοδίου της πολυετούς παγκόσμιας συστημικής κρίσης, το μέγεθος του οποίου αποτυπώνεται με δραματικό αντίκτυπο στην «πραγματική οικονομία» και στις ζωές εκατομμύρια εργαζομένων και ανέργων.

Είναι αλήθεια, πως χωρίς η πανδημία να έχει εξαφανιστεί, βρισκόμαστε σε ένα σημείο επιδημιολογικά και υγειονομικά διαχειρίσιμο, το οποίο εντούτοις επιστρατεύεται κοινωνικά ανάλγητα και επικοινωνιακά εσπευσμένα για να ανακοινωθεί η αρχή του τέλους της πανδημίας. Βασικότερο κριτήριο για την κήρυξη αυτού του “τέλους” δεν είναι η υγειονομική διαχείριση της covid19, αλλά η διαχείριση της κατάστασης της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, που δεν αντέχει άλλα lockdown και άλλους περιορισμούς πρόσβασης στην καπιταλιστική αγορά και την εμπορευματική κατανάλωση. Η «επόμενη μέρα» έχει διαφανεί και ήδη αποκαλύπτονται τα όσα λέγαμε τον Μάρτιο του 2020 σχετικά με το μέγεθος της κρίσης και τι θα ακολουθήσει την «επιστροφή στην κανονικότητα»: Η ολομέτωπη επίθεση στην μισθωτή εργασία, στα εργατικά κεκτημένα και τις κοινωνικές ελευθερίες θα έχει ως άλλοθι την πανδημία και συσκοτίζοντας ότι το σύστημα νοσούσε από καιρό και οι πάντες γνώριζαν ότι μια Νέα Ύφεση δεν αργεί, η πανδημία θα παρουσιαστεί ως μια “ασύμμετρη απειλή” που ευθύνεται αποκλειστικά για την εκδήλωση της κρίσης και τις οδυνηρές συνέπειες της.

Το οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο της εποχής είναι εκρηκτικό και αναδεικνύει το βάθος της καπιταλιστικής κρίσης και του νέου επεισοδίου της: στασιμοπληθωρισμός, εκτόξευση του χρέους, ελλειμματικοί προϋπολογισμοί, επικείμενη άρση του παγώματος των δημοσιονομικών κανόνων, άνοδος των επιτοκίων για το φρενάρισμα της ακρίβειας, προ των πυλών σταμάτημα της αγοράς τοξικών ελληνικών ομολόγων από την Ε.Κ.Τ. κ.λ.π. Όλα όσα συμβαίνουν στην εγχώρια και διεθνή καπιταλιστική οικονομία εξηγούνται από τα συστημικά χείλη μέσα από το πρίσμα της πανδημίας και το τελευταίο διάστημα εξαιτίας του πολέμου, με στόχο να αντιστραφεί η σχέση αιτίου/αποτελέσματος. Θέλουν να μας πείσουν ότι η κρίση είχε τελειώσει χάρη στην πολιτική που χάραξαν τα καπιταλιστικά κράτη και οι κεντρικές τράπεζες και ότι σήμερα βιώνουμε μια «νέα κρίση» ως απότοκο του κορωνοιού. Ενώ στην πραγματικότητα οι πολιτικές τους όχι μόνο δεν κατάφεραν το προσπέρασμα της κρίσης του 2007-8 αλλά την διόγκωσαν, με αποτέλεσμα σήμερα να ζούμε ένα χειρότερο επεισόδιο της, το οποίο είναι ανεξάρτητο από τον κορωνοιό, έχουν το θράσος να μας μιλούν για “αστάθμητους παράγοντες” που τάχα ανέτρεψαν την ανάκαμψη και την κανονικότητα! Στην ίδια κατεύθυνση επιχειρούν να μας πείσουν ότι για τον πληθωρισμό ευθύνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, ενώ ο πληθωρισμός αυξάνεται σε παγκόσμιο επίπεδο εδώ και μήνες λόγω της συνδυασμένης ισχύς της αύξησης της ποσότητας του χρήματος που έλαβε χώρα για να απορροφηθεί η ύφεση μέσω επεκτατικής νομισματικής πολιτικής και προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, καθώς και της ενεργειακής κρίσης, που είναι αναπόσπαστο κομμάτι της συνολικότερης δομικής καπιταλιστικής κρίσης.

Μέσα σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον που υπόσχεται πολιτικές εξελίξεις, κοινωνική αστάθεια και πόλωση, συγκεντρώνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η διαπίστωση ότι η δίκαιη οργή από ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας δεν στρέφεται μόνο στην Ν.Δ αλλά πλέον ισομοιράζεται και κατευθύνεται ακόμα πιο έντονα προς όλες τις αστικές πολιτικές δυνάμεις που βρέθηκαν στην εξουσία από την μεταπολίτευση έως σήμερα, ανεξαρτήτου προέλευσης στο πολιτικό φάσμα. Σε αυτό το πλαίσιο γίνεται ολοένα και πιο φανερή η απουσία ανάδυσης ενός νέου ισχυρού κυβερνητικού αντίβαρου στην Ν.Δ. που να μπορεί να εξασφαλίσει πολιτική σταθερότητα και ταξική ειρήνευση μέσα σε μια φλέγουσα συγκυρία για την Ελλάδα και τον κόσμο. Γι’ αυτό άλλωστε και η φθορά της Ν.Δ. δεν αποτελεί απαραίτητα προπομπό κυβερνητικής διαδοχής στις επόμενες εκλογές, επιτείνοντας την πολιτική ρευστότητα και δημιουργώντας ένα κλίμα αβεβαιότητας που αφήνει περιθώρια πολλών μεταβολών στους συσχετισμούς πολιτικής ισχύος κατά το επόμενο διάστημα.

Ως προς το παρόν, η ανοδικότητα της αξιωματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ είναι ισχνή και δεν απειλεί άμεσα την πρωτοκαθεδρία της φθίνουσας Ν.Δ. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ θα επιταχυνθεί μετά το επικείμενο συνέδριο του, η διεξαγωγή του οποίου θα σηματοδοτήσει όξυνση της αντιπολευτικής ρητορικής και αλλαγή πλεύσης σε πληθώρα ζητημάτων, με απώτερο σκοπό οι έμποροι της ελπίδας να διεκδικήσουν την κυβερνητική επαναφορά τους. Ωστόσο μην ξεχνάμε ότι η μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης και των ευρύτερων εκμεταλλευομένων κοινωνικών στρωμάτων γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει ΣΥΡΙΖΑ. Γνωρίζει ότι το πρώην κυβερνητικό κόμμα είναι υπεύθυνο για το τρίτο και το τέταρτο μνημόνιο, το υπερταμείο ιδιωτικοποιήσεων και μιας σειράς αντεργατικών και αντικοινωνικών μέτρων που βρίσκονται σε ισχύ και αναβαθμίζονται από την παρούσα κυβέρνηση της Ν.Δ., η πολιτική της οποίας ούτε από τον ουρανό έπεσε ούτε διαφέρει ως προς την ουσία της με την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ.

Το ελληνικό κράτος με πολιτική ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ και συνευθύνη όλων των κυβερνητικών κομμάτων είναι δεσμευμένο στην διεθνή εποπτεία και τα μνημόνια, τα οποία παραμένουν σε ισχύ παρά την λήξη της τρίτης δανειακής σύμβασης το 2018, αφού η κυβερνητική θητεία της «πρώτης φοράς αριστερά» εκτός των άλλων σημαδεύτηκε από την δέσμευση στην «ενισχυμένη εποπτεία» έως το 2060, που αναμένεται σύντομα να γίνει ασφυκτική. Κληρονομιά της «πρώτης φοράς αριστερά» είναι η δέσμευση για υψηλά πλεονάσματα που αναπόφευκτα θα επανέλθει κατά την «επιστροφή στην κανονικότητα» και την άρση των μέτρων που λήφθηκαν για την “αντιμετώπιση” της νέας οικονομικής ύφεσης μέσα στο διάστημα της πανδημίας (μείωση των επιτοκίων, ποσοτική χαλάρωση κ.λ.π.) ενώ η “λιτότητα” ως βασική στρατηγική για να καλυφθούν τα κενά στην οικονομία θα αποτελέσει μονόδρομο. Οι μύθοι για μια “μεταμνημονιακή Ελλάδα” έχουν θρυμματιστεί ήδη από την άνοιξη του 2020 και το “μεταμνημόνιο” που διακήρυξε ο Αλέξης Τσίπρας το καλοκαίρι του 2018 με φόντο την Ιθάκη αποδείχτηκε ως προς το μέγεθος του ψεύδους όμοιο με το προ του 2015 “σκίσιμο” του μνημονίου.

Συνεχίζοντας την επισκόπηση του εκλογικού πολιτικού χάρτη, υπάρχει έντονα στο πολιτικό προσκήνιο τους τελευταίους μήνες και το φαινόμενο ΚΙΝΑΛ. Η αύξηση των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ (σύμφωνα πάντα με τις δημοσκοπήσεις) κατ’ εμάς δεν σηματοδοτεί μεταβολή του πολιτικού σκηνικού, ακόμη και στο ενδεχόμενο που επαληθευτεί στην κάλπη. Εν αντιθέσει με τους προπαγανδιστικούς ισχυρισμούς εγκάθετων πολιτικών αναλυτών που “βλέπουν” μια μεγάλη επιστροφή, η αύξηση του ΚΙΝΑΛ είναι πλασματική και πρόσκαιρη, συστημικά ωθούμενη λόγω της ρευστότητας στον πολιτικό χάρτη και την πιθανή αδυναμία συγκρότησης αυτοδύναμης κυβέρνησης στις επόμενες εκλογές. Αυτή η αβεβαιότητα αναφορικά με τον σχηματισμό κυβέρνησης ήταν που επίτασσε την εμφάνιση ενός μπαλαντέρ (του ΚΙΝΑΛ), που ωστόσο δεν απορροφά επιρροή ούτε από τον κόσμο της αποχής, ούτε βέβαια μπορεί να επιστρέψει τους πάλαι ποτέ οπαδούς του ΠΑΣΟΚ, που στην συντριπτική τους πλειοψηφία δεν θα γυρίσουν ποτέ στις αγκάλες του.

Η εκλογική δεξαμενή του ΚΙΝΑΛ είναι περίπου ίδια με του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ. Η αύξησή του δεν συνεπάγεται ούτε άνοιγμα νέων δεξαμενών ούτε μετακινήσεις από άλλους χώρους δεξιότερα της Ν.Δ. και αριστερότερα του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα πρόκειται για μια ανακύκλωση ψηφοφόρων επουσιώδους σημασίας ως προς τον συσχετισμό ισχύος καθώς πρόκειται για μια περιοριστική ανακύκλωση από την Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ΚΙΝΑΛ δεν ανεβαίνει για να διεμβολίσει τον νέο δικομματισμό αντικαθιστώντας τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά βρίσκεται σε μια συγκεκριμένη αποστολή. Η αποστολή είναι να αποφευχθεί μια παρατεταμένη “ακυβερνησία” εξαιτίας της χαμηλής συμμετοχικότητας στις εκλογές και τα χαμηλά ποσοστά του πρώτου κόμματος. Ποιος άλλος να επιλεγόταν για τον ρόλο αυτό μελετώντας την πρόσφατη ιστορία από αστική ματιά; Ως μόρφωμα δοκιμασμένο, πιστός υπηρέτησης των αστικών συμφερόντων σε βάρος των δυνάμεως της εργασίας, το δεύτερο την τάξη σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της χώρας και ιστορικά συνυφασμένο με την υπαγωγή στα μνημόνια, το ΚΙΝΑΛ, λαμβάνει την απαιτούμενη συστημική ώθηση για να ενεργήσει ως στυλοβάτης της “πολιτικής σταθερότητας” σε μια κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό είτε την Ν.Δ. είτε τον ΣΥΡΙΖΑ έχοντας διαχρονικά αποδείξει ότι μπορεί να φέρει σε πέρας την ταξική και αντικοινωνική αυτή αποστολή με εκπληκτικά αποτελέσματα για το κράτος και το κεφάλαιο.

Άλλωστε τα δύο κόμματα εξουσίας φαίνεται ότι καλοβλέπουν την προοπτική συγκυβέρνησης με το ΚΙΝΑΛ και η πολιτική τους σε σχέση με αυτό, είτε μέσα από επιθέσεις φιλίας, είτε με την άσκηση πιέσεων απομάκρυνσης απ’ τον αντίπαλο πόλο, αυτό μαρτυρά. Στην περίπτωση μάλιστα του ΣΥΡΙΖΑ οι βλέψεις δεν κρύβονται αλλά καθίστανται ολοφάνερες μέσα από το ανοιχτό πλεύρισμα του ΚΙΝΑΛ και του νέου προέδρου του, που έχει ανοίξει την κουβέντα για “κυβέρνηση μετώπου προοδευτικών δυνάμεων”. Ο ίδιος ο Τσίπρας έχει δηλώσει ότι το ΚΙΝΑΛ δεν αποτελεί στρατηγικό αντίπαλο του ΣΥΡΙΖΑ αλλά πιθανό κυβερνητικό εταίρο, κάνοντας πλέον ξεκάθαρο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαφέρει από το ΚΙΝΑΛ, μια διαπίστωση που κάποτε, προ του 2015, εκφραζόταν συνήθως ως μομφή που επιχειρούσε να αποκαλύψει τον ρόλο του πρώην κυβερνώντος κόμματος και αποκρουόταν τόσο από το ίδιο όσο και από τις επίσημες ή άτυπες συνιστώσες του.

Εν συνεχεία, πιστεύουμε ότι η παραμονή της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και του ΚΙΝΑΛ ως μπαλαντέρ στην κορυφή του πολιτικού χάρτη εξηγείται από την απουσία αντίβαρων και όχι από την πραγματική δυναμική τους στην βάση της κοινωνίας. Η απαξίωση των μνημονιακών κομμάτων εξουσίας από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας είναι μεγάλη και θα αποτυπωθεί ιδίως στα ποσοστά της αποχής, τα οποία παρέμειναν υψηλά στις εκλογές του 2019 παρά την σχετική ομαλοποίηση του πολιτικού χάρτη και θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Το βάθεμα της κρίσης πολιτικής εκπροσώπησης είναι δεδομένο πρώτα και κύρια στις πολιτικές εκτιμήσεις των αστικών αναλύσεων, που δεν κρύβουν τους συστημικούς φόβους για το μέλλον. Το αδιέξοδο στο οποίο επίκειται να εγκλωβιστεί το αστικό πολιτικό σύστημα υπόσχεται μεγάλη κοινωνική αστάθεια. Η αδυναμία συγκρότησης αυτοδύναμης κυβέρνησης μέσα σε ένα περιβάλλον κοινωνικής δυσπιστίας για το πολιτικό προσωπικό εγγυάται ότι νέες πολιτικές δυνάμεις θα αναδυθούν για να καλύψουν τα πολιτικά κενά. Δυνάμεις αστικά κινητοποιούμενες θα κλιθούν να εξισορροπήσουν τις πολιτικές πολώσεις βγάζοντας το σύστημα αλώβητο από τις αναταραχές και τις εκρήξεις κοινωνικής οργής των επόμενων χρόνων, η σοσιαλδημοκρατία θα αναλάβει και πάλι ισχυρό πολιτικό ρόλο για την περιφρούρηση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, ενώ ο εθνικισμός και η ακροδεξία θα παίξουν τα ρέστα τους.

Μέσα σε αυτές τις ανακατατάξεις καμία “έκπληξη” εκλογικής ανόδου δεν αναμένεται για το ΚΚΕ. Το σταλινικό μόρφωμα του Περισσού διατηρεί ορισμένες δυνάμεις που έχει εγκλωβίσει μέσα στο εργατικό κίνημα και την νεολαία, διαθέτει κομματική βάση μελών, παρόλα αυτά η κοινωνική του επιρροή παραμένει περιορισμένη και δεν πρόκειται να αυξηθεί ούτε σε πραγματικό κοινωνικό και ταξικό επίπεδο, ούτε σε πλασματικό-εκλογικό επίπεδο. Το ΚΚΕ και η μαρξιστική-λενινιστική ιδεολογία που εκπροσωπεί έχουν ιστορικά χρεωκοπήσει και δεν αποτελούν αντίβαρο στην αστική τάξη και το κράτος. Ο λαός και η εργατική τάξη δεν θα στραφούν ποτέ μαζικά στο κομμουνιστικό κόμμα για να καθοδηγηθούν από αυτό στην κομματική δικτατορία επί του προλεταριάτου, ούτε στις υπόλοιπες οπορτουνιστικές μαρξιστικές παραφυάδες τύπου ΑΝΤΑΡΣΥΑ που βρίσκονται στην σκιά του καθώς και σε αυτήν του ΣΥΡΙΖΑ, στον οποίο υπήρξαν νεροκουβαλητές και κρίσιμοι αρωγοί για την αναρρίχηση του στην πολιτική εξουσία το 2015.

Ο μαρξισμός-λενινισμός που αποτελεί στρατηγικό ιδεολογικό αντίπαλο και όχι “σύμμαχο” του αναρχισμού μέσα στο εργατικό κίνημα και την νεολαία, δεν θα κερδίσει ούτε εκλογικό ούτε κοινωνικό-ταξικό έδαφος. Η υποχώρηση του εξουσιαστικού σοσιαλισμού-κομμουνισμού θα απελευθερώσει δυνάμεις και θα συνοδευτεί με την ταυτόχρονη αύξηση της αναρχικής επιρροής, ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης του αναρχικού κινήματος και του επαναστατικού του προγράμματος, μέσα από την οικοδόμηση μιας σύγχρονης επαναστατικής αναρχικής οργάνωσης. Η ιδεολογική μάχη με τον μαρξισμό-λενινισμό θα δοθεί σε όλα τα επίπεδα μέσα στις σχολές και τα σχολεία, το εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα και ολόκληρη την κοινωνία, έως ότου ξεριζωθεί από τον κόσμο της εργασίας τον οποίο θέλει να ποδηγετήσει στο δεσποτικό σοσιαλιστικό κράτος. Η επαναστατική ιδεολογία της εργατικής τάξης ήταν και είναι ο αναρχισμός, που προσβλέπει στην κοινωνική και ταξική χειραφέτηση και την ελευθερία, την δημιουργία της αταξικής κοινωνίας πάνω στα συντρίμμια του κράτους και όχι ο εξουσιαστικός κομμουνισμός των κρατιστών μαρξιστών.

Όσον αφορά το σοσιαλδημοκρατικό ΜΕΡΑ25, φαίνεται ότι απλώς θα διεκδικήσει την είσοδο του στην νέα βουλή, όπου και θα κριθεί οριακά. Ακόμα και να τα καταφέρει δεν θα αντέξει στην πάροδο του χρόνου. Τέτοια μορφώματα, γεννημένα κάτω από αστικές-συστημικές ανάγκες για την κάλυψη κενών στον πολιτικό χάρτη, δεν μένουν για πολύ στον αφρό. Το ΜΕΡΑ 25 δεν έχει βάση μελών, δεν έχει πρόγραμμα εξουσίας και δεν θα μακροημερεύσει, καθώς πρόκειται για κόμμα μίας χρήσης. Ταυτόχρονα είναι ένα αρχηγοκεντρικό μόρφωμα, που βασίζεται στον εκκεντρικό γραμματέα του, χωρίς τον οποίο θα βυθιζόταν σε ποσοστό κάτω του 1%. Ως προς αυτόν, τον Γιάνη Βαρουφάκη, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπήρξε ψηφοφόρος του τρίτου μνημονίου το καλοκαίρι του 2015, θερμός υποστηρικτής της Ε.Ε. και φανατικός υπέρμαχος της διάσωσης του καπιταλιστικού συστήματος από την κρίση που το ταλανίζει, παράγοντας για τον οποίο ουσιαστικά εμπλέκεται με την πολιτική. Ο πολιτικός του βίος αργά ή γρήγορα θα κάνει τον κύκλο του και ο ίδιος θα μείνει στην ιστορία ως ο υπουργός του “λιτού βίου” και αυτός που άνοιξε τον δρόμο στο 3ο μνημόνιο υπογράφοντας την συμφωνία στο eurogroup της 20ης Φλεβάρη 2015. Ο μνημονιακός Βαρουφάκης θα καταλήξει στα παρασκήνια της πολιτικής, λαομίσητος και γραφικός, στην οποία θα παραμείνει ως τηλεμαιντανός μετά την αναπόφευκτη αποτυχία του ΜΕΡΑ25.

Απέναντι σε όλους αυτούς μόνη λύση είναι η ανάπτυξη ενός νέου ισχυρού αναρχικού κινήματος και ενός ευρύτερου ελευθεριακού επαναστατικού κινήματος της εργατικής τάξης, της ταξικά προσδιορισμένης σπουδάζουσας νεολαίας και των καταπιεζόμενων λαϊκών στρωμάτων. Η νέα διατάραξη του πολιτικού χάρτη και η επικείμενη μεταβολή των συσχετισμών πολιτικής επιρροής θα πρέπει να σηματοδοτήσει την αρχή οικοδόμηση ενός επαναστατικού κινήματος που θα βγει μπροστά στις πολιτικές εξελίξεις. Οι καιροί που διανύουμε ανοίγουν νέες ευκαιρίες για να κερδίσει έδαφος μια επαναστατική αντιπρόταση στον αντίποδα της αστικής πολιτικής διαχείρισης και των πτωχευμένων αγκιτατόρων της “δικτατορίας του προλεταριάτου”. Η επαναστατική προοπτική συνιστά ιστορική και κοινωνική αναγκαιότητα και προϋποθέτει την ανάπτυξη επαναστατικού κινήματος καθώς και την συγκρότηση της αναρχικής πολιτικής οργάνωσης που θα αποτελέσει την επαναστατική εμπροσθοφυλακή του. Για να ανοίξει με ρεαλιστικούς όρους νίκης μια αναρχική προγραμματική πρόταση για την επαναστατική αντικατάσταση του καπιταλισμού και του κράτους από μια άλλη κοινωνική οργάνωση που θα φέρει τον πλούτο στα χέρια αυτών που τον παράγουν, θα καταργήσει τις κοινωνικές τάξεις, τους ιεραρχικούς θεσμούς και θα δώσει την ευθύνη της λήψης των αποφάσεων για όλα τα ζητήματα του κοινωνικού βίου στα λαϊκά-όργανα. Για να αποκτήσουν απήχηση, επιρροή και δυνατότητες έμπρακτης εφαρμογής οι αναρχικές προταγματικές ιδέες, χρειάζεται η οικοδόμηση των αναγκαίων για την εποχή πολιτικών και ταξικών φορέων και η οικοδόμηση του αγώνα με στρατηγική επαναστατική κατεύθυνση χωρίς ρεφορμιστικές αυταπάτες.

Οι αγώνες του παρόντος και του άμεσου μέλλοντος, μέσα απ’ τους οποίους θα κληθούμε να οργανώσουμε, να σχεδιάσουμε και να χαράξουμε στρατηγικά τον επαναστατικό μονόδρομο, συντελούνται μέσα στις ασφυκτικές συνθήκες που επέβαλλε η όξυνση της καπιταλιστικής κρίσης. Οι διαβεβαιώσεις για το “τέλος” της, όπως και οι θριαμβολογίες για την “μεταμνημονιακή εποχή” έχουν διαψευστεί από τα ίδια τα γεγονότα εδώ και μια διετία και έχουν διαλυθεί από αυτά οι όποιες αυταπάτες διέχυσε η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και συνέχισε η νεοφιλελεύθερη της Ν.Δ. Η κρίση του συστήματος είναι δομική, είναι παγκόσμια και μέσα σε αυτήν το ελληνικό κράτος είναι εξαιρετικά ευάλωτο, υπερχρεωμένο και για άλλη μια φορά ελλειμματικό, οικονομικά συρρικνωμένο, χωρίς εργαλεία διαχείρισης της κρίσης. Αυτή η συνθήκη θα πρέπει όμως να ξέρουμε ότι δεν οφείλεται γενικώς και αορίστως στους “κλέφτες πολιτικούς” οι οποίοι στελεχώνουν τους αστικούς συστημικούς θεσμούς. Τα όσα βιώνουν εκατομμύρια άνθρωποι στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο δεν αφορά “κακές επιλογές” και “λάθος πρόσωπα” που θα μπορούσαν να διορθωθούν με “καλές πολιτικές επιλογές” και “σωστά πολιτικά πρόσωπα”. Ο κοινωνικός βίος έτσι όπως διαμορφώνεται εν καιρώ κρίσης είναι μια ωμή αποτύπωση της αδηφάγας φύσης του καπιταλιστικού εκμεταλλευτικού συστήματος και του κράτους ως μηχανισμού εξουσίας και ταξικής επιβολής, που δεν μπορεί πλέον να αλλάξει προς το καλύτερο, αν δεν υπάρξει μια επανάσταση που θα τον μεταμορφώσει πάνω σε άλλες βάσεις.

Μέσα στο υπάρχουν σύστημα δεν υπάρχει καμία “λύση”, καμία “συνταγή” προσπεράσματος της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, καμία “λύση” συμβιβασμού είτε μέσα από “προοδευτικές κυβερνήσεις” είτε μέσα από “εναλλακτικούς τρόπους ζωής”. Τίποτα δεν θα φέρει για τον λαό και την εργατική τάξη διέξοδο από την βαρβαρότητα αν δεν εμπεριέχει την επαναστατική ρήξη με το σύστημα. Κάθε προσπάθεια “εκ των έσω αλλαγής” χωρίς επανάσταση και ανατροπή δεν θα σταματήσει την σύνθλιψη της κοινωνικής πλειοψηφίας, των εργαζομένων και των ανέργων που θα αυξηθούν ραγδαία μέσα σε ένα διεθνές πολιτικό περιβάλλον που μας καλεί να επιλέξουμε αν θα στρατευτούμε στους δικούς τους πολέμους ή στην προοπτική της δικής μας Επανάστασης. Γιατί μέση λύση δεν υπάρχει.

Εμείς από τώρα λέμε πως όποια κι αν θα είναι η επόμενη κυβέρνηση, η κρατική και καπιταλιστική βαρβαρότητα θα ενταθεί και τα νέα μνημόνια (είτε ονομαστούν έτσι είτε όχι) συνοδευόμενα από “λιτότητα” και κοινωνική εξαθλίωση είναι βέβαια άσχετα από το ποιος θα σχηματίσει κυβέρνησή. Το ίδιο βέβαιη θα είναι και η συνέχεια της κρατικής καταστολής απέναντι στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες και είναι σίγουρο πως τα επόμενα χρόνια θα λάβει πρωτοφανείς διαστάσεις υπό όλων των μορφών τις κυβερνήσεις, σοσιαλδημοκρατικές και νεοφιλελεύθερες, αποδεικνύοντας τις αυταπάτες των όσων ταυτίζουν την καταστολή με “αυτοσκοπούς” και “εμμονές” της δεξιάς, αφήνοντας θελημένα ή άθελα να εννοηθεί ότι μια “σοσιαλδημοκρατική προοδευτική κυβέρνηση” θα άμβλυνε την καταστολή των αγώνων.

Το προεκλογικό πολιτικό κλίμα που διαμορφώνεται το τελευταίο διάστημα θα αρχίσει πιο εντατικά να σκεπάζει την πολιτική σκηνή, ιδιαίτερα μετά και το συνέδριο του μνημονιακού κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Από την πλευρά μας ήμασταν και θα είμαστε εδώ για να πούμε ξανά και ξανά ότι οι εκλογές δεν θα φέρουν καμία λύση, πως δεν έχει καμία απολύτως σημασία ποια θα είναι η επόμενη κυβέρνηση και με ποιο προσωπείο θα αναδειχτεί, ότι μέσα στο καπιταλιστικό-κρατικό σύστημα δεν υπάρχουν περιθώρια κοινωνικής ευημερίας και πως η μόνη λύση ήταν, είναι και θα είναι η Κοινωνική Επανάσταση. Απέναντι στις αστικές εκλογές ο ρόλος μας είναι αυτός του σαμποτέρ. Προτάσσουμε από τώρα την ευρεία συνειδητή αποχή στις επερχόμενες εκλογές, και ξεκινάμε άμεσα την διεξαγωγή αντιεκλογικής προπαγανδιστικής δράσης, σταθερά και παράλληλα με ότι άλλο πράττουμε, προσπαθώντας να προκαλέσουμε το μέγιστο δυνατό πολιτικό και εκλογικό κόστος στο σύστημα και τους φορείς του. Θα παλέψουμε για να πείσουμε την εργατική τάξη και την τοπική κοινωνία των περιοχών δράσης μας για τον μονόδρομο της Επανάστασης, αλλά και για να τσακίσουμε πολιτικά έγκαιρα, σε όσο μεγαλύτερη εμβέλεια μπορούμε, τις αυταπάτες «σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων» που ενδεχομένως ορισμένοι επιτήδειοι επιχειρήσουν να διαχύσουν ξανά μέσα στο αναρχικό κίνημα και τους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες.

Λύση δεν είναι οι εκλογές. Λύση είναι η Κοινωνική Επανάσταση

Κάθε ψήφος στις αστικές εκλογές είναι ψήφος χαμένη. Ψήφος στην αριστερά διπλά χαμένης ψήφος.

Πρωτοβουλία Αναρχικών Αγίων Αναργύρων – Καματερού

Απρίλιος 2022

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.